«Οταν το νόημα της ζωής προβάλλεται στο μέλλον, πώς θα ζήσουν οι άνθρωποι που δεν μπορούν να φανταστούν πια το μέλλον;». Αυτό το «αθώο» και συνάμα προκλητικό ερώτημα που θέτει ο Βρετανός φιλόσοφος Τζον Γκρέι, στο βιβλίο του «Η σιωπή των ζώων» (εκδόσεις Οκτώ), συνοψίζει μάλλον και το δράμα της παγκόσμιας Αριστεράς. Παραλλαγμένος ο καβαφικός στίχος, «αυτό το μέλλον ήταν μια κάποια λύσις»! Στο καθεστώς που, με παραλλαγές, έχει επιβάλει παγκοσμίως ο νεοφιλελευθερισμός, συνήθης μοίρα είναι μια «εξαρθρωμένη ύπαρξη», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Γκρέι. Θηριώδης φτώχεια, κραυγαλέες ανισότητες, αλλοτρίωση μέσω της τεχνολογίας, θρησκοληψία, κοινωνική καθυστέρηση, εθνικισμός, νεοναζισμός, τεράστια ποσότητα βλακείας.
Ομως, όπως δείχνει η Ιστορία, ο πολιτισμός πάντα συνυπάρχει με τη βαρβαρότητα. Αυτά τα δύο δεν είναι απολύτως διαχωρισμένα. Διαπλέκονται μεταξύ τους και υπάρχουν παράλληλα, τόσο χρονικά όσο, πιθανώς, και χωρικά. Ο μύθος που θέλει την επιστήμη και την τεχνολογία να αποτελούν τα ορθολογικά εργαλεία για τη συνεχή πρόοδο και ανάπτυξη (κυρίως ποσοτική) καταρρέει μπροστά στην ιστορική αλήθεια ότι η γνώση δεν μπορεί να μας σώσει από τον εαυτό μας. Ούτε καν η «υψηλή κουλτούρα». Παράδειγμα, η παγίδα στην οποία έπεσαν εκατοντάδες διανοούμενοι, καλλιτέχνες και συγγραφείς, οι οποίοι προσχώρησαν στον ναζισμό. Ο Στέφαν Τσβάιχ λέει ότι «η θεοποίηση της κουλτούρας» είναι αυτή που οδήγησε την ιντελιγκέντσια της Γερμανίας να υποτιμήσει τη σπουδαιότητα του Χίτλερ.
Η Αριστερά σήμερα, αντί να προωθεί τον αρχηγισμό, την οπαδοποίηση και τις ευκολίες του συρμού, θα πρέπει να ορθώσει ένα διανοητικό ανάστημα ανάλογο του παρελθόντος της. Αυτό απαιτεί συλλογική δουλειά, θεωρητική αναζήτηση και μαζικούς αγώνες πρωτίστως για το περιβάλλον και παράλληλα για τα δικαιώματα που αμφισβητεί και καταργεί βιαίως η νεοφιλελεύθερη προέλαση. Οφείλει να ταυτιστεί με τις αγωνίες, τις ανασφάλειες και τις προσδοκίες των λαϊκών στρωμάτων, όσο είναι ακόμα καιρός. Η μετάλλαξή της σε «δύναμη λογικής», άρα και εφεδρεία του συστήματος, αποστερεί την ελπίδα από εκείνους που τη χρειάζονται περισσότερο.
Αυτό που έχει να αποδείξει δεν είναι η τεχνοκρατική επάρκεια και η «κυβερνησιμότητα», αλλά η ικανότητά της να αφουγκράζεται αυτά που έρχονται. Οπως έλεγε ο Φιλόστρατος, ρήση που δανείστηκε ο Καβάφης στο ομώνυμο ποίημά του, «Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἂνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται». Και τι ακριβώς είναι αυτό που έρχεται; Κατ’ αρχάς η κλιματική αλλαγή που καλπάζει, αλλάζοντας τα πάντα γύρω μας. Είναι ένας πραγματικός game changer. Αλλάζει όλους τους όρους του παιχνιδιού.
Η ίδια η δημοκρατία δεν θα είναι ποτέ η ίδια, από τη στιγμή που εκατομμύρια περιβαλλοντικών μεταναστών θα ξεχυθούν για να βρουν σωτηρία σε άλλα μέρη του πλανήτη. Τότε οι «δημοκρατίες» θα αναγκαστούν να πάρουν αυταρχικά μέτρα, τα οποία θα κάνουν να μοιάζει η σημερινή «μεταναστευτική κρίση» σαν παιδική χαρά. Οσο για τις οικονομίες; Αυτές θα αδυνατούν να αντέξουν το άγος των καταστροφών που θα επέλθουν, μπροστά στις οποίες η πανδημία του κορονοϊού θα θυμίζει «παλιές καλές μέρες».
Δεν καταστροφολογώ, αλλά η Αριστερά δείχνει σήμερα πιο υπνωτισμένη από ποτέ. Υπάρχει μια κατάσταση άρνησης που μοιάζει με αυτοχειριασμό. Κολακεύει αυτούς που δεν πρέπει στο όνομα μιας κακώς εννοούμενης πολυσυλλεκτικότητας και εγκαταλείπει αυτούς που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της. Είναι λίγοι βέβαια και δεν αθροίζουν εξουσία. Μπορείς όμως να στηριχτείς σε αυτούς σε δύσκολους καιρούς.