Γενικά:
Οι νησιωτικοί σχηματισμοί, μπορούν να θεωρηθούν ως «ιδιόμορφοι κοινωνικοί σχηματισμοί εντός του εθνικού (καπιταλιστικού) σχηματισμού». Αυτή η ιδιομορφία τους, πηγάζει από το γεγονός ότι αποτελούν ξεχωριστές, σαφώς διαχωρισμένες μεταξύ τους, γεωγραφικές οντότητες.
Αυτό το γεγονός, διαμορφώνει τις συνθήκες της «νησιωτικότητας» που πρέπει να την βλέπουμε ως την κατάσταση εκείνοι που οι ανταγωνιστικές κοινωνικές σχέσεις, αν και επηρεάζονται από το γενικότερο πλαίσιο ανάπτυξης τους εντός του εθνικού κοινωνικού σχηματισμού, εν´ τούτοις εξ´ αιτίας της γεωγραφικής τους ιδιαιτερότητας, στα νησιά, αποκτούν και μια σχετική αυτονομία.
Από αυτή την άποψη, ο προγραμματικός σχεδιασμός, όταν αφορά τα νησιά, επιβάλλεται να ξεκινάει στο επίπεδο του κάθε ένα ξεχωριστά. Αυτό γίνεται ακόμα πιο εμφανές, αν πάρουμε υπόψη μας ότι αυτά δεν έχουν τα ιδία χαρακτηριστικά, από την άποψη του μεγέθους, του πληθυσμού, των παραγωγικών πόρων κλπ.
Επιπλέον, σε αντίθεση με μια (γεωγραφική η διοικητική) περιφέρεια του ηπειρωτικού χώρου, όπου η συνέχεια του εδάφους και άρα η ευκολία μετακίνησης, ανταλλαγών κλπ, δημιουργούν την αίσθηση της «ταυτότητας του ανήκειν», σε έναν ευρύτερο χώρο» στην περίπτωση των νησιωτικών περιφερειών, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα.
Αν στη πρώτη περίπτωση είναι σχετικά εύκολο να σχεδιάσεις «περιφερειακά» επιλέγοντας «οριζόντιες (υλικές) δράσεις» στην περίπτωση των νησιών δεν είναι. Αυτό γιατί, δεν υπάρχει το βασικό υπόστρωμα, η «ενότητα του χώρου». Η περιφέρεια Β. Αιγαίου, με δέκα κατοικημένα νησιά και με πληθυσμό που ξεκινά από 300 κατοίκους (Ψαρά) και φτάνει στους (περίπου) 90.000 (Λέσβος) είναι μια τέτοια περίπτωση.
Σε μια τέτοια περίπτωση, ποια θα μπορούσε να είναι η «κόκκινη κλωστή» δηλαδή «τα δυο – τρία θέματα ειδικού ενδιαφέροντος» που θα μπορούσε να συγκροτήσει τον σχεδιασμό για την περιφέρεια Β. Αιγαίου; Και αυτό βεβαίως να είναι προς όφελος, πρωτίστως, του κόσμου της εργασίας των νησιών;
Κατά τη γνώμη μας, αυτή την «κόκκινη κλωστή» θα μπορούσαμε να την συγκροτήσουμε αρχίζοντας από τις κοινές εμπειρίες αυτού του κόσμου, έτσι όπως σήμερα, σε περίοδο κρίσης τις βιώνει –με διαφορετικό τρόπο βέβαια, αυτός ο κόσμος και στη βάση αυτού να χτίζουμε την πρόταση μας.
Ισχυρίζομαστε ότι αυτές οι κοινές εμπειρίες συγκροτούνται στη βάση της «ανασφάλειας» που βιώνει ο νησιώτης. Αν είναι έτσι, τότε η δική μας απάντηση πρέπει να δοθεί και στο επίπεδο του κάθε νησιού αλλά και να ενισχύεται με την ένταξη του κάθε νησιού σε έναν ευρύτερο γεωγραφικό χώρο (μέσω των συγκοινωνιών, αλλά όχι μόνο), κάτι που θα επιτρέψει την συνεργασία μεταξύ των νησιωτικών κοινωνιών.
Συνοπτικά αυτό θα μπορούσε να πάρει την μορφή του τρίπτυχου: ΑΣΦΑΛΕΙΑ – ΔΙΚΤΥΩΣΗ- ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ των νησιωτικών κοινωνιών.
α) Η ασφάλεια.
Η κόκκινη κλωστή που μπορεί να ενώσει την νησιωτική μας πολιτική, είναι η λέξη “ασφάλεια”:
Αν το δούμε ανάποδα από εδώ ξεκινάνε όλα. Οι νησιώτης, ειδικότερα ο φτωχός, ανάλογα με το μέγεθος του νησιού που κατοικεί, έχει την αίσθηση της ανασφάλειας για διαφορετικούς, όμως, λόγους: Από την ανασφάλεια, ότι αν του συμβεί κάτι δεν θα προλάβει γιατί δεν έχει γιατρό ή νοσοκομείο, από την ανασφάλεια του αποκλεισμού έως την ανασφάλεια της δουλειάς, του εισοδήματος κλπ…
Αν είναι έτσι, εμείς πρέπει μα μιλήσουμε για την “ασφάλεια” που όμως ο χαρακτήρας και η ιεράρχηση, που αυτή παίρνει σε κάθε νησί είναι διαφορετική.
Γενικά μιλώντας, να θεωρήσουμε την έννοια της «ασφάλειας» σαν την κατάσταση εκείνη κατά την οποία το άτομο ή η ομάδα ελέγχει (όσο το δυνατό περισσότερο) το σύνολο των παραγόντων του περιβάλλοντος, από τους οποίες εξαρτάται η ύπαρξη του. Αυτοί οι παράγοντες, βρίσκονται είτε στο εγγύτερο περιβάλλον του αλλά και στο ευρύτερο και εμείς πρέπει να δώσουμε την δυνατότητα στον φτωχό κάτοικο των νησιών να μπορεί να αισθάνεται καλά και με τα δυο περιβάλλοντα.
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, η βασική απάντηση πρέπει να δίνεται μέσα από ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για το κάθε νησί ξεχωριστά. Όσον αφορά το δεύτερο, το σημείο κλειδί είναι οι επικοινωνίες και η δικτύωση με την ακτοπλοΐα να είναι μόνο ένα (βασικό) μέρος της απάντησης
β) Οι συγκοινωνίες σαν απαραίτητη προϋπόθεση της δικτύωσης των νησιωτικών κοινωνιών και τη δημιουργία “κοινής ταυτότητας και ένταξης τους σε έναν ευρύτερο χώρο.
- Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η διεύρυνση της οπτικής και των ορίων του νησιώτη και του δημιουργεί νέες ευκαιρίες και δυνατότητες βλέποντας τον εαυτό του να εντάσσεται όχι στα στενά και περιορισμένα όρια του νησιού του, αλλά σε έναν ευρύτερο γεωγραφικό χώρο με πολυποίκιλες δραστηριότητες.
- Με την δημιουργία μιας κοινής Αιγιακής νησιωτικής ταυτότητας (μέσω της δικτύωσης των νησιωτικών κοινωνιών) και μιας κοινής Αιγιακής αναπτυξιακής οπτικής θα υπάρχουν σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα, καθώς επίσης και στην δημιουργία ευνοϊκού κλίματος για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων από ομάδες των νησιωτών που σήμερα υποεκπροσωπούνται σε αυτήν, όπως είναι οι γυναίκες, οι νέοι και οι άνεργοι.
- Ενα αποτελεσματικό και σύγχρονο σύστημα συνδυασμένων ενδοπεριφερειακών μεταφορών προσώπων και εμπορευμάτων, το οποίο θα αγκαλιάζει όλα τα νησιά του Β. Αιγαίου και ταυτόχρονα θα τα συνδέει αποτελεσματικά με την ηπειρωτική χώρα, θα αποτελεί την αναγκαία βάση πάνω στην οποία μπορεί να στηριχθεί, η ενίσχυση της κοινής αιγιακής ταυτότητας,
γ) Η παραγωγική ανασυγκρότηση ως αποτέλεσμα της συνεργασίας και της δικτύωσης των παραγωγών όλων των νήσων
Με βάση τα παραπάνω, η «παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση των νησιών» θα μπορούσε να έχει τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
- Αξιοποιούμε το σύνολο των δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε νησί, με στόχο:
- Την κάλυψη όσο το δυνατό περισσότερων αναγκών των κατοίκων του κάθε νησιού
- Την κάλυψη των αναγκών της περιφέρειας
- Την κάλυψη εθνικών αναγκών και τέλος
- Εξαγωγές
- Ξεκινάμε στηρίζοντας/ενισχύοντας και εμπλουτίζοντας τις δραστηριότητες που ήδη υπάρχουν και παίζουν ένα μικρό η μεγαλύτερο ρόλο σήμερα στην τοπική οικονομία, δηλαδή:
- Αγροκτηνοτροφικη παραγωγή
- Μεταποίηση προϊόντων πρωτογενούς παραγωγής
- Τουρισμό
- Βιομηχανία ούζου/κρασιού
- Κατασκευές
- Στοχεύουμε στην ολοκληρωμένη στήριξη αυτών των δραστηριοτήτων, μέσω και της ανάπτυξης υποστηρικτών δράσεων (έρευνα, ενίσχυση της παραγωγής τους, διασφάλιση ποιότητας, ανάπτυξη δικτύων διανομής υποστήριξη μετά την πώληση κλπ), π.χ.
- Σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο, στήριξη της έρευνας για τις τοπικές ποικίλες ζώων και φυτών
- Ανάπτυξη εργαστηρίων ελέγχου και πιστοποίησης της ποιότητας
- Στήριξη και ανάπτυξη τοπικών δικτύων διανομής «χωρίς μεσάζοντες» κλπ…
- Ενισχύουμε την τοπική παραγωγή των αναγκαίων τοπικών πρώτων υλών και υλικών (γι την τοπική μεταποίηση) αλλά και την παραγωγή τους εντός της περιφέρειας στηρίζοντας την δημιουργία τοπικών και περιφερειακών παραγωγικών συμπλεγμάτων, π.χ.
- Ενίσχυση της τοπικής παραγωγής γλυκάνισου για την βιομηχανία ούζου
- Στήριξη για την παραγωγή μονάδων παραγωγής ειδών συσκευασίας για τα τοπικά προϊόντα
- Ενισχύουμε την επανεμφάνιση παραγωγικών δυνατοτήτων που υπήρχαν και σήμερα φθάνουν ή έχουν εξαφανιστεί, αλλά υπάρχει ακόμα ζωντανή η παράδοση του. Πχ.
- Τοπικοί σπόροι και ποικιλίες φυτών και ζώων,
- Παραδοσιακές τοπικές δραστηριότητες που σήμερα έχουν (ή τείνουν) να εκλείψουν
- Καταγραφή και αξιοποίηση της παραδοσιακής γαστρονομίας και τεχνογνωσίας παραγωγής τοπικών ιδιαιτεροτήτων
- Ενισχύουμε στηρίζουμε την ανάπτυξη τοπικών και περιφερειακών συνεργειών μεταξύ των τοπικών κλάδων, αλλά και μεταξύ των παραγωγών και των καταναλωτών π.χ.
- Συμπληρωματικά παραγωγικά δίκτυα με βάση τα πλεονεκτήματα των νησιών, όπως ζωοτροφές από Λήμνο στη Λέσβο και τυποποίηση γάλακτος απο Λέσβο στη Χίο η δίκτυα παραγωγών και καταναλωτών τοπικά. Και περιφερειακά κλπ
7, Αξιοποιούμε σημαντικές δυνατότητες που σήμερα μένουν αναξιοποίητες π.χ.
- θερμαλισμός, γεωθερμία, αιολική ενέργεια με στόχο την ανάπτυξη ολοκληρωμένων τοπικών κλάδων ( άρα έρευνα, παραγωγή, εγκατάσταση, συντήρηση)
8., Επειδή όλοι οι τοπικοί πόροι, αποτελούν “κοινή περιουσία”, για την όσο το δυνατό αποτελεσματικότερη και ωφελιμότερη αξιοποίηση τους (προς όφελος των τοπικών κοινωνιών), πρέπει να μας οδηγούν, υποχρεωτικά, και στην συλλογική τους εκμετάλλευση, μέσω της ανάπτυξης και στήριξης, τοπικών συνεργατικών ή μεικτών “επιχειρηματικών οικοσυστημάτων” καθώς επίσης και στην στήριξη και ανάπτυξη συστημάτων ελέγχου εκ’ μέρους της τοπικής κοινωνίας.