Τα αποτελέσματα των δεύτερων εκλογών ήρθαν να επιβεβαιώσουν αυτά των πρώτων. Συντριπτική νίκη της Δεξιάς, κατακρήμνιση της Αριστεράς και σημαντική ενίσχυση της Ακρας Δεξιάς. Το αποτέλεσμα αυτό ορίζεται τόσο από τη συγκυρία (τόσο την προεκλογική όσο και της τελευταίας τετραετίας) όσο και από την πρόσφατη ιστορία (από τον ερχομό της κρίσης μέχρι και σήμερα). Ταυτόχρονα ορίζεται σε μεγάλο βαθμό και από την ίδια την ευρωπαϊκή συγκυρία και τις τάσεις που καταγράφονται σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με τη συγκεκριμένη του μορφή (τόσο προεκλογικά όσο και ως αντιπολίτευση) δείχνει να κλείνει τον κύκλο του. Ως το τελευταίο από τα κόμματα της κρίσης δείχνει να ενσαρκώνει τις ταχύτητες αυτές με τις οποίες τα κόμματα μεγάλωναν και μίκραιναν το προηγούμενο πολιτικό διάστημα. Ρευστό κόμμα (συχνά και ως προς τις θέσεις και τις πολιτικές του) βγαλμένο από μια ρευστή εποχή παρουσίασε μια σειρά από αδυναμίες. Δεν κατάφερε να γειωθεί με την πραγματική κοινωνία δίνοντας πραγματικές λύσεις, απώλεσε το οραματικό του στοιχείο λόγω της διακυβέρνησής του και στην προσπάθεια διεύρυνσής του χωρίς να έχει γερές βάσεις τελικά έδειξε να εξαϋλώνεται και να χάνει την ταυτότητά του. Η υπόλοιπη Αριστερά δεν κατάφερε να επωφεληθεί από αυτή την ποικιλία της δυσαρέσκειας με αποτέλεσμα να μείνει στάσιμη ή να συρρικνωθεί κρίσιμα όπως στην περίπτωση του ΜέΡΑ25 (προφανώς δεν τοποθετώ την Πλεύση στην Αριστερά).
Αν και η ελληνική Ακροδεξιά αποτελεί ένα φαινόμενο με τη δική του συγκεκριμένη πορεία και ιστορία και τον δικό του γαλαξία σκοτεινών αστέρων, έρχεται να συντονιστεί με μια τάση που παρατηρείται σχεδόν σε όλη την Ευρώπη σε παραλλαγές: από τον Νότο της Ιταλίας των μεταφασιστών και των αποτελεσμάτων των ισπανικών δημοτικών εκλογών, στη μεσευρώπη του Ορμπαν και του Μοραβιέτσκι και τον Βορρά των ακροδεξιών κομμάτων «Φινλανδοί» και «Σουηδοί Δημοκράτες». Το πανευρωπαϊκό αυτό φαινόμενο έρχεται να καταγραφεί σε ολόκληρη την ήπειρο μαζί με την ταυτόχρονη (νέα) κρίση των (πρώην) σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και του συνόλου της Αριστεράς. Το βασικό λειτουργικό πρόβλημα με τα κόμματα αυτά (πέρα από την ίδια τους την ύπαρξη) είναι πως ακόμα και αν δεν αποτελούν κυβέρνηση ή κυβερνητικό εταίρο (κάτι το οποίο συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις) στην πραγματικότητα είναι τα μόνα κόμματα που καταγράφουν μια συγκεκριμένη δυναμική. Και σε πολύ μεγάλο βαθμό η δυναμική αυτή ορίζει την ατζέντα των παραδοσιακών δεξιών και συντηρητικών κομμάτων την οποία προσεταιρίζονται με στόχο να εγκολπωθούν το εκλογικό της ακροατήριο. Με τη συντριπτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ (κόμματος αναφοράς για την ευρωπαϊκή Αριστερά) κλείνει ο κύκλος της αναιμικής ανόδου των αριστερών κομμάτων σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες. Ενός κύκλου που άνοιξε με τον ερχομό της κρίσης. Στον νέο κύκλο που ανοίγει τα ακροδεξιά κόμματα φαίνεται να κυριαρχούν ή να δίνουν τον τόνο μέσω της επιρροής τους στα δεξιά κόμματα, της συνεργασίας τους με αυτά ή την εκλογική τους κυριαρχία.
Όπως αντιλαμβανόμαστε βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι χωρίς επιστροφή. Και παρά την πτώση ή την ολοσχερή της απουσία, η Αριστερά είναι πιο αναγκαία από ποτέ. Η Αριστερά δεν μπορεί να χαθεί. Γιατί η Αριστερά δεν είναι μια τάση αλλά μια συγκεκριμένη προσαρμογή της ιδεολογίας σε συγκεκριμένες ανάγκες και συγκυρίες. Γεννημένη ακριβώς από αυτές τις ανάγκες και διαμορφωμένη ακριβώς από αυτές τις συγκυρίες.
Τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εγχώριο επίπεδο η Αριστερά πρέπει να αλλάξει. Χωρίς να ξεχνά τα προτάγματα και τις πρακτικές που ορίζουν την ταυτότητά της αλλά μπολιάζοντάς τα με ξεκάθαρες θέσεις σε σχέση με τα κυρίαρχα ζητήματα που έρχονται βίαια στην επιφάνεια: το προσφυγικό και το αντιφασιστικό, την κλιματική αλλαγή, την τεχνολογική αλλαγή παραδείγματος.
Το μέλλον διαρκεί πολύ…
Θωμάς Τσαλαπάτης