ΤΑ ΜΠΛΟΚΙΑ

Ειδήσεις και αναλύσεις από τη Λέσβο και την Ελλάδα με αριστερή ματιά!

Πολιτική Πρώτο Θέμα

Millenials και Gen Z / Αυτοί που έχασαν τα πάντα δεν έχουν παρά να τα αλλάξουν όλα

Η γενιά των millennials είναι η πρώτη γενιά της κρίσης. Είναι τα παιδιά που μεγαλώνοντας είδαν να καταρρέουν τριγύρω τους τα πάντα. Η υπόσχεση που τους έδωσε η γενιά των γονιών τους ήταν πως αυτοί θα ζήσουν καλύτερα απ’ ό,τι έζησε ποτέ οποιαδήποτε γενιά στην Ιστορία. Και γιατί όχι, άλλωστε;  Όταν γεννιόντουσαν, η παγκόσμια επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού έταζε ανάπτυξη, δουλειές, κοινωνική και οικονομική ανέλιξη.

Η κατάρρευση της Lehman Brothers και η εξάπλωση της κρίσης στην Ευρώπη που σήμανε την έναρξη της καταστροφικής μνημονιακής περιόδου στην Ελλάδα γκρέμισαν τα όνειρα και την προοπτική της πιο μορφωμένης, καταρτισμένης και πολλά υποσχόμενης γενιάς που υπήρξε.

H GenZ είναι τα παιδιά της κρίσης. Μεγάλωσαν και ενηλικιώθηκαν με δεδομένη την αβεβαιότητα και την πραγματικότητα της οικονομικής κατάρρευσης. Η ματαίωση και η κατάρρευση των προσδοκιών, οι αλλεπάλληλες κρίσεις, από την οικονομία στην πανδημία και σήμερα στον πόλεμο, διαμορφώνουν μια κοινή ταυτότητα για τους νέους και τις νέες 17-34 ετών.

Την ευρύτερη γενιά που βρίσκεται χωρίς προοπτική, που αδυνατεί να βρει δουλειά, αξιοπρεπή μισθό και κατοικία. Μια γενιά που πολιτικοποιείται και ενδιαφέρεται για τα κοινά, ανανοηματοδοτώντας τις παραδοσιακές ιδεολογικές προσεγγίσεις και την πολιτική-κομματική οργάνωση όπως αυτές διαμορφώθηκαν και παγιώθηκαν όλες τις προηγούμενες δεκαετίες.

H έρευνα που διεξήγαγε το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς με την Prorata συνιστά ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για να κατανοήσουμε τι και πώς σκέφτεται η νέα γενιά, τι αγωνίες και τι φόβους έχει, αλλά και τι αιτήματα διαμορφώνει. Αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι η οργάνωση και οι όροι ζωής σε σχέση με 20 χρόνια πριν έχουν μεταβληθεί άρδην. Για παράδειγμα, το 41,4% ζει στο πατρικό με τους γονείς.

Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι ότι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στα έξοδα μιας κατοικίας σχεδόν ένας στους τρεις νέους 25-34 ετών, εκ των οποίων μάλιστα το 32,5% εργάζεται. Αν σε αυτό προσθέσουμε ότι το 72,2% απαντά ότι στηρίζεται οικονομικά από την οικογένειά του, σε σταθερή ή περιστασιακή βάση, γίνεται φανερό πως μιλάμε για μια γενιά που διαβιεί με όρους επιβίωσης και χωρίς ορατή προοπτική διεξόδου.

Εξάλλου, 6 στους 10 δεν νιώθουν καμία ασφάλεια για το μέλλον, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι το 2020 το 46% δήλωνε αρκετά σίγουρο για το μέλλον, ποσοστό που κατρακυλά στο 35% το 2022.

Με βάση τα παραπάνω, μοιάζει απολύτως λογικό πως οι τρεις παράγοντες που προκαλούν ανησυχία στους νέους και στις νέες είναι οι χαμηλοί μισθοί και οι συνθήκες εργασίας (65,3%), η έλλειψη στέγης και τα ακριβά ενοίκια (30,4%) και η ανεργία (29,5%). Εξίσου λογικό μοιάζει το γεγονός ότι τα συναισθήματα που κυριαρχούν είναι απογοήτευση (45,3%), θυμός (42,5%) και απελπισία (30,9%).

Ως εκ τούτου, η αύξηση του κατώτατου μισθού, η οικονομική στήριξη και η στεγαστική πολιτική -επιδότηση ενοικίων, δανείων κ.λπ.- αναδεικνύονται ως κορυφαία αιτήματα, προγραμματικού χαρακτήρα και στρατηγικής.

Κλισέ που επανέρχεται

Οι νέοι δεν ασχολούνται με την πολιτική” είναι το κλισέ που τείνει συχνά να επανέρχεται, το οποίο ωστόσο καταρρίπτεται με θόρυβο αφού 8 στους 10 απαντούν ότι ενδιαφέρονται πολύ και αρκετά για την πολιτική, ενώ δηλώνουν ότι ψήφισαν στις εκλογές του 2019. Τόσο στην προηγούμενη ψήφο όσο και στην κομματική εγγύτητα στην πλειοψηφία των νέων ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίζει τη μερίδα του λέοντος, ενώ είναι ξεκάθαρη η προοδευτική τοποθέτησή τους, αριστερά και κεντροαριστερά του πολιτικού φάσματος.

Στο πλαίσιο της επανανοηματοδότησης των ιδεολογιών, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι τοποθετεί τον εαυτό του στην Αριστερά (17,2%) και την Κεντροαριστερά (24,2%), επίσης μια σημαντική μερίδα θεωρεί ότι η διάκριση Αριστερά-Δεξιά δεν έχει πλέον νόημα (22,8%). Τάση που παρουσιάζει ομοιότητες με τις ΗΠΑ, όπου οι νέοι ψηφοφόροι στήριξαν το πρόγραμμα της ριζοσπαστικής τάσης των Δημοκρατικών.

Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι έναν χρόνο πριν το ποσοστό αυτό ανερχόταν στο 30%. Η ανάδειξη της σημασίας του κοινωνικού κράτους και του ισχυρού ΕΣΥ, η όξυνση των ανισοτήτων, η ανάγκη κρατικής παρέμβασης και ρύθμισης, για παράδειγμα στο ζήτημα της ΔΕΗ, αλλά και οι καταστροφικές συνέπειες της νεοφιλελεύθερης εμμονής επανέφεραν στο προσκήνιο την παραδοσιακή αντίθεση μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι οι δημοφιλέστερες ιδεολογίες είναι ο σοσιαλισμός και ο πατριωτισμός, με πλήρη απόρριψη του ναζισμού και του εθνικισμού. Ταυτόχρονα, φαίνεται πως το παραδοσιακό μοντέλο κομματικής ένταξης και οργάνωσης απορρίπτεται από τη νέα γενιά, που αναζητεί νέους τρόπους ενασχόλησης, προκρίνοντας τη λογική του φίλου και υποστηρικτή, ροή πληροφορίας και ενημέρωσης, συμμετοχή σε ψηφοφορίες αλλά και σε δράσεις.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι οι νέες και οι νέοι ζητούν από ένα κόμμα να έχει προτάσεις για τη ζωή τους και στελέχη που εμπνέουν.

 

Οι πειρατικές σημαίες μιας γενιάς

Του Άγγελου Σεριάτου

Η γενιά του Facebook, του Instagram και του Tik Tok. Η γενιά των (Z)millennials, που στην ελληνική εκδοχή της δεν έχει βιώσει παρά μόνο κρίσεις: οικονομικές, υγειονομικές και περιβαλλοντικές. Η γενιά που, παρότι εξαιρετικά μορφωμένη, είτε δεν εργάζεται είτε το κάνει μερικώς και με επισφάλεια, μην μπορώντας να τα βγάλει πέρα με τα ενοίκια και τους λογαριασμούς. Μια γενιά που, ενώ έχει χαρακτηριστεί ως απολιτίκ και αδιάφορη, παρουσιάζει στοιχεία ριζοσπαστικοποίησης και μαχητικότητας σε πεδία πολιτικής όπως η «δικαιωματική ατζέντα». Νέοι και νέες σε ετοιμότητα, εντέλει, να κάνουν cancel οποιονδήποτε και οτιδήποτε αμφισβητεί τη δυνατότητά τους να επηρεάζουν τα πράγματα. Και αν προς το παρόν «τα παρτάλια οι σκέψεις» τους αισθάνονται κάπως άβολα εντός των ορίων του κομματικού φαινομένου, τούτο δεν σημαίνει πως παύουν να αποτελούν εν δυνάμει επικίνδυνες για το status quo «πειρατικές σημαίες».

Αυτά -και πολλά περισσότερα- αποτυπώνονται στην παρούσα, τρίτη κατά σειράν, εμβληματική έρευνα του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς σε συνεργασία με την Prorata γύρω από τις αντιλήψεις, τις στάσεις και την πολιτική συμπεριφορά των νέων 17 έως 34 ετών. Νέοι και νέες που ανησυχούν κυρίως -αλλά και αυξανόμενα μέσα στον χρόνο- για τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας, για την έλλειψη στέγης και το ύψος των ενοικίων, καθώς και για το ενδεχόμενο να βρεθούν (ή να παραμείνουν) εντός του καταθλιπτικού φάσματος της ανεργίας.

Μια γενιά της οποίας η μεγαλύτερη μερίδα αυτοτοποθετείται στα αριστερά και τα κεντροαριστερά του πολιτικού φάσματος (40%), εν αντιθέσει με μια σαφώς μικρότερη μερίδα (25%) που αυτοτοποθετείται στα δεξιά και τα κεντροδεξιά του. Δεν είναι όμως μόνο η γενικά αριστερόστροφη τοποθέτηση της νέας γενιάς. Είναι και οι θετικές προσλήψεις της σε σχέση με μακροαφηγήματα κορυφαίας κοινωνικής χρησιμότητας που έχουν τραυματιστεί, δικαίως ή αδίκως, σκοπίμως ή όχι, στη μακρά περίοδο, όπως ο «σοσιαλισμός». Θετικές προσλήψεις απέναντι σε έννοιες – σύμβολα για την Αριστερά, που συμπληρώνονται από μια στάση φοβική αλλά και ταυτόχρονα δυνητικά συγκροτητική, η οποία αποτυπώνεται στο ισχυρά θετικό φορτίο που φέρει η έννοια του πατριωτισμού για την πλειονότητα της νέας γενιάς (66%).

Και αν, με βάση τις πιο πρόσφατες επιστημονικές επεξεργασίες, μπορούμε να τεκμηριώσουμε ότι τα παραδοσιακά μακροαφηγήματα έχουν χάσει μέρος της ισχύος τους και την αίγλη του παρελθόντος, μπορούμε, παράλληλα, να υποστηρίξουμε με βάση τα εμπειρικά δεδομένα που έχουμε στα χέρια μας πως διαψεύστηκε απόλυτα η πρόβλεψη περί τέλους των ιδεολογιών, όπως αυτή εκφράστηκε από τις εργασίες του F. Fukuyama στις αρχές των ’90s: Οι ιδεολογίες εξακολουθούν να είναι παρούσες, περισσότερο δυναμικές και ευέλικτες απ’ ό,τι στο παρελθόν. Ακόμα και αν αυτό συμβαίνει επιστημονικώς ανεπίγνωστα, δηλαδή χωρίς ακριβή αποτύπωση του πολυδιάστατου που χαρακτηρίζει στις μέρες μας τον ιδεολογικό χώρο, του οποίου κεντρική τομή παραμένει αυτή μεταξύ της Αριστεράς και της Δεξιάς. Είναι εδώ και αναπαράγονται, ανασυντιθέμενες. Από γενιά σε γενιά, άλλοτε με τρόπο ηχηρό, άλλοτε πιο αδιόρατα. Αλλά πάντως είναι εδώ. Όπως και η νέα γενιά. Ακόμα και αν -προσώρας- δεν χωράει στα παπούτσια που έχουμε σχεδιάσει να της φορέσουμε.

 

Ο Άγγελος Σεριάτος είναι επικεφαλής πολιτικών ερευνών της Prorata

Νέα εργαλεία και νέα αιτήματα

της Δανάης Κολτσίδα

Στις αρχές του 2020 το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς πήρε την πρωτοβουλία να εγκαινιάσει μία ετήσια εμπειρική έρευνα για τη νεολαία, με σκοπό, μέσα από τη διαχρονική συγκέντρωση δεδομένων, να αποκρυπτογραφήσει τη «γενιά της κρίσης»: τα προβλήματα, τις προσδοκίες, τις συνήθειες, τις αντιλήψεις και, τελικά, τη σχέση της με την πολιτική – με την ευρεία έννοια. Τα στοιχεία που δημοσιεύονται σήμερα προέρχονται από το τρίτο κατά σειρά «κύμα» της έρευνας για το 2022, που ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μέρες, και οδηγούν σε μερικές πολύ ενδιαφέρουσες επισημάνσεις.

Πρώτον, χωρίς να παραγνωρίζεται η σπουδαιότητα θεμάτων όπως ο πόλεμος ή η κλιματική κρίση, τουλάχιστον για την ελληνική νεολαία οι υλικοί όροι της ζωής της -ή μάλλον η έλλειψή τους- αποτελούν το απόλυτα κυρίαρχο πρόβλημα: 41% μένει ακόμα με τους γονείς του, 72% λαμβάνει σταθερά ή περιστασιακά οικονομική υποστήριξη, ενώ οι μισοί δηλώνουν ότι έχουν αναγκαστεί να κάνουν περικοπές ακόμα και στα τρόφιμα, λόγω της ακρίβειας. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το 65% αναφέρει τους χαμηλούς μισθούς και τις κακές συνθήκες εργασίας ως τον βασικό παράγοντα ανασφάλειας για το μέλλον, ενώ ως προτεραιότητα στις πολιτικές για τη νεολαία κατονομάζεται (42%) η αύξηση του κατώτατου μισθού.

Δεύτερον, οι συνθήκες αυτές καταδικάζουν τους νέους και τις νέες σε ένα καθεστώς μόνιμης ανασφάλειας. Μόνο το 35% δήλωσε «πολύ/αρκετά σίγουρο» για το μέλλον του, ποσοστό 12 μονάδες μικρότερο από την αντίστοιχη έρευνα του 2021, ενώ τα αρνητικά συναισθήματα κυριαρχούν συντριπτικά, με ανησυχητικότερο το γεγονός ότι το 31% δήλωσε πως αισθάνεται απελπισία.

Με αυτό το δεδομένο, είναι μάλλον αναμενόμενο το ότι η νέα γενιά δυσπιστεί ως προς όλους σχεδόν τους επίσημους πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς, έστω σε διαφορετικό βαθμό. Η στάση αυτή δεν είναι μόνο ή τόσο πολιτισμικού/ιδεολογικού χαρακτήρα όσο η αυθόρμητη (και εύλογη) αντίδραση μιας γενιάς που θεωρεί ότι καταδικάστηκε να ζήσει χειρότερα από τις προηγούμενες. Ωστόσο, σε αντίθεση ενδεχομένως με ό,τι θα περίμενε κανείς, οι συνθήκες αυτές δεν ενίσχυσαν ούτε τον ατομικισμό ούτε τον πολιτικό κυνισμό. Οκτώ στους δέκα δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται «πολύ/αρκετά» για την πολιτική, και μάλιστα με ένα σαφώς αριστερό/προοδευτικό πολιτικό και ιδεολογικό προφίλ.

Αυτό που διαφέρει στη νέα γενιά είναι το πώς αντιλαμβάνεται την πολιτική. Θα λέγαμε ότι η γενιά αυτή έχει μια πιο πολυδιάστατη ή περισσότερο «κοινωνική» πρόσληψη της πολιτικής: δίνει προτεραιότητα στη συμμετοχή σε κοινωνικές οργανώσεις και σε ενσώματες διαμαρτυρίες και δράσεις, δυσπιστεί απέναντι στα κόμματα (το 31% θεωρεί ότι η ένταξη σε αυτά έχει ιδιοτελή κίνητρα), ωστόσο δεν τα απορρίπτει συλλήβδην.  Ένα σημαντικό ποσοστό αναγνωρίζει τη σπουδαιότητά τους (14% θεωρεί πρωτεύον στοιχείο ενασχόλησης με τα κοινά την ανοιχτή στήριξη ενός κόμματος, 11% τη συμμετοχή σε αυτό).

Επίσης, αν και περισσότεροι από τους μισούς δεν δείχνουν πρόθυμοι να γίνουν μέλη κάποιου κόμματος για μια σειρά από λόγους (φόβος στιγματισμού, έλλειψη χρόνου, αλλά και αίσθημα αδυναμίας επηρεασμού των αποφάσεων), ωστόσο είναι ανοιχτοί στο να εξετάσουν εναλλακτικές ή πιο «χαλαρές» μορφές επαφής με ένα κόμμα. Η βασική ωστόσο προϋπόθεση, το αίτημα που κυρίως απευθύνει προς τα κόμματα η νεολαία (25%) είναι να τη λάβουν υπόψη, να διατυπώσουν δηλαδή προτάσεις για τη ζωή των νέων ανθρώπων.

Με άλλα λόγια, η είσοδος της νέας γενιάς στο πολιτικό προσκήνιο φαίνεται να έχει δύο πλευρές. Η μία είναι η πολλαπλότητα των θεσμών και των εργαλείων οργάνωσης και κινητοποίησης, ενώ η δεύτερη -και πιο επιτακτική με βάση τις συνθήκες της ζωής της- είναι η επί της ουσίας ένταξη των αιτημάτων και των ασφυκτικών προβλημάτων της στην πολιτική ατζέντα. 

 

Η Δανάη Κολτσίδα είναι διευθύντρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.