ΤΑ ΜΠΛΟΚΙΑ

Ειδήσεις και αναλύσεις από τη Λέσβο και την Ελλάδα με αριστερή ματιά!

Δεύτερο Θέμα Τόπος

Μορφές του Εικοσιένα

Γράφει ο Βάσος Βόμβας
Με την ευκαιρία του έτους, του αφιερωμένου στην επανάσταση του ’21 και το πανηγυράκι, που η εθνική μας ” Ηγερία”,  η τόσον υπερτιμημένη, Γιαννούλα Δασκαλάκη –  Αγγελοπούλου   έστησε, με μια πλειάδα ασχέτων ως επί το πλείστον, δήθεν ειδικών συμβούλων, ….είπα κι εγώ, να γράψω κάτι σχετικό, από την ιστορία  του μοναδικού αυτού γεγονότος, έτσι για να τιμήσω, με τον ολίγιστο λόγο μου, την επέτειο του ξεσηκωμού ενός ολόκληρου λαού, τότε,  που ο αντιπαθέστατος τυρρανίσκος Μετερνίχος, διαφέντευε την Ευρώπη,των ολίγων εκλεκτών Εθνών.
Αφορμή στάθηκε, η ανεύρεση ενός ξεχασμένου μου βιβλίου.
“Μορφές του Εικοσιένα” 
του Γιώργου Λαμπρινού.
Αδειάζοντας, το εκποιηθέν δικηγορικό μου γραφείο, μέσα στα τόσα βιβλία, που με πόνο ψυχής αποχωρίστηκα, χαρίζοντας τα σε φίλους και σε κρατικούς φορεις, όπως στην Δημόσια Βιβλιοθήκη  Μυτιλήνης, στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και στο Αναγνωστήριο Αγιάσου, που, βρήκα και το ξεχασμένο εδώ και χρόνια,  δυσεύρετο όμως από τότε που πρωτοεκδόθηκε, βιβλίο του  Γιώργου Λαμπρινού.
 ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ 
  Ιστορικές Μονογραφίες
          ΝΕΑ ΕΚΔΟΣΗ
       ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΕΝΗ
 ΞΥΛΟΓΡΑΦΙΕΣ Α. ΤΑΣΣΟΥ
             “Ο ΡΗΓΑΣ”
 ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ 
            ΑΘΗΝΑ 1945. 
Το βιβλίο αυτό, το είχε ο πατέρας μου στη βιβλιοθήκη του, ήδη από το 1945. Ήταν από τα βιβλία εκείνα,  που αργότερα, με την επικράτηση  της δεξιάς,  θα ρίχνονταν στην “πυρά” των απαγορευμένων βιβλίων,  του εμφυλιακού κράτους, μιας κι ο συγγραφέας του, ο Γιώργος Λαμπρινός, κυνηγημένος θα σωθεί, χάρις στον  Οκτάβιο Μερλιέ, αυτόν τον πραγματικό Φιλέλληνα και σωτήρα της Ελληνικής Διανόησης  και θα βρεθεί μαζί με άλλους, διανοούμενους και καλλιτέχνες, στο Παρίσι.
Προσωρινά όμως, γιατί το αγωνιστικό του φρόνημα, γρήγορα θα τον φέρει  κοντά στους μαχητές του ΔΣΕ εκεί στον Γράμμο, όπου αποκομμένος από τους συντρόφους του, θα συλληφθεί από τον Εθνικό Στρατό και τελικά θα εκτελεσθεί.
( Μαρτυρία του γιου του, κινηματογραφιστή Φώτου Λαμπρινού).
Ήμουν στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου.
 Για καλή μας τύχη, καθηγητή στο μάθημα της ιστορίας είχαμε,  τον Παναγιώτη Σαμάρα ( του Παναγέλ’ .).
Ο σπουδαίος αυτός καθηγητής μας, πέρα από άριστος ιστορικός, με σημαντικό ερευνητικό και συγγραφικό έργο, πάνω στην Ιστορία της Λέσβου, ήταν και σωστός παιδαγωγός, πολύ αγαπητός στο μαθητόκοσμο.
 Ευτύχησα να τον έχω καθηγητή μου, από την πρώτη τάξη του Γυμνασίου και μέχρι  τις μεγάλες τάξεις του. Με μια μικρή παρένθεση, όταν πήγε στο Χαρτούμ, ως διευθυντής, του εκεί Ελληνικού Γυμνασίου, όταν σκοτώθηκε σε ατύχημα η μοναχοκόρη του η Ζωρζέτα.
Στην τελευταία τάξη μας έκανε ιστορία και μας δίδασκε την Ελληνική Επανάσταση.
Έχοντας ως πρότυπο  του, τον Αριστείδη Δελή σπουδαίο εκπαιδευτικό, που άφησε εποχή στη Μυτιλήνη, ως καθηγητής και παιδαγωγός, λες και δανείστηκε απ’ αυτόν τη χάρη της διδασκαλίας του, κυριολεκτικά είχε μεταμορφώσει το μάθημα της ιστορίας, που οι μαθητές ιδιαίτερα αγαπούν, σε κάτι το μαγικό.  
Έτσι κατάφερε την διδασκαλία της,  να την ανυψώσει και να την κάνει όχι μονάχα μάθημα περιωπής αλλά  και να της προσδώσει, τα θέλγητρα της μοναδικής υψηλής διδακτικής ερμηνείας. 
Με μαστοριά σκηνοθέτη,  αλλά και ηθοποιού συγχρόνως, έστηνε μια ολόκληρη παράσταση και το μεμονωμένο ιστορικό  γεγονός, αυτό που εκείνη τη στιγμή δίδασκε, το έκανε τόσο ζωντανό και κοντινό, που νόμιζες, χωρίς να το καταλαβαίνεις,  ότι  ήσουν κι εσύ ένας από τους πρωταγωνιστές του.
Ως αληθινός παιδαγωγός, αγαπούσε τους μαθητές του, ακόμα κι όταν έπρεπε να τους τιμωρήσει για τις αταξίες  τους. Επιλογή του ο “ραβδισμός”. Γι αυτό και φρόντιζε, στους  μαθητές των προαστίων να παραγγέλνει να του φέρνουν, κάθε πρωί που έρχονταν στην τάξη, κάποιον αριθμό βεργών.
 Βίτσες τις λέγαμε. 
Όμως φρόντιζε, η βίτσα να πέφτει απαλά στα χέρια που άπλωνες, για να σε δείρει.
 Σημάδι κι αυτό, της βαθειάς καλοσύνης του,  αλλά και της παιδαγωγικής του άποψης. Βλέπετε ήθελε κάποια στιγμή να κάνει τον αυστηρό. Και με τον τρόπο αυτόν το κατάφερνε.
Μια άλλη ιδιορρυθμία του ήταν η “ανάκριση”.
 Όταν άκουγε κάποια σιγανή φωνή, κατά την ώρα της διδασκαλίας…. σταματούσε αμέσως το μάθημα.  Και τότε άρχιζε μια ιδιότυπη ανάκριση μέχρι που  να εντοπίσει τον δράστη, που δεν έλεγε να το μαρτυρήσει. 
Ο Σαμάρας το διασκέδαζε με μούρη δήθεν σοβαρή. Μέχρι που αναπόφευκτα έρχοταν η έκρηξη του, όταν έφθανε στον τελευταίο του θρανίου, που πίσω του δεν υπήρχε άλλος, παρά μονάχα το ντουβάρι κι αυτός, αφελώς  έκανε την χαρακτηριστική κίνηση με τον αντίχειρα, δείχνοντας τον τοίχο…… 
Ποιος το καλμάριζε τότε…. 
Πείσμωνε και αφού εύρισκε τον  ” κρυπτομιλήσαντα”, τον απέπεμπε εκτός τάξης.
Αλλά ας πούμε καλύτερα για την διδασκαλία της ιστορίας, μιας κι απ’ αυτήν αρχίσαμε!
 Θυμάμαι, όταν μας δίδασκε για τη μάχη του Πέτα, όπου ο Μαυροκορδάτος βαφτίστηκε Αρχιστράτηγος …….για να οδηγήσει τελικά τους Έλληνες στην  ήττα.
 Ο Σαμάρας περιγράφοντας τη μάχη και την ασχετοσύνη του Μαυροκορδάτου, θέλοντας όμως να  τονίσει ακόμα πιο πολύ, την ανικανότητα και το υπερφίαλον του στρατηλάτη, μας είπε τούτο το φοβερό!
– Πήγι να δρέψ’ δάφνις κι έδριψι αγκαθούρις.
Και τον αποτελείωσε.
 Άλλη μια φορά, από τα ευτράπελα αυτό του μαθήματος, σήκωσε στον πίνακα τον συμμαθητή μας τον Στρατή Παντελλέλη, από το Λισβόρι. Το μάθημα ήταν ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη,  στη μάχη του Καρπενησιού.
 Ο Στρατής τελείως αδιάβαστος, αντί να το πεί ευθέως, στον καθηγητή μας, που η επιείκεια  του ήταν μοναδική , φοβήθηκε και άρχισε να ψελλίζει κάτι ακαταλαβίστικα λόγια.
Αυτό προς στιγμήν, γιατί γρήγορα κατάλαβε την άγνοια του και στράφηκε προς την τάξη ζητώντας τη βοήθεια της. Ο μίμος Πέτρος Κολυβάς, άφθαστος στην παντομίμα, άρχισε με κινήσεις του χεριού του να προσπαθεί να μεταφέρει τη σκηνή της μάχης στον, εν απογνώσει ευρισκόμενο, εξεταζόμενο. 
Του έδειχνε πως ο Μάρκος σκαρφάλωνε στο ντουβάρι.
Όμως  οι κινήσεις του, υπέπεσαν στην αντίληψη του καθηγητή μας,  που εκείνη την  ώρα  διάβαζε κάτι  που είχε μπροστά του, με τα γυαλιά κατεβασμένα στη μύτη του έτσι που, μια να λοξοκοιτάζει το μαθητή και μια την τάξη, μουρμουρίζοντας συγχρόνως…
– Ναι μουρόμ ‘, σ’ ακούω!
Κι ο Στρατής, σε πλήρη πια αμηχανία, τι να κάνει ξανάρχισε…( τρόπος του λέγειν δηλαδή).
– Ο Μάρκος Μπότσαρης και ξανά ο Μάρκος Μπότσαρης …ενώ συγχρόνως με απόγνωση κοιτούσε τον Κολυβά  και περίμενε.
 Κι ο Κολυβάς, ν’ αρχίσει ξανά να κάνει κάποιες κινήσεις μπας και καταλάβει του Παντιλελ’ τι ήθελε να του πει. 
Κάποια στιγμή κάτι κατάλαβε και συνέχισε με φωνή δυνατή και με έμφαση, αυτήν του καλού μαθητή, που ξεπέρασε το αρχικό τρακ του….
– Τη στιγμή αυτή ο Μάρκος Μπότσαρης σκαρφάλωσε στον τοίχο και…….
( Νέα διακοπή…. συνοδευομένη τώρα κι από τον κρύο ιδρώτα που άρχιζε να λούζει το πρόσωπο του.)
Ο Κολυβάς σηκώθηκε λίγο από το θρανίο και έκανε κινήσεις με το κεφάλι του  για να του δείξει ότι  ο Μάρκος ξεπρόβαλλε από το ντουβάρι…
Του Παντιλέλ’ το άρπαξε αμέσως και σίγουρος πια για τον εαυτό του….είπε με φωνή δυνατή.
– Έβγαλε το κεφάλι του και…..
Εκείνη τη στιγμή ο Σαμάρας, μη αντέχοντας άλλο την άγνοια του αδιάβαστου μαθητή του, σηκώθηκε αγανακτισμένος από το κάθισμα και απευθυνόμενος στον Παντελέλλη,  του λέγει τούτο το αμίμητο!
– Και τι έκανε ρε κοπρόσκυλο …..( συνηθισμένη έκφραση του,  όταν θύμωνε)
Κούκου, κούκου…..
Ε, αυτό ήταν. Μια ολόκληρη τάξη, σηκώθηκε από τα θρανία με γέλια και ποδοβολητά, τόσο έντονα που δεν άφησαν ανέγγιχτο και τον καθηγητή μας, που άρχισε να γελά κι αυτός, κλείνοντας με τον συνηθισμένο του τρόπο το θέμα!
– Μηδέν, μηδέν, μηδέν.. κομπολόι έκανες με τα μηδενικά!
Ξεστρατίσαμε αρκετά, αλλά τουλάχιστον άξιζε τον κόπο, αφού σας έδωσα το πορτραίτο του περίφημου αυτού καθηγητή μας, μέσα από τις ανθρώπινες στιγμές του.
 Άλλωστε, όπως θα σας διηγηθώ  ευθύς αμέσως, η αναφορά μου στον καθηγητή μου της ιστορίας, είχε να κάνει και με το βιβλίο που βρήκα και που στάθηκε αφορμή να γράψω τούτα, τα μη συνηθισμένα.
Έχοντας λοιπόν,  στα χέρια μου τούτο το βιβλίο, περιχαρής για το εύρημα μου, το πήρα μαζί μου να του το δείξω.
Με το που το παίρνει στα χέρια του. Το ανοίγει κι αμέσως το κλείνει, λέγοντας μου.
–  Δεν είναι βιβλίο για να το δείχνεις. Βάλτο γρήγορα στη τσάντα σου.
Με τον τρόπο αυτόν, ήθελε να με προστατεύσει από κακοτοπιές,  που εκείνος γνώριζε καλά.
Κι είχε δίκιο.
Το βιβλίο αυτό, που αναφέρεται σε πρόσωπα της επανάστασης του’21, μιλά για κάποιους πρωτεργάτες της,  που δεν έτυχαν της δέουσας εκτίμησης από τους τότε πρωταγωνιστές της.
 Όχι μονάχα παραμερίστηκαν, αλλά τινες  εξ αυτών κυνηγήθηκαν και αφανίστηκαν από τους Κοτσαμπάσηδες.
Ο Λαμπρινός,  σε χρόνια αντίξοα, αυτά της Μεταξικής Δικτατορίας και αργότερα της Γερμανικής κατοχής,  συνέγραψε το βιβλίο τούτο, μια σειρά δηλαδή, ιστορικών μονογραφιών, άγνωστων πρωταγωνιστών του αγώνα του ’21, προσπαθώντας τότε κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες να το τυπώσει, για να κάνει ευρύτερα γνωστές τις προσωπικότητες αυτές,  που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην θεμελίωση και την εν συνεχεία διάδοση της επανάστασης του εικοσιένα.
Αρχίζοντας απο τους ιδρυτές της Φιλικής Εταιρίας, τον Σκουφά και τον Ξάνθο και τον μετέπειτα Αναγνωστόπουλο, θα μάθουμε για το σημαντικό ρόλο των νησιωτών, Αντώνη Οικονόμου και Λυκούργου  Λογοθέτη, του Μελέτη Βασιλείου, του Παναγιώτη Καρατζά, του Γεωργίου Πάνου, του Χριστόφορου Περραιβού, του Αθ. Τσακάλωφ και του φλογερου ρασοφόρου επαναστάτη Παπαφλέσσα.
 
Ας ακούσουμε όμως τον ίδιο τον Λαμπρινό.
 
” Είναι  χρέος ιστορικό να τους γνωρίσουμε. Ξαίροντας τη ζωή και το έργο τους, μαθαίνουμε τις πηγές απ’ όπου ξεχύθηκε η εθνική μας λευτεριά, μαθαίνουμε κι εμείς πως μπορούμε να θεμελιώσουμε τα μεγάλα έργα,  πως ακόμα να κάνουμε πράξη τα ιδανικά μας”.
 
Πρόσωπα που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στον ξεσηκωμό του γένους, λίγο πολύ άγνωστα, στους πολλούς,  κυνηγημένα και κατασυκοφαντημένα απο τους προεστούς και κοτσαμπάσηδες του καιρού εκείνου. 
Ιδιαίτερα ο Αντώνης Οικονόμου, το πιο τραγικό ίσως πρόσωπο του αγώνα τη ανεξαρτησίας, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη εξέγερη της Ύδρας, παρασύροντας σε καθολικό ξεσηκωμό, το λαικό στοιχείο, κόντρα στα συμφέροντα των καλοβολεμένων νοικοκυραίων, που με τα καράβια τους πλούτιζαν και ήθελαν την ησυχία και την καλοπέραση τους. 
Αφού κάποια στιγμή τον συνέλαβαν και τον έστειλαν στο Κρανίδι, κι αμέσως μετά σε μοναστήρι της περιοχής, τελικά τον δολοφόνησαν.
 
Εδώ κάνω μια υπόθεση.
Ο μεγάλος μας ποιητής Νικόλαος Εγγονόπουλος,  στο επικό ποίημα του ΜΠΟΛΙΒΑΡ , γραμμένο το 1943, θα γράψει :
 
” Μπολιβάρ, είσαι του Ρήγα Φερραίου παιδί.
Του Αντώνη Οικονόμου, που τόσο άδικα τον σφάξαν……
 
Υποθέτω λοιπόν, ότι ο ποιητής, θα πρέπει να είχε διαβάσει το βιβλίο του Γιώργου Λαμπρινού,  που τότε είχε ήδη κυκλοφορήσει απο τις εκδόσεις “Αετός”, γιατί ο Οικονόμου δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστό πρόσωπο της Επανάστασης, καίτοι κάποια στιγμή υπήρξε, σημαντικός πρωταγωνιστής της.
 
Αλήθεια,  πόσοι νεοέλληνες γνωρίζουν την ύπαρξη  τους και πότε διδαχθήκαμε την .πολύμορφη και αποφασιστική δράση τους, αλλά και τον σπουδαίο τους ρόλο στην εδραίωση και την επικράτηση της;
 
Όμως, βαλθήκαμε να γιορτάσουμε μια ξεκομμένη από τις ρίζες μας “παλιγγενεσία” αυτήν, που τελικά κατάφεραμε, με την βοήθεια των ξένων, να την κάνουμε το κράτος των Ελλήνων! 
 Αναγκαιότητα το είπαν για να δικαιολογήσουν ακριβώς την “συμβολή” των ξένων μεγάλων δυνάμεων στην ίδρυση του. Παρακάμπτοντας έτσι, κατά τρόπο βολικό, τη  μια και μοναδική αλήθεια.
Αυτήν που βόλευε τις μεγάλες δυνάμεις.
 
Ας μείνουμε όμως στην ουσία.
 
Ναι, γίναμε κράτος και επιβιώσαμε και προκόψαμε κι ας οικειοποιήθηκαν απο τότε την ιστορία του,  οι αμέτοχοι των αγώνων του, οι αιώνιοι απόντες.
 
Είναι τυχαίο που ο Εθνικός μας Ποιητής γράφει!
 
” Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ και ηγαπημένε.
 Πάντοτ’ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε.”!
 
 Ας παραμερίσουμε λοιπόν  τις κούφιες γιορτές και τα λόγια τα μεγάλα .
Και μέσα σ’ αυτήν την αποθέωση, του μεγάλου κιτς, που επιβάλλει, με την παρουσία της, η εθνική μας ζιπουνάτη νεο – Μπουμπουλίνα, ας  μείνουμε αδιάφοροι.
Κι ας αναστοχαστούμε τα λόγια του άλλου μεγάλου, παραγνωρισμένου μας ποιητή.
Του Ανδρέα Κάλβου
“Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία”.
 
 Νοέμβριος του 2021
Βάσος Ι. Βόμβας.

Σημειώσεις :
*Τούτες οι φωτογραφίες, που συνοδεύουν το κείμενο είναι:
Το εξώφυλλο του βιβλίου του Γ. Λαμπρινού.
Και στιγμιότυπο από την περιοχή του Γράμμου, όπου εικονίζεται και ο συγγραφέας.