Η πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση της ΝΔ έγινε τη σωστή στιγμή, δηλαδή στον χρόνο που η οργή της πλειοψηφίας ξεχειλίζει από τη διαχείριση της κυβέρνησης στην κακοκαιρία, την πανδημία, την ακρίβεια. Δεν θα σχολιάσω τις αντιδράσεις των κομμάτων, αυτές έχουν να κάνουν με την πολιτική στρατηγική καθ’ ενός εξ αυτών. Θα σταθώ σε απόψεις που κατατίθενται, κυρίως στο διαδίκτυο και σε εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας οι οποίες φιλοδοξούν να εμφανιστούν αμερόληπτες, σπάνια όμως μπορούν να κρύψουν την ιδεολογική και γιατί όχι, πολιτική τους μεροληψία.
Γράφεται ότι η μομφή που κατάθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στοιχείο μικροπολιτικής, ότι δίνει την ευκαιρία στην κυβέρνηση να υπεκφύγει των ευθυνών της και να συσπειρώσει την κοινοβουλευτική της ομάδα. Αληθές και παραπειστικό ταυτόχρονα. Εξηγούμαι, σπάνια, πολύ σπάνια μια πρόταση μομφής δημιουργεί φαινόμενα αποσύνθεσης ενός κόμματος που κυβερνά. Το γιατί είναι εύκολο να ερμηνευτεί. Επίσης στα δεδομένα συγκαταλέγεται ότι ο κόσμος δεν θέλει εκλογές. Ίσως χρειάζεται να αναρωτηθούμε γιατί οι εκλογές δεν εισπράττονται τις περισσότερες φορές ως λύση της πολιτικής εμπλοκής. Αλλά, μια πρόταση μομφής δουλεύει σε ένα άλλο επίπεδο, το συμβολικό, που εκφράζεται στην προκειμένη με το «δεν πάει άλλο».
Το δεν πάει άλλο με αυτή την κυβέρνηση το συμμερίζονται πολλοί, οι συντριπτικά περισσότεροι, άνδρες και γυναίκες. Μπορεί να μην εμφανίζεται στις προθέσεις ψήφου, καταγράφεται όμως στις ποιοτικές αναλύσεις κάθε δημοσκόπησης, ακόμα και στις προκατειλημμένες και τις αναξιόπιστες. Η υποχρέωση κάθε πολιτικού υποκειμένου, ιδιαίτερα ενός κόμματος της Αριστεράς, είναι να εκφράσει στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο τη γνώμη και τα συναισθήματα του κόσμου, ιδιαίτερα του κόσμου που φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει. Να τα πολιτικοποιήσει στο θεσμικό επίπεδο με το Πρόγραμμα του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ το κάνει εμφατικά με την πρόταση μομφής, θα δούμε πως θα ανταποκριθούν οι άλλες πολιτικές δυνάμεις, εκείνες που αυτοπροσδιορίζονται στα αριστερά της πολιτικής γεωγραφίας. Έχουν να αναμετρηθούν με «θανατηφόρα» πολιτικά διλήμματα: κομματική «υπερηφάνεια» ή συμμετοχή σε ένα πολιτικό σχέδιο απαλλαγής, από μια αδίστακτη –οικονομικά και κοινωνικά, δεξιά και νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση.
Θα πούνε, και θα έχουν δίκιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη περίοδο, όλη την προηγούμενη περίοδο δεν εργάστηκε για να αρθούν οι επιφυλάξεις, να αποκατασταθεί το κλίμα εμπιστοσύνης και κατανόησης, να σπάσει το αντιΣΥΡΙΖΑ Ρεύμα. Το αντιΣΥΡΙΖΑ Μέτωπο διασπάστηκε στα εξ ων συνετέθη αλλά επιβιώνει ως προκατάληψη στα συναισθήματα των ανθρώπων.
Θα πούνε επίσης και θα έχουν πάλι δίκιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και δυόμιση χρόνια παράγει γεγονότα, συνήθως διαιρέσεις, από το εσωτερικό του οι οποίες δεν αφορούν τους περισσότερους εκτός του κόμματος του. Ίσως να αφορά εκείνους που αντιμετωπίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ ως εισβολέα στον κεντρώο χώρο και τους άλλους που τον βλέπουν ως παραχωρητή του αριστερού. Σε κάθε περίπτωση ο Κ. Μητσοτάκης κοιμόταν ήσυχος. Είναι πια καιρός να κάνει ανήσυχο ύπνο.
Ανάρτησή του στο Facebook