Το θέμα δεν είναι τι διαβάζουμε, αλλά πως το διαβάζουμε. Το σύνηθες είναι να διαβάζουμε μόνο ότι συμφωνεί με τις απόψεις μας, ενισχύοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τις ήδη εδραιωμένες πεποιθήσεις μας. Αυτό ενισχύεται με τους περίφημους αλγόριθμους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που δημιουργούν έναν «κόσμο-φούσκα», που περιλαμβάνει μόνο όσους συμφωνούν μαζί μας. Σ’ αυτό το περιβάλλον αναπτύσσονται «οι ναρκισσισμοί των μικρών διαφορών» και οι πολυδιασπάσεις. Η ελάχιστη διαφοροποίηση μεγεθύνεται και γίνεται θέμα αρχής και «κόκκινη γραμμή»! Έτσι, όμως, δεν αναπτύσσουμε ούτε την κριτική σκέψη μας ούτε τον αναστοχασμό πάνω στις πεποιθήσεις μας.
Αντέχει φερ’ ειπείν ένας αριστερός να διαβάσει με προσοχή και ενδιαφέρον μια δεξιά εφημερίδα και το αντίστροφο; Σπάνια. Κι όμως εκεί μπορεί να βρει το υλικό και την πιο καίρια κριτική για το σύστημα. Γράφει φερ’ ειπείν στην εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ»(21.12.2021), ο διευθυντής της Μανώλης Κοττάκης:
«…επιχειρηματικές δυνάμεις επένδυσαν κατ’ αρχάς στην υποψηφιότητα του Ανδρέα Λοβέρδου, τον οποίο πριμοδότησαν και με δημοσκοπικό άνεμο πρωτιάς. Το σχέδιο απέτυχε, ο εκλεκτός κατετάγη τρίτος. Μετά την αποτυχία, οι ίδιες δυνάμεις με τις ίδιες εφημερίδες, τα ίδια πρωτοσέλιδα και τους ίδιους διθυράμβους επενδύουν στον «παίκτη» όπως τον αποκαλούν και στην «αλλαγή σκηνικού». Του δίνουν από 13,5% έως 15%, τον εμφανίζουν να διεκδικεί την τρίτη θέση από τον ΣΥΡΙΖΑ και εκείνος τους αποζημιώνει. Όταν ερωτάται στις συνεντεύξεις του ποιο είναι το νέο πρόβλημα της χώρας απαντά μάλλον δασκαλεμένος… το Ταμείο Ανακάμψεως!». Υπάρχει καλλίτερη κριτική για τη λειτουργία του οικονομικού, του μιντιακού και του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα σήμερα;
Ο οικονομολόγος Αμάρτυα Σεν αφηγείται (Le Monde 15/9/2009) πως οι αριστεροί κύκλοι είχαν διαμορφώσει την άποψη πως στο βαθμό που ο Άνταμ Σμιθ δεν είχε ενδιαφερθεί ιδιαίτερα για την ανισότητα και τη φτώχεια, εναπόκειτο στον Μαρξ να μετασχηματίσει τις θεωρίες του Σμιθ σε μία ριζική κριτική του καπιταλισμού. «Αυτή η αντίληψη δεν ήταν απολύτως εσφαλμένη(…), αλλά δεν ήταν και εντελώς σωστή. Αυτή παραβλέπει ότι ο ίδιος ο Σμιθ ήταν ιδιαίτατα κριτικός στις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες καθώς και στις ασυμμετρίες της ταξικής δομής που χώριζε με σταθερό τρόπο τους εργαζόμενους από τις προνομιούχες κατηγορίες», λέει ο Σεν. Με το διάβασμα του βιβλίου «ο Πλούτος των εθνών», «ανακάλυψα ότι ο Σμιθ ήταν πάρα πολύ σκεπτικός –και κριτικός- για το θέμα των φτωχών, ακόμα και στο πλαίσιο των κοινωνιών που ευημερούσαν». «Ήμουν ιδιαίτερα συγκινημένος, λέει ο Σεν, από τη δυνατή ανάλυση του Σμιθ σύμφωνα με την οποία οι πλούσιοι επιτυγχάνουν καλύτερα όχι γιατί έχουν, γενικώς, περισσότερο ταλέντο από τους άλλους, αλλά γιατί είχαν την τύχη να δεχθούν μία καλύτερη εκπαίδευση και επειδή ο τρόπος της ζωής τους τούς επέτρεπε να έχουν ελεύθερο χρόνο και τη δυνατότητα να καλλιεργηθούν»! Υπάρχει καλλίτερη περιγραφή των κοινωνικών αδκιών και των ανισοτήτων, που ενισχύουν το οπλοστάσιο όσων αγωνίζονται για την άρση τους;