Θεμέλιο του καπιταλισμού είναι η ευρέως διαδεδομένη και σπάνια αμφισβητούμενη πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είναι εγγενώς εγωιστές, ανταγωνιστικοί, υλιστές και τεμπέληδες. Ωστόσο, πολυάριθμες επιστημονικές μελέτες καταλήγουν σε διαφορετικό συμπέρασμα σχετικά με την ανθρώπινη φύση.
“Τι είναι ο άνθρωπος;” Αυτό είναι ένα από τα κεντρικά φιλοσοφικά ερωτήματα. Πολλά δείχνουν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα είναι πεπεισμένοι ότι τα ανθρώπινα όντα είναι από τη φύση τους εγωιστικά, ανταγωνιστικά, υλιστικά και τεμπέλικα.
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, σχεδόν το 70% του πληθυσμού είναι πεπεισμένο ότι η νέα γενιά είναι εγωιστική και περισσότερα από τα τρία τέταρτα θεωρούν τον αχαλίνωτο εγωισμό ως την αιτία για τη φθίνουσα συνοχή της κοινωνίας.
Απλουστεύοντας ονομάζω αυτή την ιδέα “καπιταλιστική άποψη του ανθρώπου”. Γιατί με βάση αυτή την υπόθεση, ο καπιταλισμός φαίνεται να είναι το οικονομικό σύστημα που ταιριάζει καλύτερα στην ανθρώπινη φύση.
Με βάση αυτή την πεποίθηση επίσης , ο Αμερικανός συγγραφέας Dinesh D’Souza, για παράδειγμα, επισημαίνει: “Ορισμένοι επικριτές κατηγορούν τον καπιταλισμό ότι είναι ένα εγωιστικό σύστημα. Αλλά ο εγωισμός δεν είναι η θεμελιώδης ιδιότητα του καπιταλισμού – είναι της ανθρώπινης φύσης”.
Η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του εγωιστής
Πράγματι, η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του εγωιστής και ότι πρέπει πρώτα να εκπαιδευτεί και να εκπολιτιστεί για να κάνει το καλό διαπερνά την ιστορία των δυτικών ιδεών εδώ και αιώνες.
Στοχαστές και επιστήμονες τόσο διαφορετικοί όσο ο Τόμας Χομπς, ο Νικολό Μακιαβέλι, ο Σίγκμουντ Φρόιντ, ο Τζέιμς Μ. Μπιουκάναν, ο Ρίτσαρντ Ντόκινς, ο Άιν Ραντ και ο Μίλτον Φρίντμαν, για να αναφέρουμε μερικούς από αυτούς, ήταν πεπεισμένοι ότι ο εγωισμός είναι η εγγενή φύση του ανθρώπου.
Και διάφοροι κλάδοι της επιστήμης επίσης, όπως η εξελικτική βιολογία, η ψυχολογία, η εκπαίδευση και, όχι λιγότερο σημαντικό, η οικονομία, βασίζονται εν μέρει στην ιδέα του εγωιστικού ανθρώπου.
“Αν επικρατήσει η πεποίθηση ότι οι άλλοι συνεργάζονται, τότε η συνεργασία του κάθε πολίτη είναι υψηλή – αν επικρατήσει η πεποίθηση ότι οι άλλοι δεν συνεργάζονται, τότε πραγματικά δεν συνεργάζεται κανείς”, λέει ο οικονομολόγος Ernst Fehr, συνοψίζοντας ένα σημαντικό εύρημα της έρευνας.
Το εύρημα αυτό είναι στο πνεύμα του λεγόμενου θεωρήματος Thomas (“Αν οι άνθρωποι ορίζουν τις καταστάσεις ως πραγματικές, τότε είναι πραγματικές ως προς τις συνέπειές τους”), και αποδεικνύει ποιες πρακτικές συνέπειες προκύπτουν από την αντίστοιχη εικόνα του ανθρώπου.
Ωστόσο, αν εξετάσει κανείς τα επιστημονικά θεμέλια στα οποία στηρίζεται στην πραγματικότητα η πεποίθηση της καπιταλιστικής αντίληψης για τον άνθρωπο, θα εκπλαγεί από το γεγονός ότι οι αποδείξεις γι’ αυτό είναι μάλλον ισχνές.
Αντίθετα τα τελευταία ευρήματα της ψυχολογίας, της βιολογίας, της αρχαιολογίας, της ανθρωπολογίας, της κοινωνιολογίας και της ιστορίας, καθώς και πολυάριθμα πειράματα με μικρά παιδιά ειδικότερα, δείχνουν μια διαφορετική πραγματικότητα από την καπιταλιστική αντίληψη.
Το ερώτημα για τα κίνητρα
Κατατοπιστική για τα αποτελέσματα που βρέθηκαν είναι η μελέτη των ανθρώπινων κινήτρων. Συνήθως γίνεται διάκριση μεταξύ δύο μορφών κινήτρων: των εσωτερικών και των εξωτερικών.
Οι άνθρωποι παρακινούνται από τα δικά τους κίνητρα (δηλ. ενδογενή) επειδή, για παράδειγμα, έχουν όρεξη να διαβάσουν ένα βιβλίο και θέλουν απεγνωσμένα να μάθουν το τέλος της ιστορίας.
Τα εξωγενή κίνητρα, από την άλλη πλευρά, αποτελούν μια ανταμοιβή ή τιμωρία που έχει σχεδιαστεί για να παρακινήσει την ανάγνωση ενός βιβλίου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στην κοινωνία και στις επιχειρήσεις, με βάση την καπιταλιστική αντίληψη για τον άνθρωπο, επικρατεί η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος παρακινείται καλύτερα με εξωγενή κίνητρα. Έτσι, μαθαίνουμε στο σχολείο με εξωγενή κίνητρα τους βαθμούς και αργότερα εργαζόμαστε με εξωγενή κίνητρα τα χρήματα.
Το γεγονός ότι το 40% των μαθητών ανταμείβεται με χρήματα για τους καλούς βαθμούς στο σχολείο και ότι περίπου ένα τέταρτο των παιδιών κερδίζει χρήματα για βοήθεια που προσφέρει στο σπίτι, ταιριάζει στην εικόνα αυτή.
Το πείραμα για την επαναλαμβανόμενη χρήση εξωγενών κινήτρων
Ένα εντυπωσιακό πείραμα των Felix Warneken και Michael Tomasello του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και του Ινστιτούτου Max Planck της Λειψίας, εξέτασε την επίδραση της επαναλαμβανόμενης χρήσης εξωγενών κινήτρων στην βοηθητικότητα παιδιών ηλικίας 20 μηνών.
Αφού ο πρώτος γύρος έδειξε πολύ μεγάλη προθυμία για βοήθεια από τα παιδιά, τα χώρισαν στη συνέχεια σε τρεις ομάδες. Τα παιδιά της πρώτης ομάδας συνέχισαν να μην λαμβάνουν καμία ανταπόκριση για τη βοήθεια που παρείχαν, τα παιδιά της δεύτερης ομάδας λάμβαναν τώρα κάθε φορά ένα “ευχαριστώ” γι’ αυτό και τα παιδιά της τρίτης ομάδας έλαβαν τελικά από μια ανταμοιβή.
Οι δοκιμές επαναλήφθηκαν αρκετές φορές και στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε ένας τελικός γύρος: Όπως και στον πρώτο γύρο δοκιμών, κανένα παιδί δεν έλαβε τώρα ανταμοιβή ή έστω έπαινο για τη βοήθεια που παρείχε.
Η πρώτη ομάδα συνέχισε να δείχνει αμετάβλητη πολύ υψηλή προθυμία να βοηθήσει. Η δεύτερη ομάδα είχε ελάχιστα μειωμένη προθυμία να βοηθήσει. Η τρίτη ομάδα, ωστόσο, που προηγουμένως είχε λάβει κάθε φορά μια ανταμοιβή, αποκάλυψε μια σχεδόν πλήρη κατάρρευση της προθυμίας τους να βοηθήσουν.
Το αποτέλεσμα του πειράματος
Το πείραμα αποδεικνύει ότι η εσωτερική παρακίνηση φαίνεται όχι μόνο να είναι στην ανθρώπινη φύση, αλλά και να παρακινεί καλύτερα και πιο μόνιμα από οποιαδήποτε εξωγενή κίνητρα.
Αλλά δείχνει επίσης και μια θεμελιώδη αλλαγή: “Η άνευ όρων προθυμία για βοήθεια είχε γίνει μια υπό όρους προθυμία για βοήθεια”. Έτσι το συνοψίζει ο Richard David Precht. Ως εκ τούτου, το φαινόμενο αυτό ονομάζεται στην τεχνική ορολογία: το φαινόμενο της διαφθοράς.
Με άλλα λόγια, η διαστρεβλωμένη ιδέα για τη φύση του ανθρώπου, η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος πρέπει να έχει εξωγενή κίνητρα, μπορεί να γίνει, τρόπον τινά, μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Διότι μπορεί να συμβάλει σημαντικά στη δημιουργία ενός ανθρώπινου όντος που στην πραγματικότητα θα έχει μόνο εξωγενή κίνητρα.
Μια μετα-ανάλυση επιβεβαίωσε το αποτέλεσμα του πειράματος. Πάνω από 128 μελέτες αποδεικνύουν ότι τα εξωγενή κίνητρα μειώνουν τα εσωτερικά κίνητρα, ιδίως στα παιδιά.
Κοινωνικός εγκέφαλος
Τα σχέδια έκτακτης ανάγκης πολλών χωρών βασίζονται επίσης κύρια σε μια ορισμένη άποψη για τον άνθρωπο, δηλαδή στο ερώτημα αν οι άνθρωποι συμπεριφέρονται εγωιστικά ή αλληλέγγυα στις καταστροφές. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια ορισμένες χώρες αναγκάστηκαν να αλλάξουν τα σχέδια έκτακτης ανάγκης επειδή, αντίθετα με τις επίσημες προσδοκίες, οι άνθρωποι αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αλληλέγγυοι στις καταστροφές.
Τα σχέδια έκτακτης ανάγκης, τα οποία στόχευαν ιδίως στην αναχαίτιση εγωιστικών και εγκληματικών συμπεριφορών, στοίχισαν τελικά ακόμη και ζωές, διότι πολλές σωστικές δυνάμεις δεν συμμετείχαν στις απαραίτητες επιχειρήσεις διάσωσης, αλλά στην αναχαίτιση της υπερβολικά υποτιθέμενης εγκληματικότητας.
Ο άνθρωπος μπορεί να έχει την κακή φήμη του εγωιστή μοναχικού λύκου, αλλά στην πραγματικότητα, χάρη στον “κοινωνικό εγκέφαλό” του, είναι ένα κοινωνικό ον στο οποίο η μοναξιά και ο αποκλεισμός προκαλούν σωματικά αποδεδειγμένο πόνο.
Οι άνθρωποι έχουν επίσης μια έμφυτη αίσθηση της δικαιοσύνης. Η αποστροφή προς την έντονη ανισότητα μπορεί επίσης να διαπιστωθεί και στους ενήλικες. Επιπλέον, ο άνθρωπος είναι ένα “εξαιρετικά συνεργάσιμο” ον (Michael Tomasello).
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η συνεργασία συνάδει περισσότερο με τη φύση του. Και τέλος, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό: Πολυάριθμες μελέτες αποδεικνύουν ότι το να ζει κανείς σύμφωνα με τις αξίες του εγωισμού, του ανταγωνισμού και του υλισμού έχει αρνητικές συνέπειες για το σώμα και την ψυχή. Η ανιδιοτέλεια, η συνεργασία και η αλληλεγγύη, από την άλλη πλευρά, έχουν αποδεδειγμένα θετική επίδραση στο σώμα και την ψυχή.
Μια ουτοπία
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναρωτηθούμε ποιοι τομείς της κοινωνίας και της οικονομίας σήμερα είναι προσανατολισμένοι στην καπιταλιστική αντίληψη του ανθρώπου. Θα αναφερθούμε μόνο σε μερικούς τομείς όπως η οικονομική, κοινωνική και εργασιακή πολιτική, αλλά και η εκπαίδευση, το σχολείο ή το ποινικό δίκαιο.
Τι γίνεται όμως αν η καπιταλιστική εικόνα του ανθρώπου, η οποία είναι εν μέρει υπεύθυνη για πολλές αποφάσεις στην κοινωνία και την οικονομία, δεν ανταποκρίνεται στη φύση του ανθρώπου;
Τι γίνεται αν η διάλυση της κοινωνικής αλληλεγγύης, η διαρκής έμφαση στην ατομική πρωτοβουλία και το κάλεσμα για επιχειρηματικότητα αντιτίθενται οι ίδιες στην ανθρώπινη φύση;
Δεν θα έπρεπε η κεντρική στρατηγική μιας υπεύθυνης πολιτικής να είναι η διαμόρφωση της κοινωνίας και της οικονομίας έτσι ώστε να μην διαφθείρει τη φύση του ανθρώπου, αλλά αντιθέτως να ανταποκρίνεται σε αυτήν όσο το δυνατόν περισσότερο;
Η ιδέα για την ανθρώπινη φύση
Πρόκειται για μια ιδέα που έχει τρομοκρατήσει τους ηγέτες επί αιώνες, στην οποία έχουν αντιταχθεί αμέτρητες θρησκείες και ιδεολογίες.
Είναι μια ιδέα για την οποία τα μέσα ενημέρωσης σπάνια αναφέρονται, η δε ιστορία της φαίνεται να έχει σφραγιστεί από αδιάκοπη άρνηση.
Ταυτόχρονα, πρόκειται για μια ιδέα που στηρίζεται σχεδόν από κάθε επιστημονικό τομέα, επιβεβαιώνεται από την εξέλιξη και την καθημερινή ζωή.
Είναι μια ιδέα τόσο στενά συνδεδεμένη με την ανθρώπινη φύση που δύσκολα γίνεται αντιληπτή.
Αν είχαμε το θάρρος να την πάρουμε στα σοβαρά, θα αποδεικνύονταν ότι η ιδέα αυτή θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια επανάσταση, θα άλλαζε τον κόσμο.
Αν πραγματικά διεισδύσει στο μυαλό μας, θα ήταν σαν ένα φάρμακο που αλλάζει τη ζωή, μετά τη λήψη του οποίου δεν θα ξαναβλέπαμε τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο.
Σε τι βασίζεται λοιπόν αυτή η ιδέα; βασίζεται στο ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι βασικά καλοί”.
Έτσι συνοψίζει ο ιστορικός Rutger Bregman. Ο δε κοινωνιολόγος Μάινχαρντ Μίγκελ έχει μάλιστα και ένα έτοιμο όραμα που δείχνει ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση:
«Φανταστείτε ότι έχουμε καπιταλισμό, αλλά κανείς δεν ζει σύμφωνα με τις αξίες του. Αυτό θα ήταν το τέλος του. Ίσως να είναι ένα εξωπραγματικό όραμα. Αλλά αν δεν είναι δυνατόν να ξεπεραστούν τα βαθιά εσωτερικευμένα “καπιταλιστικά” πρότυπα σκέψης, συναισθήματος και δράσης, όσο και να προσπαθούν οι άνθρωποι να διορθώσουν το σύστημα, δεν θα καταφέρουν να λύσουν κανένα από τα προβλήματά τους.»
Πηγή: Buchkomplizen.de
Μετάφραση: Κώστας Λαρισαίος
———————————————————————————————————————————————————————————
Για τους αναγνώστες μας παραθέτουμε δυο ενδιαφέροντα αποσπάσματα από το παρακάτω βιβλίο του Νόαμ Τσόμσκι, τα οποία περιγράφουν συγκεκριμένη δράση για να αμφισβητήσουμε/ξεπεράσουμε τα καπιταλιστικά πρότυπα σκέψης και δράσης:
Νόαμ Τσόμσκι: «Τα ΜΜΕ ως όργανο κοινωνικού ελέγχου και επιβολής»
Α) «Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι εντελώς αντίθετος με το να πηγαίνει κανείς στα ΜΜΕ, αλλά νομίζω ότι θα είχε ένα πολύ περιορισμένο αποτέλεσμα. Αυτό που χρειάζεται είναι κάτι που να παρουσιάζει καθημερινά, με μια καθαρή και κατανοητή μορφή, μια διαφορετική εικόνα του κόσμου, μια εικόνα που να αντανακλά τις έγνοιες και τα συμφέροντα του απλού κόσμου και η οποία σχετίζεται με τις απόψεις περί δημοκρατίας και συμμετοχής»( σελ.15 )
Β) «Αυτοί οι τομείς του δογματικού συστήματος ( του καπιταλισμού ) χρησιμεύουν στον αποπροσανατολισμό των μαζών και ενισχύουν τις βασικές κοινωνικές αξίες: την απάθεια, την υποταγή στην εξουσία, την υπέρτατη αρετή της απληστίας και του προσωπικού κέρδους, την έλλειψη μέριμνας για τους άλλους , το φόβο για πραγματικούς η φανταστικούς εχθρούς κλπ.
Ο στόχος είναι να παραμείνει συγχυσμένο, το συγχυσμένο κοπάδι (το περίπου 80% του πληθυσμού κατά τον Λίπμαν) ,αυτό δεν χρειάζεται να προβληματίζεται με το τι συμβαίνει στο κόσμο.
Στην πραγματικότητα αυτό ειναι ανεπιθύμητο, διότι αν δει μεγάλο μέρος της πραγματικότητας αυτής, μπορεί να θελήσει να την αλλάξει.
Αυτό δεν σημαίνει ότι τα ΜΜΕ δεν μπορούν να επηρεαστούν από τον γενικό πληθυσμό. Οι κυρίαρχοι θεσμοί – πολιτικοί, οικονομικοί ή δογματικοί – δεν είναι απρόσβλητοι από τις λαϊκές πιέσεις.
Τα ανεξάρτητα εναλλακτικά ΜΜΕ μπορούν να παίξουν επίσης ένα σημαντικό ρόλο. Αν και έχουν σχεδόν πάντα εξ’ ορισμού έλλειψη πόρων, κερδίζουν σε σπουδαιότητα με τον ίδιο τρόπο που το πετυχαίνουν οι λαϊκές οργανώσεις, συσπειρώνοντας, δηλαδή, ανθρώπους με περιορισμένους πόρους, οι οποίοι μπορούν να πολλαπλασιάσουν την αποτελεσματικότητα και αντίληψή τους, μέσω της αμοιβαίας αλληλεπίδρασής τους – ακριβώς, η δημοκρατική απειλή την οποία τόσο πολύ φοβούνται οι κυρίαρχες ελίτ.» ( σελ. 53-54 )