Πρέπει να μας ενδιαφέρει μια νέα στρατηγική για την τουριστική ανάπτυξη, που θα θέτει τον άνθρωπο και τις ανάγκες του πάνω από τις αγορές και θα προσδιορίζει, αφενός με ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια αφετέρου με κριτήρια κοινωνικής ανταποδοτικότητας τους δείκτες επίτευξης των στόχων.
Το τουριστικό προϊόν ως μια «τεχνική διαδικασία».
Γενικά μιλώντας, το σημείο εκκίνησης της σκέψης πολλών, όσον αφορά την ανάπτυξη, είναι ότι αυτή θα υπάρξει αν “κάνουμε τα πράγματα καλύτερα”. Στην περίπτωση του τουρισμού, αν “συνδέσουμε τον τουρισμό με τα τοπικά προϊόντα”, αν «θα αναπτύξουμε νέες μορφές τουρισμού» κλπ.
Έχουν, δηλαδή, στο μυαλό τους “τεχνικές ανάπτυξης”, που, αν και σαν επιμέρους προτάσεις, ακούγονται ευχάριστα, στην εφαρμογή τους, συναντούν μια σειρά από προβλήματα: Τόσα χρόνια που γίνονται, αυτές οι σχετικές προτάσεις, ελάχιστα έχει προχωρήσει η υλοποίηση τους.
Γιατί άραγε: Μήπως οι άνθρωποι “δεν θέλουν το καλό τους” και για αυτό δεν ακούν τις συμβουλές “των ειδικών τις ανάπτυξης” ή μήπως, οι τελευταίοι δεν είναι τόσο καπάτσοι, έτσι ώστε να καταφέρουν να πείσουν;
Τίποτα από τα δύο δεν συμβαίνει. Στην πραγματικότητα, οι “άνθρωποι” επειδή “θέλουν το καλό τους”, δεν ακολουθούν τις οδηγίες των ειδικών. Αν (π.χ.) ρωτήσετε έναν ξενοδόχο, γιατί δεν βάζει στο πρωινό του, τοπικά προϊόντα, θα σας πει ότι “είναι ακριβά”. Άρα για το καλό του, δεν τα βάζει στο ξενοδοχείο του.
Επίσης, αν ρωτήσετε έναν τουριστικό πράκτορα, γιατί δεν προσανατολίζεται σε “εναλλακτικές μορφές τουρισμού” αλλά αρκείται στο να πουλάει εισιτήρια (κυρίως) θα σας, πει “γιατί, το να πουλάς εισιτήρια και να συνεργάζεσαι με τους μεγάλους τουρ οπερέιτορ, συμφέρει περισσότερο». Άρα και αυτός προσπαθεί και “θέλει το καλό του”.
Τέλος, αν ρωτήσετε κάποιον απο τους κατοίκους μιας περιοχής, που (όμως αυτός) είναι εκτός τουριστικού κυκλώματος (είτε άμεσα είτε έμεσα), θα σας πει: «δεν είναι δική μου δουλειά».
Η δική μας λογική είναι διαφορετική. Δεν είναι η “καλύτερη διαχείριση” των πραγμάτων αυτή που “θα φέρει την ανάπτυξη”, αλλά η άρση «των εμποδίων της ανάπτυξης». Αυτά τα εμπόδια συμπυκνώνονται στην “ιδιωτικοποίηση της ανάπτυξης» που περνάει μέσα από την «ιδιωτικοποίηση των πραγμάτων».
Ο τουρισμός, είναι ο κατεξοχήν κλάδος που στην δημιουργία του προϊόντος που προσφέρει συμμετέχει όλη η τοπική κοινωνία. Αν όμως, τα οφέλη από αυτόν, δεν διαχέονται σε όλους, με όρους ισοτιμίας, απλά δεν υπάρχει ενδιαφέρον από την τελευταία να τον στηρίξει.
Αρκετές φορές, φανταζόμαστε, ότι οι “τουριστικοί πόροι” είναι οι ομορφιές ενός τόπου, οι «ωραίες θάλασσες», τα μνημεία, ή η φύση. Αυτό δεν είναι λάθος, για την αντίληψη που έχει οδηγήσει στο «all inclusive» και σε έναν τουρισμό και μια τουριστική ανάπτυξη, που εκμεταλλεύονται στο έπακρο τον τόπο και βλέπει τους ανθρώπους που κατοικούν σε αυτόν, ως φτηνή πρώτη ύλη. Η ίδια αυτή αντίληψη, βλέπει με τη σειρά της τους τουρίστες, σαν καταναλωτές, της «ωραίας θάλασσας» του «ωραίου τόπου».
Αυτοί άλλωστε είναι οι κύριοι λόγοι που παρά τη συνεχή άνοδο των τουριστών τις τελευταίες δεκαετίες, αυτή δεν ακολουθείται από μια, ανάλογη, αύξηση των τουριστικών εσόδων. Αυτός είναι ο λόγος, επίσης, της εποχικότητας του τουρισμού.
Οι υφιστάμενες διαδικασίες παραγωγής του τουριστικού προϊόντος, ουσιαστικά ιδιωτικοποιούν τους κοινούς πόρους και ταυτόχρονα εντάσσουν σε αυτό τους κατοίκους του τόπου, χωρίς τη θέληση τους.
Εξ´ αιτίας αυτής της διαδικασίας ιδιωτικοποίησης, τα οφέλη κατανέμονται άνισα, ενώ ταυτόχρονα ο κάθε ένας παραγωγός, προκειμένου να μεγιστοποιήσει τα δικά του οφέλη, δεν έχει κανένα πρόβλημα να καταστρέψει τους πόρους (όπως και γίνεται) και προφανώς να εκμεταλλευτεί τους ανθρώπους, είτε άμμεσα (μέσω των εργασιακών σχέσεων) είτε έμμεσα (μέσω της μη συνειδητής συμμετοχής τους στο προϊόν που πουλάει),
Ο αντίλογος που συνήθως υπάρχει εδώ, είναι ότι ο τουρισμός έχει μια σειρά από παράγωγα αποτελέσματα («από τον τουρισμό ζουν πάνω από 100 επαγγέλματα»’ είναι αυτό που λέγεται συνήθως).
Αυτό, μόνο εν’ μέρει είναι σωστό. Και τούτο γιατί, αυτός που έχει την πρωτοκαθεδρία στο όλο κύκλωμα, δεν είναι γενικά τα «επαγγέλματα» αλλά αυτός που μπορεί να διαχειρίζεται κάθε φορά, το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων που ο τουρισμός δημιουργεί, δηλαδή (ο τουρ οπερατέρ ή μια ομάδα μεγαλοξενοδόχων).
Από την «ιδιωτικοποίηση» στην «κοινωνικοποίηση» του τουριστικού προϊόντος
Για εμάς, οι “τεχνικές της ανάπτυξης” θα μπορέσουν να αποδώσουν μόνο με διαδικασίες “κοινωνικοποίησης της ανάπτυξης”, κάτι που σημαίνει “όφελος για τους πολλούς, στη βάση της προσφοράς του καθένα και της κάθε μιας”.
Οι ίδιοι οι άνθρωποι και η ζωή τους, είναι βασικό στοιχείο του τουριστικού προϊόντος ενός τόπου. Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι θα έλθουν και πολύ περισσότερο θα αυξηθούν οι επισκέπτες σε έναν τόπο, που πρώτα και κύρια δεν είναι φιλικός για τους κατοίκους του. Που οι κάτοικοι του δυστυχούν, είναι άνεργοι, δεν έχουν βασικές υπηρεσίες υγείας, δεν έχουν βασικές υπηρεσίες πρόνοιας
Αυτός είναι και ο λόγος, που οι δικές μας προτεραιότητες, για στήριξη πρώτα και κύρια αυτών των ομάδων του πληθυσμού που σήμερα πλήττονται περισσότερο από την κρίση, έχουν και μια βαθιά αναπτυξιακή διάσταση. Επηρεάζουν, προς την θετική κατεύθυνση και την τουριστική ανάπτυξη.
Επιπλέον, το τουριστικό προϊόν, για να “παραχθεί” εμπλέκει το σύνολο των κατοίκων (μέσα από διάφορες μορφές, όπως είναι ο πολιτισμός, η γλώσσα, η ιστορία τους κλπ) αλλά και των δημόσιων και κοινών πόρων (όπως είναι οι ομορφιές, οι υποδομές, τα φυσικά και πολιτιστικά μνημεία κλπ) ενός τόπου.
Με αυτό τον τρόπο, υποχρεωτικά, η τουριστική ανάπτυξη και ο τουρισμός, όχι μόνο επηρεάζουν την ζωή των κατοίκων του τόπου, αλλά και ο ίδιος ο τουρισμός και η ανάπτυξή του, εξαρτάται από όσους και όσες τον κατοικούν.
Όταν εμείς μιλάμε για την σύνδεση του τουρισμού με την τοπική παραγωγή ή τον τοπικό πολιτισμό, ουσιαστικά, μιλάμε για την σύνδεση και τη συνεργασία των «παραγωγών του τουριστικού προϊόντος», με τους «παραγωγούς του τοπικού προϊόντος», δηλαδή τους αγρότες, τους κτηνοτρόφους και όσους εντάσσονται (με οποιαδήποτε σχέση) στο κύκλωμα μεταποίησης και εμπορίας αυτών των προϊόντων. Όταν μιλάνε για την σύνδεση του τουρισμού με τον πολιτισμό, στην πραγματικότητα μιλάμε για την σύνδεση του, με τους παραγωγούς και τους φορείς του πολιτισμού, δηλαδή τους κατοίκους μιας περιοχής.
Δεν αντιλαμβανόμαστε, δηλαδή τον τουρισμό και τα προϊόντα του, κυρίως, ως μια τεχνική διαδικασία, που σχεδιάζεται και αναπτύσσεται στο εργαστήριο των «ειδικών του τουρισμού», αλλά σαν μια δυναμική διαδικασία αλληλεπίδρασης ομάδων ανθρώπων. Για εμάς, ο τουρισμός είναι ταυτόχρονα και μια διαδικασία αναπαραγωγής ή υπέρβασης των υφιστάμενων κοινωνικών σχέσεων.
Επειδή, συστατικό στοιχείο του τουριστικού προϊόντος ενός τόπου είναι οι κάτοικοι του, αυτό το προϊόν και η τουριστική ανάπτυξη δεν μπορεί να γίνει ερήμην τους. Βλέπουμε την ένταξη στην τουριστική βιομηχανία των ανθρώπων που κατοικούν σε ένα τόπο, όχι ως ένα “ντεκόρ” που άλλοι έχουν σχεδιάσει αλλά ως μια ενεργητική διαδικασία.
Οι πολίτες του τόπου είναι αυτοί που πρέπει, αφενός μεν να διεκδικήσουν το μερίδιο τους, από αυτή την ανάπτυξη, αφετέρου δε να επιβάλλουν το δικό τους συμφέρον, άρα και την πορεία ανάπτυξης πάνω στο συμφέρον των λίγων.
Βλέπουμε, τον τουρισμό, όχι ως μια διαδικασία αναπαραγωγής των υφιστάμενων σχέσεων, αλλά ως μια διαδικασία ανατροπής τους. Αυτός είναι και ο λόγος που εμείς, από το σύνολο των δυνητικών φορέων της τουριστικής ανάπτυξης, προτάσσουμε και στηρίζουμε τον κόσμο της εργασίας και θέλουμε, αυτός ο κόσμος να ενισχυθεί, οικονομικά, ιδεολογικά και πολιτικά και μέσω του τουρισμού.
Με αυτόν τον τρόπο, εμείς μιλάμε, για ένα εντελώς διαφορετικό “μοντέλο” τουριστικού προϊόντος και τουριστικής ανάπτυξης, που:
- θα σέβεται πρώτα και κύρια τις επιθυμίες των κατοίκων του (τουριστικού) τόπου.
- θα βάζει σε πρώτη γραμμή τα δικά τους συμφέροντα, τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των κατοίκων του.
- τα αποτελέσματά του θα διαχέονται σε όσο το δυνατό περισσότερους/ περισσότερες.
Η διαδικασία «κοινωνικοποίησης του τουριστικού προϊόντος»
Ποια θα μπορούσε να είναι μια διαδικασία “κοινωνικοποίησης του τουριστικού προϊόντος” και άρα οι άξονες πάνω στους οποίους θα μπορούσε να δομηθεί ο δικός μας προγραμματικός λόγος;
Προφανώς η μια πλευρά έχει να κάνει, με το να έχουν αποφασιστική γνώμη και λόγο οι κάτοικοι ενός τόπου, πάνω στο τι θα παραχθεί και άρα τι είναι αυτό που θα ενταχθεί στο τουριστικό κύκλωμα. Από την στιγμή που προϋπόθεση για την παραγωγή του είναι και η δική τους συμμετοχή, πρέπει να έχουν λόγο.
Και αυτό μπορεί να γίνει εφικτό (μέσα από την ανάπτυξη (π.χ) διαδικασιών συμμετοχικού προγραμματισμού όπου συλλογικά αποφασίζεται, τι είναι αυτό που θα ενταχθεί στο τουριστικό κύκλωμα και ξεκαθαρίζονται οι επιμέρους ρόλοι που ο κάθε ένας (ατομικά ή συλλογικά) αναλαμβάνει εντός αυτού.
Το δεύτερο έχει να κάνει, με το πως θα γίνει η παραγωγή του προϊόντος. Εδώ, ο δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος πάνω στους παραγωγούς και ακόμα καλύτερα η άμεση εμπλοκή της τοπικής κοινότητας ή, σε κάθε περίπτωση, σημαντικών τμημάτων της, έχει ιδιαίτερη σημασία.
Η ενίσχυση και η ένταξη με αποφασιστικό ρόλο, εντός του κυκλώματος παραγωγής του τουριστικού προϊόντος, όσων είναι σήμερα εκτός «αγοράς εργασίας», με την δημιουργία και την ανάπτυξη συλλογικών και συνεργατικών εγχειρημάτων, αλλά και η συμμετοχή με αποφασιστικό ρόλο σε αυτόν των τοπικών φορέων του πολιτισμού πρέπει να είναι στις προτεραιότητες μας
Το τρίτο, έχει να κάνει με την διανομή του αποτελέσματος. Εφόσον σε αυτόν συμμετέχουν όλοι, είναι λογικό ότι από αυτό θα πρέπει έμμεσα ή άμεσα να ωφελούνται, όλοι.
Για παράδειγμα, σαφώς και μας ενδιαφέρει οι εργαζόμενοι (με σχέσεις εξάρτησης) στον κλάδο να αμείβονται, όσο το δυνατό καλύτερα και να δουλεύουν σε συνθήκες ασφάλειας.
Όμως, επειδή η διαιώνιση αυτών των σχέσεων εξάρτησης (όπως είναι η μισθωτή εργασία) στην πράξη υπονομεύουν τον δημόσιο χαρακτήρα των πόρων που εμπλέκονται στον τουριστικό τομέα (που εμείς θέλουμε να τον διευρύνουμε) και άρα ανακυκλώνουν μια κατάσταση που οδηγεί σε αδιέξοδα, εμείς από την πρώτη στιγμή, θα πρέπει να δούμε πως στην παραγωγή του τουριστικού προϊόντος και άρα στην διανομή του αποτελέσματος, θα προτάξουμε μη εξουσιαστικές σχέσεις και με αυτό τον τρόπο να δομήσουμε το πρόγραμμα μας και τις προτεραιότητες μας.
Όταν, όμως, θέλουμε την συμμετοχή όσο το δυνατό περισσότερων κατοίκων ενός τόπου, στην διαμόρφωσή του τουριστικού προϊόντος (και στα οφέλη του), είναι λογικό, ότι «εκ’ των πραγμάτων», πηγαίνουμε σε ένα μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης, που εξαρτάται κυρίως από τους κατοίκους της περιοχής και όχι από τις μεγάλες «τουριστικές αγορές».
«Εκ’ των πραγμάτων» λοιπόν, πρέπει να βρούμε άλλους συνεργάτες, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό και τέτοιοι υπάρχουν πάρα πολλοί.
- Στη δική μας λογική, θέση στην απόλαυση του τουριστικού προϊόντος έχουν όλοι και όλες. Έχουν θέση, πρώτα και κύρια οι συλλογικοί παραγωγοί του «ολοκληρωμένου τουριστικού προϊόντος» δηλαδή οι κάτοικοι των ίδιων των «τουριστικών τόπων». Η ενίσχυση της κινητικότητας τους, τόσο εντός, όσο και εκτός του τόπου τους (ως επισκέπτες και τουρίστες), είναι ένα σημείο που δεν πρέπει να μας διαφεύγει .
- Ακόμα, έχουν θέση και όσοι (σήμερα) δεν έχουν την δυνατότητα να το απολαύσουν γιατί δεν διαθέτουν «διαθέσιμο εισόδημα» εξ’ αιτίας της κρίσης. Η σύνδεση των «τουριστικών τόπων» με τις συλλογικότητες των κατοίκων των πόλεων, τα δίκτυα αλληλεγγύης, τα δίκτυα «παραγωγών – καταναλωτών» των κινημάτων «χωρίς μεσάζοντες», ανοίγει νέες προοπτικές προσφοράς υπηρεσιών, τόσο στα ίδια τα κινήματα, αλλά και στους τουριστικούς τόπους.
- Στην λογική την δική μας, το κίνημα του fair tourism, των τουριστών δηλαδή που σέβονται τις ιδιαιτερότητες και τα “θέλω” των κατοίκων ενός τόπου, είναι πιο κοντινό. Ακόμα και με όρους αγοράς, είναι μια πολύ μεγάλη αγορά που συνεχώς μεγαλώνει.
- Όπως επίσης μας ενδιαφέρει να βρούμε συνεργάτες, ανάμεσα στους τουρίστες “ειδικών ενδιαφερόντων” και τους φορείς τους. Ειδικά σε αυτούς που ταιριάζουν με το δικό μας προφίλ.
- Τέλος, μας ενδιαφέρουν εκείνοι οι τουρίστες (που είναι εξίσου πολλοί) που θα έλθουν εδώ, για να βιώσουν τον τρόπο ζωή μας. Τον πολιτισμό μας, τη γλώσσα μας. Που θέλουν, πραγματικά να ζήσουν, έστω και για λίγο ανάμεσά μας.