Νέος γύρος αντιπαράθεσης Μπίστη-Κοτζιά με επίκεντρο τα ελληνοτουρκικά αλλά και ευρύτερα για τα εθνικά θέματα ξέσπασε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
O Νίκος Μπίστης με ανάρτησή του στο facebook είχε εξαπολύσει επίθεση εναντίον του πρώην υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, για τις δηλώσεις του τελευταίου για τους «νεοσημιτικούς του ΣΥΡΙΖΑ και τους λεγόμενους 53».
Ο Νίκος Κοτζιάς απάντησε με δήλωση, που δημοσιεύεται στη συνέχεια.
Αναλυτικά, η ανάρτηση του Νίκου Μπίστη έχει ως εξής:
«Οφειλόμενη απάντηση στον Νίκο Κοτζιά . Και μερικές γενικότερες σκέψεις για τα ελληνοτουρκικά .
Με ανάρτηση του στο διαδίκτυο ο Νίκος Κοτζιάς επιτίθεται στους « νεοσημιτικούς του ΣΥΡΙΖΑ και τους λεγόμενους 53» που διαφωνούν μαζί του στα ελληνοτουρκικά . Δικές του είναι οι διατυπώσεις , αυτός πρέπει να εξηγήσει πόθεν το πρόθεμα «νέο» για εμάς και γιατί οι 53 είναι λεγόμενοι. Πάντως όλοι καταλάβαμε σε ποιους απευθύνεται και αν έμεινε κανείς με την απορία το διευκρίνησε ο Παύλος Πολάκης που έσπευσε να συμφωνήσει μαζί του συνοδεύοντας την συμφωνία του με δυο φωτογραφίες, μία του Τσακαλώτου και μια δική μου. Και με τους 53 εμείς, οι κατά Κοτζιά « νεοσημιτικοί και νεοσυριζαίοι» , έχουμε καθαρές σχέσεις. Συμφωνούμε μαζί τους στα θέματα εξωτερικής πολιτικής , διαφέρουμε στον επιφυλακτικό τρόπο που προσεγγίζουν τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ και στον περιορισμό του στον στενό χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Όμως μπορούμε να συζητούμε επί της ουσίας , συντροφικά, χωρίς δαιμονοποιήσεις, απρέπειες και χαρακτηρισμούς . Χωρίς τα « σηκωθείτε , αδειάστε μας την γωνιά» που όλο και πιο συχνά διαβάζω. Θέτει τέλος ο Κοτζιάς και μια σειρά ερωτημάτων επί της ουσίας στα οποία θα απαντήσω αφού όμως πρώτα βάλουμε μερικά άλλα πράγματα στην θέση τους.
Μας αποκαλεί ο Κοτζιάς «παρεάκι». Εντάξει , δεν αντιμετωπίζουμε τον κόσμο από το ύψος ενός κραταιού κόμματος όπως το «Πράττω», του οποίου προϊσταται . Είμαστε όμως εκείνη η παρέα που όταν το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο κατήγγειλε την συμφωνία των Πρεσπών βγήκαμε μπροστά και υποστηρίξαμε με σθένος την Συμφωνία και τους πρωταγωνιστές της. Μαζί και τον Νίκο Κοτζιά του οποίου αναγνωρίσαμε την συμβολή επί του συγκεκριμένου , παρά τις σοβαρές αντιρρήσεις που είχαμε για τον γενικότερο τρόπο που αντιμετώπιζε τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής με πρόσφατες τις άστοχες παρεμβάσεις του στο Κυπριακό. Αντιθέτως συγκρουστήκαμε με φίλους και παλιούς συντρόφους οι οποίοι από το αντιΣΥΡΙΖΑ πάθος τους αντέστρεψαν ή στραμπούληξαν τις απόψεις τους. Τότε ο Νίκος Κοτζιάς δεν είχε πρόβλημα με το «παρεάκι» που έσπαγε την απομόνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Τώρα θυμήθηκε ότι είμαστε σημιτικοί και νεοσυριζαίοι. Αλλά και εδώ θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός γιατί δεν έχουμε όλοι μνήμη χρυσόψαρου και η κατηγορία αυτή τον συμπεριλαμβάνει. Ήταν σύμβουλος του Γιώργου Παπανδρέου , Υπουργού Εξωτερικών στην κυβέρνηση Σημίτη. Και εμείς προφανώς συμφωνούμε – και ποτέ δεν το κρύψαμε- με την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Σημίτη που εφάρμοσε και ο Γιώργος Παπανδρέου. Υπό αυτό το πνεύμα εξάλλου προσεγγίσαμε την Συμφωνία των Πρεσπών. Ο Κοτζιάς πρέπει να μας αποδείξει αν και που διαφωνούσε. Τότε. Όχι τώρα εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς.
Πάμε τώρα στα ερωτήματα που θέτει: Μας ρωτάει «Γιατί είναι μαξιμαλισμός να θέλεις την εφαρμογή των Αρχών και των Προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου;» Δεν είναι αλλά δεν υπάρχει και χώρα που να μην ισχυρίζεται ότι δρα εντός του πλαισίου του Διεθνούς Δικαίου , της Τουρκίας μη εξαιρουμένης . Μαξιμαλισμός είναι να ισχυρίζεσαι ότι το Διεθνές Δίκαιο σε δικαιώνει παντού, ενώ ξέρεις – Υπουργός Εξωτερικών ήσουν- ότι αυτό δεν ισχύει. Όταν το κάνεις συμβάλλεις στην διαμόρφωση μια κοινής γνώμης εχθρικής προς κάθε έννοια διαλόγου, διαμεσολάβησης και διαπραγμάτευσης . Τροφοδοτείς έτσι , ηθελημένα ή αθέλητα, τον εθνικισμό και την σχολή της ακινησίας που έχει πλοκάμια σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις.
Μας ρωτάει επίσης για την επήρεια των νησιών . Ανακατεύει νησίδες και μικρά νησιά, όπως η Γαύδος και το Κουφονήσι , με την Ρόδο και την Κρήτη και όλα αυτά με αυτοτελείς, κυρίαρχες χώρες όπως η Κύπρος και η Μάλτα . Το ερώτημα βέβαια δεν είναι αν έχουν επήρεια ( ελάχιστα δεν έχουν) αλλά πόση είναι αυτή. Ο Κοτζιάς αφήνει να εννοηθεί ότι όλα έχουν πλήρη. Το πρώτο που θέλω να παρατηρήσω είναι ότι για όλα αυτά μπορούσε να ρωτήσει τον κατεξοχήν αρμόδιο , τον καθηγητή Χρήστο Ροζάκη ο όποιος επί Υπουργίας Κοτζιά τοποθετήθηκε στην θέση του Προέδρου του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΥΠΕΞ. Πρακτικά, δηλαδή, συμβούλευε τον Κοτζιά. Και δεν μπορώ να φανταστώ ότι ο Υπουργός τοποθετεί σε αυτή την θέση κάποιον με διαμετρικά αντίθετες απόψεις από τις δικές του. Εκτός αν άλλες ήσαν τότε οι απόψεις του Κοτζιά. Γιατί οι απόψεις του κ. Ροζάκη για αυτά τα ζητήματα είναι σταθερές και γνωστές, τις επαναλαμβάνει δε με κάθε ευκαιρία . Τελευταία προκάλεσε ρίγη στους απανταχού υπερπατριώτες επαναλαμβάνοντας ότι το Καστελλόριζο ευρίσκεσαι απομονωμένο μακράν της ηπειρωτικής χώρας και της Ρόδου, απέναντι στην τουρκική ακτογραμμή, άρα θα έχει μειωμένη επήρεια. Κάτι που στο παρασκήνιο αναγνωρίζουν όλοι οι σοβαροί αναλυτές αλλά οι περισσότεροι το αποσιωπούν αφήνοντας την κοινή γνώμη να πιστεύει το αντίθετο .Παρεμπιπτόντως ούτε η Αίγυπτος δέχεται πλήρη επήρεια στο Καστελλόριζο , για αυτό και δεν περιλαμβάνεται στην Συμφωνία. Τέλος ο Χρήστος Ροζάκης σε άρθρο του στην Καθημερινή της 10ης Αυγούστου ξεκαθάρισε τον λόγο ύπαρξης διερευνητικών συνομιλιών με την Τουρκία. Αποτέλεσαν τον εύσχημο τρόπο υπέρβασης της πολιτικής της μιας μόνο διαφοράς, αυτής της υφαλοκρηπίδας που είχε επιβάλλει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Για να ξεκινήσει δηλαδή διάλογος με την Τουρκία οι άλλες υπαρκτές διαφορές εντάχθηκαν στον ανεπίσημο και μη δεσμευτικό χαρακτήρα των διερευνητικών. Ας το έχουν υπόψη τους αυτό οι θιασώτες της « μιας και μόνης διαφοράς» όταν παράλληλα ζητούν και διάλογο με την Τουρκία. Αυτός ή θα γίνει με ευρύτερη ατζέντα ή δεν θα γίνει.
Εμείς λέμε αυτά που πάντα λέγαμε. Το πόση επήρεια έχουν τα νησιά – και τα μεγάλα όπως η Κρήτη – εξαρτάται από πολλούς παράγοντες : γεωγραφική θέση, μήκος ακτών, εγγύτητα με απέναντι ακτογραμμή, μήκος της απέναντι ακτογραμμής και άλλα Η Κρήτη πχ με μια τεράστια αφρικανική ακτογραμμή απέναντι έχει -όπως προκύπτει από τους χάρτες που συνοδεύουν την ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία – επήρεια 90 %. Για να υπογραφεί η Συμφωνία με την Ιταλία και την Αίγυπτο έπρεπε να υποχωρήσει η χώρα μας από την απόλυτη θέση ότι όλα τα ελληνικά νησιά έχουν πλήρη επήρεια σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. . Αυτό αντικειμενικά ανοίγει δρόμο για μια πιθανή συνολική Συμφωνία που θα περιλαμβάνει και την Τουρκία γιατί υπάρχουν διεκδικήσεις από πολλές χώρες σε περιοχές που επικαλύπτονται. Μόνο με συμφωνία μεταξύ των χωρών η με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο μπορεί να επιλυθεί το ζήτημα. Το μεγάλο ερώτημα είναι με ποια στρατηγική πορεύεται η ελληνική κυβέρνηση, σε ποιο σχέδιο εντάσσει τις επί μέρους κινήσεις της όπως η Συμφωνία με την Αίγυπτο. Αν θα οδηγήσει στην Χάγη ή θα παροξύνει την ένταση με απρόβλεπτες συνέπειες. Ήδη η ειδυλλιακή εικόνα που παρουσίαζε η κυβέρνηση για την ομόθυμη στήριξη των χωρών της ΕΕ στην Συμφωνία με την Αίγυπτο χάλασε με την άρνηση της Γερμανίας να συμφωνήσει σε κοινό ανακοινωθέν και κυρώσεις στην Τουρκία. Θυμίζω ότι η Γερμανία είχε αναλάβει διαμεσολαβητικό ρόλο για αποκλιμάκωση της έντασης και έναρξη διερευνητικών συνομιλιών με την σύμφωνη γνώμη Ελλάδας και Τουρκίας. Την Γερμανία που έχει αναλάβει την Προεδρία της ΕΕ δεν βρήκε χρόνο να ενημερώσει ο κ. Δένδιας για την συμφωνία με την Αίγυπτο. Εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι η κ. Μέρκελ θεώρησε ότι αυτή η αιφνιδιαστική κίνηση υπονόμευσε την πρωτοβουλία της. Αυτά είναι τα μείζονα που θα έπρεπε να απασχολούν τον Νίκο Κοτζιά και άλλους στην αντιπολίτευση και όχι πόση επήρεια θα έχει η Γαύδος ή το Κουφονήσι . Σε αυτό το σημείο καλό είναι να υπενθυμίζουμε σε όλους αυτό που εύστοχα επισήμανε ο Θοδωρής Τσίκας στο άρθρο του στα ΝΕΑ στις 12 Αυγούστου . Ότι « Υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη βρίσκονται στα διεθνή ύδατα. Δεν ανήκουν σε κάποιο κράτος. Η διαμάχη δεν αφορά εθνική κυριαρχία, αλλά οριοθέτηση σε διεθνή ύδατα, με σκοπό την οικονομική εκμετάλλευση και μόνο. Δεν έχουμε να κάνουμε με ελληνικά εδάφη, σε στεριά ή νησιά ούτε με ελληνικά χωρικά ύδατα». Από το άρθρο του Αλέξη Τσίπρα στην εφημερίδα των Συντακτών ( Σαββατοκύριακο 14 -15 Αυγούστου) κρατάμε την διατύπωση ότι η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ -Προοδευτική Συμμαχία στηρίζει σαφώς τις διερευνητικές και την Χάγη. Αποτελεί στέρεη βάση για την διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής αρκεί να μην αποδυναμώνεται από άλλα αντιφατικά μηνύματα .
Ούτε όμως στο ζήτημα της επήρειας σε νησίδες και μικρά νησιά που έχουν οικονομική ζωή , ο κανόνας που επικαλείται ο Κοτζιάς είναι καθολικής Ισχύος . . Υπάρχουν αποφάσεις και διακρατικές συμφωνίες που δεν αναγνωρίζουν επήρεια σε μικρά νησιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ιταλική Λαμπεντούσα όπου καταφεύγουν οι πρόσφυγες από την Αφρική , η οποία ενώ έχει και κατοίκους και οικονομική ζωή δεν έχει καθόλου επήρεια.
Τελικά, ο κανόνας είναι ότι όλα συνεκτιμώνται και σταθμίζονται είτε με συμφωνίες μεταξύ των χωρών είτε με αποφάσεις διεθνών δικαστικών ή δικαιοδοτικών οργάνων. Υπάρχει τέλος ένα διαδεδομένο επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο μπορούμε να μαξιμαλίζουμε εφόσον διαπραγματευόμαστε και στο τέλος κάνουμε τις υποχωρήσεις. Θα είχε μια βάση το επιχείρημα αν η διαπραγμάτευση είχε μόνο μια εξωτερική – διπλωματική πλευρά. Έχει όμως και μία εσωτερική πλευρά που λέγεται κοινή γνώμη . Αν πάρει τοις μετρητοίς όλα αυτά με τα οποία βομβαρδίζεται, όταν θα έρθει η ώρα της στροφής και του συμβιβασμού , πολύ φυσιολογικά θα εναντιωθεί. Το ζήσαμε με το Μακεδονικό , ας μην το ξαναζήσουμε με τα ελληνοτουρκικά
Αυτή είναι η δική μας προσέγγιση. Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με επιχειρήματα και άλλες διαφορετικές από την δική μας. Αυτό που δεν θα κάνουμε είναι να ανεχθούμε αιτιάσεις περί ενδοτισμού ή αμφισβήτηση του πατριωτισμού μας , πράγματα στα οποία επιδίδεται ο Κοτζιάς και όχι μόνο αυτός. . Επειδή δε ήταν Υπουργός Εξωτερικών αριστερής κυβέρνησης, κάποιοι από κεκτημένη ταχύτητα θεωρούν ότι αυτά που λέει συνιστούν αριστερή πολιτική. Ακριβώς επειδή έχει ακροατήριο επιβάλλεται η αντίκρουση των απόψεων του».
Απαντώντας, με δική του ανάρτηση ο Νίκος Κοτζιάς, αναφέρει ότι «οι νεοσημιτικοί, εμφανίστηκαν μόλις 8 μήνες αφού είχε υπογραφεί η Συμφωνία των Πρεσπών. Αφού είχε τελειώσει το μεγάλο κύμα απειλών και ύβρεων».
«Υπάρχει στη Συμφωνία των Πρεσπών μία (όχι παραπάνω) φράση ή έστω μία λέξη που να είναι προϊόν δικής τους συμβολής; Όχι. Ούτε μία! Ουδέποτε συνεισέφεραν οτιδήποτε στην διαμόρφωση και διαπραγμάτευση της Συμφωνίας» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αναλυτικά, ο Νίκος Κοτζιάς επισημαίνει:
« Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΕΣΠΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΟΖ
ΜΑΞΙΜΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ‘Η ΜΑΞΙΜΑΛΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ;
Σε σειρά άρθρων έκανα κριτική στην εξωτερική πολιτική της ΝΔ, ιδιαίτερα ως προς τις ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο. Για κάποιο λόγο που εκείνοι γνωρίζουν, σειρά στελεχών των 53 και των νέο-σημιτικών του Σύριζα ένιωσαν αυτή η κριτική στη ΝΔ να τους αφορά. Μου επιτέθηκαν δε, με σφοδρότητα όχι τόσο στις απόψεις μου, όσο σε μένα προσωπικά. Και ασφαλώς απάντησα και θα απαντώ όταν χρειάζεται σε όσους υπερασπίζονται τον Μητσοτακισμό. Τα ίδια έκαναν πολλοί από αυτούς και το 1989, όταν τάχθηκα πρώτος ενάντια στην συγκυβέρνηση αριστεράς – πατέρα Μητσοτάκη, το «βρώμικο ‘89» όπως ονομάσαμε, μαζί με τον Λευτέρη τον Παπαδόπουλο, αυτή την ανιστόρητη συνεργασία αριστερών και δεξιού νεοφιλελευθερισμού.
Πέρα από τις προσωπικές επιθέσεις, στη σειρά αυτών των κειμένων αναφέρονται και δύο επιχειρήματα. Το πρώτο είναι ότι είμαι μαξιμαλιστής. Ότι δεν κατάλαβα το νόημα και το πνεύμα της Συμφωνίας των Πρεσπών! Σύμφωνα, μάλιστα, με ορισμένους από τους λεγόμενους 53 η συμφωνία είναι δημιούργημα της δικής τους πολιτικής και μόνο. Κατά τους νεοσημιτικούς, επιπλέον, στερέωσε μόνο χάρη σε αυτούς. Η αλήθεια είναι ότι αφού ωρίμασε η Συμφωνία των Πρεσπών, οι «53», στήριξαν τη συμφωνία. Το ίδιο έκανε βουλευτής προερχόμενος από το ΚΙΝΑΛ. Σημειώνω, τέλος, ότι οι νεοσημιτικοί, εμφανίστηκαν μόλις 8 μήνες αφού είχε υπογραφεί η Συμφωνία των Πρεσπών. Αφού είχε τελειώσει το μεγάλο κύμα απειλών και ύβρεων.
Ως προς τις Πρέσπες, η προαναφερθείσα «συμμαχία», με «υποχρεώνει» να σημειώσω τα εξής:
Α) Υπάρχει στη Συμφωνία των Πρεσπών μία (όχι παραπάνω) φράση ή έστω μία λέξη που να είναι προϊόν δικής τους συμβολής; Όχι. Ούτε μία! Ουδέποτε συνεισέφεραν οτιδήποτε στην διαμόρφωση και διαπραγμάτευση της Συμφωνίας.
Β) Υπήρχε στις τρεις ομάδες που έκαναν τη διαπραγμάτευση (την πολιτική, την διπλωματική και την υπηρεσιακή) έστω και ένα πρόσωπο που να έχει σχέση μαζί τους και με τις απόψεις τους; Ούτε ένας.
Και οι λεγόμενοι 53 και οι νέο-σημιτικοί, ήταν παντελώς αμέτοχοι της συγγραφής και της διαπραγμάτευσης της Συμφωνίας. Λογικό θα έλεγα. Αλλά αυτό απαιτεί και λίγο παραπάνω σεμνότητα όταν παριστάνουν τους φορείς «του πνεύματος των Πρεσπών» που εγώ «δεν κατάλαβα». Οι αμέτοχοι οφείλουν να συμμετέχουν της σεμνότητας.
Γ) Όταν έγιναν επιθέσεις σε βάρος μου από τον πρόεδρο των ΑΝΕΛ εξαιτίας της Συμφωνίας των Πρεσπών, υπήρξε υπουργός τους που να με υπερασπίστηκε; Όχι. Μάλιστα στο υπουργικό συμβούλιο ηγετικό στέλεχός τους δήλωσε ότι «του αρέσουν οι απόψεις του εν λόγω και έχει εξαιρετική συνεργασία μαζί του».
Δ) Όταν ο νυν υπουργός εξωτερικών και η ηγεσία του ΥΠΕΞ έκαναν το 2019 ολομέτωπη επίθεση στην διπλωματική ομάδα που έκανε τα ΜΟΕ με τα Σκόπια και τις διαπραγματεύσεις για τις Πρέσπες και τους ξήλωνε από τις θέσεις τους υπήρξε έστω και μια στιγμή που να τους υπερασπιστήκαν κάποιοι από τους προαναφερθέντες; Όχι. Τους ήταν παντελώς αδιάφοροι οι άνθρωποι που συνέβαλαν στη Συμφωνία των Πρεσπών. Λογικό, ονειρευόντουσαν έναν μεταφυσικό καταμερισμό: η ύβρης για εμάς και η δόξα για εκείνους.
Ε) Όταν προσπαθούσαν να με εκβιάσουν και απειλούσαν τη ζωή τη δική μου και της οικογένειάς μου, υπήρξε έστω και ένας από αυτούς που σήμερα λένε ότι τάχατες με υπερασπίστηκαν «με νύχια και με δόντια» που να σήκωσαν το τηλέφωνο να μου πουν έναν καλό λόγο αλληλεγγύης ή να έστειλαν ένα μήνυμα συμπαράστασης; Όχι. Ασφαλώς δικαίωμά τους. Αλλά να μην ψεύδονται εκ των υστέρων.
Στ) Όταν στο Υπουργικό Συμβούλιο συζητούσαμε το σχέδιο Συμφωνίας που είχα γράψει και είχα καταθέσει σε αυτό προς ανάγνωση και παρατηρήσεις, δύο διαφώνησαν. Ο μεν ένας δεν ήρθε διότι δεν ήθελε τον όρο «Μακεδονία». Ο άλλος, ηγετικό στέλεχος των 53, δεν «επιθυμούσε» να διεκδικήσουμε σύνθετη ονομασία, όπως μία με τον όρο «Βόρεια». Αφού χαιρέτησε θετικά που θα γινόταν συμφωνία, διότι όπως σωστά διαπίστωσε θα είναι «Game Changer» (θα αλλάξει το παιχνίδι) με κατηγόρησε για μαξιμαλισμό. Υποστήριξε ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει ονομασία η τότε ΦΥΡΟΜ (να παραμείνει, δηλαδή, «Δημοκρατία της Μακεδονίας») και κατά συνέπεια να μην ζητάω αλλαγές στο Σύνταγμά της. Η κατηγορία, λοιπόν, του μαξιμαλισμού με αφορμή τις ΑΟΖ δεν είναι καινούργια. Χρησιμοποιήθηκε και για τις Πρέσπες.
Η) Ας μην ξεχνάμε ότι στελέχη του ίδιου χώρου με κατηγόρησαν, επίσης, για εθνικισμό και μεγαλοϊδεατισμό κατά τις διαπραγματεύσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών. Μάλιστα, ο Α. Ηρακλείδης υποστήριξε στην Αυγή, ότι η Συμφωνία είναι προϊόν επιβολής του ελληνικού ακραίου εθνικισμού και σωβινισμού από μένα. Κατά συνέπεια η σημερινή κατηγορία του εθνικισμού, χωρίς ποτέ να ορίζεται, και του μαξιμαλισμού, είναι συνέχεια απόψεων στελεχών τους και όταν πάλευα για την Συμφωνία των Πρεσπών. Ας μη ξεχνάμε, ότι αρκετοί που καταδικάζουν τον πατριωτισμό της ελληνικής αριστεράς, στο όνομα του «αντιεθνικισμού», δείχνουν πλήρη κατανόηση στον σοβινισμό της Τουρκίας. Τους είχε εξάλλου προλάβει ο Τσαβούσογλου που είχε πει ότι «ο Τσίπρας και ο Κοτζιάς ήταν εθνικιστές σε αντίθεση με τον Μητσοτάκη».
Με το ίδιο επιχείρημα που αντιμετώπισαν την Συμφωνία των Πρεσπών, του μαξιμαλισμού και κάποιοι του εθνικισμού, αντιμετώπισαν σήμερα κάθε κριτική στην Κυβέρνηση Μητσοτάκη και την εξωτερική της πολιτική, ιδιαίτερα για τις ΑΟΖ. Ας δούμε, λοιπόν, αντί τις ύβρεις τους, τα ερωτήματα που αφήνουν αναπάντητα ή «απαντούν» χωρίς να εξηγούν:
Το πρώτο ερώτημα που τους έθεσα, ήταν εάν θεωρούν ορθό στη Συμφωνία για την ΑΟΖ με την Αίγυπτο να μην υπάρχουν «σημεία βάσης». Από ότι φαίνεται αναζητούν προς το παρόν να βρουν τι είναι αυτά τα «σημεία». Περιμένω υπομονετικά ακόμα απάντηση.
Το δεύτερο ερώτημα ήταν αν μπορεί και πρέπει η Ελλάδα να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της στην ΝΑ Κρήτη αφού κλείσει κόλπους και χαράξει γραμμές βάσης, ή αν παραιτείται από αυτά τα δικαιώματα που της δίνει το Διεθνές Δίκαιο της Θαλάσσης; Ας το διατυπώσω διαφορετικά, αυτά που δικαιούμαστε άνευ αμφιβολίας από το διεθνές δίκαιο, τα υλοποιούμε ή όχι; Όταν μάλιστα η Τουρκία παραβιάζει όχι μόνο το διεθνές δίκαιο, αλλά ακόμα και την κάκιστη Συμφωνία της Μαδρίτης;
Το τρίτο ερώτημα ήταν, αν νησιά όπως η Γαύδος και το Κουφονήσι έχουν επήρεια και αν συμφωνούν με την Κυβέρνηση της ΝΔ που ουσιαστικά την μηδενίζει σε όλα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που από πλευράς τους α) με κάλεσαν να μην ασχολούμαι με τέτοια «άνευ σημασίας θέματα». Και β), προκειμένου να μην απαντήσουν στο ερώτημα αν καλά έκανε ο Μητσοτάκης που αρνήθηκε να αποδώσει σε αυτά τα νησιά επήρεια (!), εκείνοι μου απαντούν, προκειμένου να τον υπερασπιστούν, «μα δεν έχουν και 100% επήρεια». Ρωτώ αν δέχονται την μηδενική επήρεια του Μητσοτάκη και μου απαντούν ότι δεν έχουν πλήρη…
Το τέταρτο ερώτημα ήταν αν η Κρήτη έχει πλήρη επήρεια ή όχι. Απαντάνε ότι δεν έχει. Συμπίπτουν με την άποψη της Τουρκίας και της Κυβέρνησης της ΝΔ. Αποφεύγουν, όμως, να εξηγήσουν το γιατί.
Για να κατανοηθεί η σημασία του 3ου και 4ου ερωτήματος, θυμίζω ότι η νήσος Σάσωνα, μικρή νησίδα μπροστά από την Αλβανία, με έκταση 5,7 τ.χ., χωρίς μόνιμο πληθυσμό, που άνηκε παλιά στα Επτάνησα, έλαβε στην ιταλοαλβανική συμφωνία για την κοινή τους ΑΟΖ 100% επήρεια. Δεν είναι, κατά συνέπεια, λογικό να διεκδικεί κανείς πλήρη επήρεια για την Κρήτη, το πέμπτο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου, με έκταση 8.336 τ.χ. (1463 φορές μεγαλύτερη από τη Σάσωνα); Τα Διαπόντια νησιά με έκταση 17,65 τ.χ. και 1340 κατοίκους πήραν στη Συμφωνία με την Ιταλία από 30 μέχρι 70% επήρεια. Το Κουφονήσι με έκταση 5,25 τ.χ. (σχεδόν όσο η Σάσωνα) και οικονομική δραστηριότητα πήρε στη Συμφωνία με την Αίγυπτο Ο% (ναι μηδέν επήρεια). Δεν ζήτησα για τα νησιά Νότια της Κρήτης 100% επήρεια, αλλά ρώτησα αν δικαιούνται καν επήρεια. Και ουσιαστικά η απάντηση είναι είτε δεν δικαιούνται ούτε 1% επήρεια, ή ότι δεν ενδιαφέρει αν έχουν ή δεν έχουν, λες και είναι προίκα από το σεντούκι της γιαγιάς της κυβέρνησης της ΝΔ και όπου «θέλουμε χαρίζεται η επήρεια τους».
Εκτίμησα, λοιπόν, ότι η Συμφωνία με την Αίγυπτο, όπως και με την Ιταλία, δεν αποτελεί συμβιβασμό, διότι στα 5+4 (αντίστοιχα) επίμαχα θέματα, οι δύο άλλες χώρες πήραν όλα όσα διεκδικούσαν και η Ελλάδα τίποτα από όσα ζητούσε. Επεσήμανα, λοιπόν, ότι δεν γίνονται έτσι οι καλές συμφωνίες. Όταν παραδίδονται και τα 9 υπό διαπραγμάτευση ζητήματα, τότε δεν είναι μαξιμαλιστική η κριτική διατύπωση, αλλά μαξιμαλιστική είναι η υποχώρηση. Υποχώρηση που δεν δείχνει να ενοχλεί κάποιους, όσο η αποκάλυψη της ίδιας της υποχώρησης, καθώς και της επιρροής που εξασκεί αυτή η αποκάλυψη στον κόσμο. Τέλος, υποστήριξα, ότι αν μια χώρα περνά δύσκολες στιγμές, αυτός δεν μπορεί να είναι ένας λόγος συνεχών υποχωρήσεών, εγκατάλειψης των δικαίων της και παράδοσης στην άλλη πλευρά και σε ότι εκείνη διεκδικεί. Κάθε άλλο.
ΥΓ.1. Επειδή σε 4 κείμενα επαναφέρουν ως κατηγορία ότι στο ΥΠΕΞ ήμουν συνεργάτης του Γ.Παπανδρέου, να τους θυμίσω ότι εγώ εντάχθηκα στο ΥΠΕΞ ως εμπειρογνώμονας το 1992 μετά από δημόσιο διαγωνισμό. Η τότε ηγεσία του ΥΠΕΞ αρνήθηκε να εφαρμόσει τα αποτελέσματα του διαγωνισμού ως προς εμένα. Τους περισσότερους άλλους τους προσέλαβε! Σε αλλεπάλληλες δίκες, και επί ΝΔ και επί ΠΑΣΟΚ, η δικαιοσύνη επέβαλε το αυτονόητο: τον σεβασμό στα αποτελέσματα και την πρόληψή μου στο ΥΠΕΞ. Ας μου υποδείξουν όλοι τους, έστω ένα πολιτικό στέλεχος πρώτης σειράς, που παραιτήθηκε για τις απόψεις του από την ηγεσία ενός κόμματος και στη συνέχεια εντάχθηκε στο δημόσιο με διαγωνισμό και με εισαγωγικό βαθμό.
ΥΓ.2. Στο ίδιο το Υπουργείο είναι γνωστές οι διαφωνίες μου σε αρκετά ζητήματα με την τότε γραμμή, και πριν απ’ όλα με το σχέδιο Ανάν και τη συμφωνία της Μαδρίτης. Εξαιτίας αυτής της διαφωνίας πολλοί προσπάθησαν να με περάσουν ακόμα και από πειθαρχικά. Άρα μη ρωτάνε όταν δεν ξέρουν. Τα μεταξύ τους κουτσομπολιά δεν αποτελούν επιχείρημα.
ΥΓ.3. Ακροδεξιοί και νεοσημιτικοί με κατηγορούν που επί υπουργίας μου ήταν ο Χ. Ροζάκης πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου. Είναι κακώς δογματισμός, να πιστεύει κανείς ότι με το να είναι κανείς πλουραλιστικός όπως εγώ (δεν έχει παρά να δει το Επιστημονικό Συμβούλιο του ΥΠΕΞ συνολικά, αλλά και όλες τις άλλες επιλογές/τοποθετήσεις που έκανα ως Υπουργός) ότι συμφωνεί με τις γνώμες όλων όσων συνεργάζεται. Ποτέ μου δεν είχα φόβο να συνεργαστώ με ανθρώπους με διαφορετική γνώμη. Με υποταγμένους και στο κυρίαρχο σύστημα, απλά, δεν ήθελα».