Αποκαλύψεις για παγκόσμιο σκάνδαλο διαπλοκής της Uber, με εμπλοκή και του Εμανουέλ Μακρόν
Μια μαζική διαρροή χιλιάδων εμπιστευτικών εγγράφων που δημοσιεύει ο Guardian έρχεται να αποκαλύψει τους τρόπους με τους οποίος ο τεχνολογικός γίγαντας Uber προσέγγισε ηγέτες, ανώτατους αξιωματούχους και δισεκατομμυριούχους, στο πλαίσιο μιας μυστικής επιχείρησης λόμπινγκ που στόχευε στην παγκόσμια επέκτασή του, παραβιάζοντας συχνά τους νόμους.
Στοιχεία που «καίνε» τον Μακρόν
Τα περισσότερα από 124 χιλιάδες αρχεία, συμπεριλαμβανομένων 83 χιλιάδων μέιλ, που διέρρευσαν στη βρετανική εφημερίδα και περιήλθαν στην κατοχή της Διεθνούς Κοινοπραξίας Ερευνητικής Δημοσιογραφίας, φέρνουν στο φως, μεταξύ άλλων, τη μυστική στήριξη που παρείχε ο Γάλλος Πρόεδρος στην εταιρεία ιδιαίτερα όταν ήταν υπουργός Οικονομίας, την περίοδο 2014 – 2016.
Ο Εμανουέλ Μακρόν είχε συναντηθεί τουλάχιστον 4 φορές με στελέσχη της εταιρείας και τον πρώην επικεφαλής και δημιουργό της Uber, Τράβις Κάλανικ, ενώ είχε υπογράψει και διάταγμα που χαλάρωνε τις απαιτήσεις για την αδειοδότηση των οδηγών της Uber, παρά τις αντιδράσεις από τους οδηγούς ταξί.
Οι Γάλλοι οδηγοί ταξί είχαν εξοργιστεί ιδιαίτερα με την κυκλοφορία του UberPop το 2014 – μιας υπηρεσίας που επέτρεπε σε οδηγούς χωρίς άδεια να προσφέρουν υπηρεσίες ταξί, σε πολύ χαμηλότερες τιμές. Τα δικαστήρια και το κοινοβούλιο το απαγόρευσαν, αλλά η Uber διατήρησε την υπηρεσία σε λειτουργία καθώς αμφισβήτησε τον νόμο. Λίγο αργότερα ο Μακρόν υπέγραψε τη σχετική απόφαση για να την ευνοήσει.
Βασιζόμενη στις μαρτυρίες διαφόρων προσώπων και σε ντοκουμέντα, συμπεριλαμβανομένων πολλών SMS που είχαν ανταλλαχθεί, η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα πως ενδεχομένως να είχε συναφθεί μυστική «συμφωνία» ανάμεσα στην Uber και τον Μακρόν στο Μπερσί.
Η εφημερίδα κάνει λόγο για συναντήσεις στο γραφείο του υπουργού και για πολλές συζητήσεις (σε κατ’ ιδίαν ραντεβού, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικών κλήσεων, μέσω SMS…) ανάμεσα στην Uber και τον Εμανουέλ Μακρόν ή συμβούλους του, βασιζόμενη κυρίως στους απολογισμούς αυτών των επαφών, που συντάχθηκαν από τον λομπίστα Μαρκ Μακγκάν. Επισήμανε πρακτικές προορισμένες να βοηθήσουν την εταιρία να εδραιώσει τη θέση της στη γαλλική αγορά, για παράδειγμα η υπόδειξη η εταιρεία να στέλνει έτοιμες τροπολογίες, «με το κλειδί στο χέρι», σε βουλευτές.
Ερωτηθείσα σχετικά από το Γαλλικό Πρακτορείο, η γαλλική θυγατρική της Uber επιβεβαίωσε ότι υπήρξαν συναντήσεις με τον Μακρόν, υποστηρίζοντας ωστόσο πως «αφορούσαν τον τομέα ευθύνης του ως υπουργού Οικονομίας και Πληροφορικής», καθ’ ύλην αρμόδιου για τη δραστηριότητά της. Παράλληλα επισήμανε την αναστολή της υπηρεσίας Uber Pop, που προσέφερε από τον Φεβρουάριο του 2014 ως το 2015 κι επέτρεπε σε χρήστες να καλούν ιδιώτες οδηγούς, όχι κατόχους άδειας ταξί ή δικούς της εργαζόμενους. Η αναστολή της υπηρεσίας «δεν ακολουθήθηκε από πιο ευνοϊκή ρύθμιση», όπως θα υπεδείκνυε η ιδέα πως είχε συναφθεί μυστικό «deal», επέμεινε η γαλλική θυγατρική της Uber.
Δεκάδες εκατομμύρια σε δημόσιες σχέσεις και στρατολόγηση πολιτικών
Επίσης, από τα χιλιάδες αρχεία προκύπτει πώς η πρώην επίτροπος ψηφιακής τεχνολογίας της ΕΕ Neelie Kroes, από τους κορυφαίους αξιωματούχους των Βρυξελλών, βρισκόταν σε συνομιλίες για να ενταχθεί στην Uber πριν λήξει η θητεία της – και στη συνέχεια άσκησε κρυφά πιέσεις για χάρη της εταιρείας, για ενδεχόμενη παραβίαση των κανόνων δεοντολογίας της ΕΕ.
Τα έγγραφα αποκαλύπτουν πώς μέσω μιας προσπάθειας με λομπίστες και δημόσιες σχέσεις 90 εκατομμυρίων δολαρίων, η Uber στρατολόγησε πολιτικούς για να τη βοηθήσουν στην εκστρατεία της να εισέλθει στην ευρωπαϊκή βιομηχανία ταξί.
Σε αυτό το πλαίσιο, πρόσφερε μετοχές της σε πολιτικές προσωπικότητες στη Ρωσία και τη Γερμανία και πλήρωσε σε ερευνητές «εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια για να δημοσιεύσουν έρευνες για τα οφέλη του οικονομικού της μοντέλου», αναφέρει η βρετανική εφημερίδα Guardian.
Παράλληλα, γίνεται γνωστό ότι ο πρώην ιδιοκτήτης της εταιρείας διέταξε προσωπικά να διαγραφούν όλα τα ηλεκτρονικά αρχεία για να εμποδίσει τις Αρχές να αποκτήσουν πρόσβαση σε δεδομένα κατά τη διάρκεια αστυνομικών ερευνών. Συγκεκριμένα, σε τουλάχιστον έξι χώρες υπήρχε ο «διακόπτης θανάτου», ένα σύστημα που με την ενεργοποίησή του καθιστούσε αδύνατη την πρόσβαση στους υπολογιστές της εταιρείας.
Στο πλαίσιο των αποκαλύψεων παρουσιάζεται το παράδειγμα αστυνομικής εφόδου στο Άμστερνταμ, όπου ο ίδιος ο Τράβις Κάλανικ έδωσε εντολή στους εργαζόμενους να χρησιμοποιήσουν άμεσα το συγκεκριμένο εργαλείο.
Η διαρροή εγγράφων εκτείνεται σε περίοδο πέντε ετών από το 2013 έως το 2017, όταν η Uber διοικούνταν από τον συνιδρυτή της Τράβις Κάλανικ.
Σύμφωνα με τον Guardian, τα μηνύματα που διέρρευσαν υποδηλώνουν ότι τα στελέχη της Uber δεν έτρεφαν αυταπάτες για το γεγονός ότι παραβιάζονταν νόμοι εκ μέρους της εταιρείας, με ένα στέλεχος να αστειεύεται ότι έγιναν «πειρατές» και ένα άλλο να παραδέχεται: «Είμαστε παράνομοι».
Τα Uber Files αποκαλύπτουν επίσης ότι η εταιρεία μπορούσε να γλιτώσει φόρους εκατομμυρίων μεταφέροντας τα κέρδη της μέσω των Βερμούδων και άλλων φορολογικών παραδείσων και στη συνέχεια «προσπαθούσε να στρέψει αλλού την προσοχή των φορολογικών αρχών βοηθώντας τις αρχές να μαζέψουν φόρους από τους οδηγούς της».
Σε μία ανταλλαγή μηνυμάτων ακόμη, ο Τράβις Κάλανικ εμφανίζεται να απορρίπτει τις ανησυχίες ορισμένων στελεχών ότι το να σταλούν οι οδηγοί Uber να διαδηλώσουν στη Γαλλία μπορεί να τους εκθέσει στον κίνδυνο βίας από οργισμένους οδηγούς της βιομηχανίας ταξί. «Πιστεύω πως αξίζει τον κόπο», φαίνεται να είπε. Όπως δήλωσε κιόλας ένα πρώην στέλεχος της εταιρείας στον Guardian, επρόκειτο για μια στρατηγική της εταιρείας, η οποία σκόπευε ουσιαστικά να εργαλειοποιήσει τους οδηγούς, έτσι ώστε να κρατήσει τη διαμάχη «καυτή».
Σύμφωνα με τον Guardian, η Uber υιοθέτησε αντίστοιχες τακτικές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Ισπανία, Ιταλία …), κινητοποιώντας τους οδηγούς της και ωθώντας τους να διαμαρτύρονται στην αστυνομία όταν έπεφταν θύματα επιθέσεων, με στόχο η εταιρεία να εκμεταλλευθεί την κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης για να αποσπάσει υποχωρήσεις από τις αρχές.
Σε ανακοίνωσή του, εκπρόσωπος του Κάλανικ επισημαίνει ότι «ουδέποτε υπαινίχθηκε ότι η Uber θα πρέπει να επωφεληθεί από τη βία σε βάρος της ασφάλειας των οδηγών». Η Uber αναφέρει επίσης ότι «η συμπεριφορά της στο παρελθόν δεν ήταν ευθυγραμμισμένη με τις σημερινές της αξίες» και σήμερα «είναι μία διαφορετική εταιρεία».