Η συμμετοχή του πρωθυπουργού στη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου είναι πράγματι «ιστορική». Με την πιο αρνητική βέβαια έννοια του όρου. Είναι η πρώτη φορά, που Έλληνας πρωθυπουργός πηγαίνει σε συνεδρίαση του εκκλησιαστικού οργάνου, και μάλιστα αποδέχεται την εξαίρεση της Εκκλησίας από τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας. Πρόκειται για συμβολισμό, που αποκαλύπτει πώς εννοούν και οι δυο πλευρές την περιβόητη διακήρυξη περί διακριτών ρόλων Εκκλησίας και Κράτους.
Με την κίνησή του αυτή, ο κ. Μητσοτάκης αποκαλύπτει επίσης πώς εννοεί ο ίδιος τον «φιλελευθερισμό» του. Αναγνωρίζει στην Εκκλησία ρόλο υπεράνω των νόμων και υπεράνω του δημοσίου συμφέροντος, της προστασίας δηλαδή της δημόσιας υγείας. «Του τρέχει» σαν να λέμε, ο φιλελευθερισμός… «από τα ράσα». Υποχρεώθηκε βέβαια να παγώσει, μέσα σε γενική κατακραυγή, την μονιμοποίηση 4.000 ιερέων που είχε υποσχεθεί προεκλογικά, όπως αποκάλυψε ο Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών.
Η Εκκλησία θα μπορούσε να παίξει πιο ουσιαστικό ρόλο στην επέκταση του εμβολιασμού. Όχι με γραφειοκρατικές «εγκυκλίους» για να φύγει η υποχρέωση, αλλά με πράξεις και λόγους που στο τμήμα των πιστών που αντιστέκεται ακόμα, «μετράνε» διαφορετικά. Είχε τη δυνατότητα. Ως τώρα, το απέφυγε. Έμεινε το έργο ορφανό, στους ώμους φωτισμένων ιεραρχών και κληρικών, που ο αριθμός τους όμως είναι περιορισμένος.
Το σήμα που εξέπεμψε η συνάντηση Μητσοτάκη – Ιερώνυμου είναι ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση: η συνέχιση της εξαίρεσης των ναών από τους υγειονομικούς κανόνες ενισχύει καίρια τις λανθασμένες αντιλήψεις. Κι αυτό, τη στιγμή που η χώρα μας σπάει το ένα θλιβερό ρεκόρ μετά το άλλο, σκαρφαλώνοντας τις τελευταίες βδομάδες στην κορυφή της Δυτικής Ευρώπης σε θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους.