Όλοι εμείς μπορεί να ξεχνάμε καμιά φορά τι σημαίνει Δεξιά. Εκείνη δεν το ξεχνά ποτέ. Ούτε όταν προβάρει κεντροδεξιές εκσυγχρονιστικές φορεσιές. Ούτε όταν και τα δικά της μπατζάκια καίγονται απ’ τις φωτιές που άναψε ο πόλεμος. Ίσα ίσα, τις βλέπει σαν ευκαιρία να δέσει, νύχτα και στα κλεφτά, άλλον έναν κόμπο στα δεσμά του Τύπου. Όπως αυτός με την τροπολογία που έφερε χωρίς καμιά προειδοποίηση, χωρίς καμιά συζήτηση με τις ενώσεις των άμεσα ενδιαφερόμενων, χωρίς την παραμικρή ενημέρωση των κομμάτων.
Ο κανόνας και η εξαίρεση
Τα γεγονότα είναι λίγο πολύ γνωστά, γι’ αυτό δεν θα μείνουμε πολύ σ’ αυτά. Η κυβέρνηση νομοθετεί την εκ των προτέρων και επαναλαμβανόμενη επιβολή διοικητικού προστίμου 10.000 ευρώ στις εφημερίδες (αποκλειστικά!), εάν δεν σπεύσουν να ορίσουν και να δημοσιεύουν σε κάθε έκδοσή τους τρεις προσωπικά υπεύθυνους για κάθε απαίτηση εναντίον τους. Επιπλέον, καταργεί τον κανόνα της ευθύνης του νομικού προσώπου για τις απαιτήσεις αυτές και ζητάει να μεταφερθεί η ευθύνη προσωπικά σε έναν ιδιοκτήτη–μέτοχο και στα ατομικά περιουσιακά στοιχεία του, κατά παράβαση της νομοθεσίας περί ανωνύμων εταιρειών (παράβαση που αφορά και πάλι αποκλειστικά τις εφημερίδες). Παρά την υπάρχουσα ήδη αυστηρή σχετική νομοθεσία για τον ασφυκτικό έλεγχο του Τύπου, για την οποία έχει γίνει μολόγημα στην Ευρώπη η κυβέρνηση της ΝΔ και η χώρα μας συγκρίνεται με τα ορμπανικού τύπου καθεστώτα.
Η δικαιολογία–πρόσχημα που ψιθυρίζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι ότι η τροπολογία αφορά ένα ή δύο έντυπα σκανδαλοθηρικά, με συκοφαντικά ρυπαρά δημοσιεύματα. Και χρειάζεται μια τέτοια επικίνδυνη και απειλητική νομοθετική γενίκευση, για να αντιμετωπιστεί μια θλιβερή εξαίρεση; Δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με μια σκλήρυνση της νομικής μεταχείρισης εκείνων που αποδεδειγμένα παραβιάζουν με δόλο τον νόμο, καταστρατηγώντας τις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει, βάζοντας σε θέσεις ευθύνης ανθρώπους φαντάσματα; Άλλωστε, εκατοντάδες, μπορεί και χιλιάδες, εφημερίδες πανελλαδικής μικρότερης ή μεγαλύτερης κυκλοφορίας, τοπικές ή επαρχιακές εφαρμόζουν ήδη την υφιστάμενη νομοθεσία, εξασφαλίζοντας τον συντριπτικό κανόνα της δημοσιογραφικής δεοντολογίας απέναντι στις ασήμαντες εξαιρέσεις. Γιατί θεωρεί η κυβέρνηση απαραίτητη μια ακόμα γενική ασφυκτική λαβή ειδικά για τις εφημερίδες;
Νομικό ανοσιούργημα
Θα απαντήσουμε στο ερώτημα, αφού προηγούμενα δείξουμε τι είδους νομικό ανοσιούργημα είναι αυτό που κατασκευάζουν. Δεν θα μιλήσουμε για την αντισυνταγματικότητα που συνιστά η εξαίρεση των εφημερίδων από τον εντελώς αντίθετο κανόνα που ισχύει για τα ηλεκτρονικά μέσα (όπου ισχύει η ανωνυμία των μετόχων). Ούτε για την επίσης αντισυνταγματική εμπλοκή του ΕΣΡ στην εκτός ραδιοτηλοψίας περιοχή με την επιβολή του βαρύτατου πρόστιμου, που απομειώνει το ήδη τραυματισμένο από τη ΝΔ κύρος του. Τα είπαν πολλοί άλλοι πολύ καλύτερα. Θα πούμε μόνο για τον νομικό παραλογισμό της επιβολής του εξοντωτικού πρόστιμου, χωρίς να έχει υπάρξει ίχνος παραβίασης των αυστηρών διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας περί Τύπου, χωρίς να έχει θιγεί οποιαδήποτε υπόληψη, οποιοδήποτε έννομο συμφέρον. Μόνο και μόνο επειδή δεν έχουν οριστεί και δημοσιευτεί τρεις υπεύθυνοι και ένας μέτοχος ατομικά υπεύθυνος, επιπλέον από αυτούς που ήδη ορίζει ο προϋφιστάμενος νόμος. Είναι σαν να επιβάλλεται πρόστιμο σε κάποιον όχι επειδή έχει εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα οδηγώντας χωρίς άδεια οδήγησης, ούτε επειδή τον έπιασε ο τροχονόμος να οδηγεί χωρίς άδεια, αλλά απλά επειδή δεν έχει βγάλει άδεια οδήγησης, καθώς δεν πρόκειται να πιάσει ποτέ τιμόνι στα χέρια του. Αυτή ακριβώς είναι η αναλογία με την επιβολή πρόστιμου πριν καν υπάρξει η παραμικρή υπόνοια διάπραξης κάποιου αδικήματος, από αυτά που επικαλούνται ψιθυριστά σαν δικαιολογία οι εμπνευστές της τροπολογίας.
Οι «παράφωνες» φωνές
Μάλλον ήρθε η στιγμή να απαντήσουμε στο ερώτημα «γιατί ειδικά για τις εφημερίδες;» Ο έντυπος Τύπος, παρά τα βάρη που κι αυτός σηκώνει σήμερα, είναι μια από τις ελάχιστες πια μορφές μέσου ενημέρωσης που μπορεί υπό προϋποθέσεις να υπάρξει χωρίς εξαρτήσεις από μεγάλα κεφάλαια, να λειτουργήσει σε συνεργατική βάση, με συνέπεια στην υπηρεσία αξιών και όχι ιδιοτελών συμφερόντων. Και είναι, επίσης, από τις ελάχιστες μορφές που θυμίζει ακόμα σε όλους μας την άνευ όρων ελευθερία έκφρασης με κείμενα τυπωμένα σε χαρτί, όπως γεννήθηκε τη στιγμή μιας μεγάλης επανάστασης πριν 250 χρόνια.
Μα έχει τόσα ισχυρά έντυπα και πλήθος κανάλια η ΝΔ, που την εξυμνούν μέρα και νύχτα –και αυτή τούς το ανταποδίδει απλόχερα. Τι έχει να φοβηθεί! Την ενοχλεί και η παραμικρή «παραφωνία», γιατί ακούγεται πιο ηχηρή, όταν κυριαρχεί η μονοφωνία του ωσαννά.
Και οι εφημερίδες που δεν έχουν πλάτες, τι έχουν να φοβηθούν; Σε πιο επαναστατικές στιγμές θα λέγαμε πως το μόνο που έχουν να χάσουν, είναι οι αλυσίδες τους. Αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Φανταστείτε έναν από τους «ιδιοκτήτες» τέτοιων εφημερίδων, που θα είναι υποχρεωμένος να οριστεί ως ατομικά υπεύθυνος και θα βρίσκεται εκτεθειμένος ο ίδιος και τα υπάρχοντά του στις διαθέσεις κάθε κακοπροαίρετου. Τα παραδείγματα βρίθουν ακόμα και με τον ισχύοντα, πιο ήπιο σχετικά νόμο. Φανταστείτε, επίσης, κάποιους από τους –χαμηλόμισθους συνήθως– εργαζόμενους μιας εφημερίδας, που θα υποχρεωθούν να φορτωθούν με ευθύνες που τους εκθέτουν επίσης σε ανάλογες κακόβουλες διαθέσεις. Σε πόσες επιθέσεις θα μπορέσουν να αντέξουν, πόσο άγχος –δίχως κέρδος κέρατα– μπορούν να φορτωθούν; Πόσα τραβήγματα σε δικαστικές αίθουσες; Φοβίες κληρονομημένες από άλλες εποχές, μπορεί να σκεφτεί κάποιος. Ίσως. Αλλά και εμπειρίες από πολύ πιο πρόσφατα γεγονότα, που μας διδάσκουν ότι με τη Δεξιά, ιδίως τη νεοφιλελεύθερη, δεν γίνεται να παίζεις με ζητήματα ελευθεροτυπίας. Τη μονοπωλιακή αντίληψη –και για τον Τύπο– την έχει πιο πολύ από κάθε άλλον στο αίμα της.