Όλες αυτές τις ημέρες ο Πέτρος Φιλιππίδης προσπαθούσε με κάθε μέσο(ν) να προστατέψει την εικόνα του, να αποτρέψει από το να υπάρχει στα βιβλία της καλλιτεχνικής ιστορίας φωτογραφία του με εκείνον αλυσοδεμένο (δεν τα κατάφερε), στην πόρτα ενός δικαστηρίου (δύσκολο να το καταφέρει) ή μπροστά -και ακόμα χειρότερα, μέσα- σε ένα κελί φυλακής (θα φανεί και προηγείται η όποια απόφαση της δικαιοσύνης).
Ένας ηθοποιός που γνώρισε όσο λίγοι της γενιάς του την απόλυτη δόξα, αποθέωση, εντυπωσιακή τηλεοπτική επιτυχία και αμέτρητα και ασταμάτητα χειροκροτήματα σε γεμάτες πλατείες θεάτρων, παλεύει με κάθε τρόπο να τον αντέξει το σχοινί, παρότι έχει ήδη αντιληφθεί ότι έχει πάψει να ακούγεται κάθε χειροκρότημα.
Αντίθετα, η φαντασιακή εικόνα του Πέτρου Φιλιππίδη, βάσει των καταγγελιών της Άννας Παπαχαραλάμπους, της Πηνελόπης Αναστασοπούλου και της Λένας Δροσάκη, να πιάνει τα γεννητικά του όργανα, να πιέζει για σεξουαλική συνεύρεση, να αντισταθμίζει έναν οργασμό με με ένα ρόλο είναι ήδη αποτυπωμένη σχεδόν σε όλους τους Έλληνες. Γιατί, σε αντίθεση με τον Δημήτρη Λιγνάδη που δεν μπήκε στα σπίτια μας με τους Απαράδεκτους, το Χάι Ροκ, το 50-50 και το πρόσφατο Χαιρέτα μου τον Πλάτανο, ο Φιλιππίδης ήταν σαν ένας δικός μας άνθρωπος.
Σύμφωνοι, η υπόθεση του Λιγνάδη είχε και αρκετή πολιτική γεύση, για το αν ήταν φίλος με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και αν έπρεπε να πάρει τη θεσμική θέση στο Εθνικό, αλλά στα πιο απομακρυσμένα χωριά αυτής της χώρας και στον απλό κόσμο, ο Λιγνάδης ήταν και παραμένει ένα άρτου και θεάματος μυαλό και για το οποίο επίσης αναμένουμε τη δικαιοσύνη να αποφανθεί αν θα συνδυαστεί με τον επιθετικό χαρακτηρισμό “αρρωστημένο”.
Ο Φιλιππίδης, ωστόσο, αγγίζει σε επίπεδο αμερικανικού #MeToo τα ονόματα του Μόργκαν Φρίμαν, του Μάικλ Ντάγκλας, του Σιλβέστερ Σταλόνε και του Ζεράρ Ντεπαρντιέ που τα βλέπεις μέσα στη λίστα με τα (ως τώρα) 262 πρόσωπα που που έχουν κατηγορηθεί για σεξουαλική παρενόχληση κάθε είδους και ξεχωρίζουν σαν τις μύγες μεσ’ το -ξινισμένο- γάλα. Και ο CEO της Pixar, Τζον Λάσσετερ, αποτελεί ορόσημο της λίστας, αν συνυπολογίσουμε ότι είχε το τιμόνι της εταιρίας που παρήγαγε μερικές από τις ομορφότερες ταινίες για παιδιά, αλλά τέτοιες περιπτώσεις χτυπούν περισσότερο τη μετοχή μιας εταιρίας στο χρηματιστήριο, παρά κουνάνε τις τεκτονικές πλάκες της κοινής γνώμης. Ενώ ο Πέτρος Φιλιππίδης που έχει υποδυθεί έναν από τους πιο -πρώην πια- αγαπημένους και γεμάτο αυτοσχεδιασμό χαρακτήρες της ιδιωτικής τηλεόρασης, τον Νικηφόρο Ζορμπά του 50-50 (στο πλάι του αρσενικού παλαιάς κοπής Παύλου Χαϊκάλη και του πρόωρα χαμένου Σάκη Μπουλά), είναι από τις περιπτώσεις που λες:
“Δεν το πιστεύω, δεν το περίμενα αυτό που κάνατε, δεν είναι δυνατόν”.
Αυτή η φράση σύμφωνα με τις πληροφορίες του δικαστικού και αστυνομικού ρεπορτάζ, αποδίδεται στον κατηγορούμενο Φιλιππίδη, μετά την απόφαση της ανακρίτριας να τον στείλει προφυλακιστέο σε ένα μικρό κελί, σίγουρα μικρότερο από τα καμαρίνια των οποίων κλείδωνε τις πόρτες (πάντα σύμφωνα με τις επώνυμες καταγγελίες). Όντως, μοιάζει απίστευτη η ιστορία πίσω από τα φώτα και τη διασημότητα, τρομάζεις με το που μπορεί να δίνεις το χειροκρότημα σου (και αρχίζει μια αέναη αν τα έργα ενός καλλιτέχνη -βλέπε περίπτωση Louis CK- πρέπει να διαχωρίζονται από την άγνωστη άβυσσο της προσωπικότητας του) και τα ινδάλματα, οι άνθρωποι που σε έχουν κάνει να γελάσεις με την αθωότητα ενός παιδιού, να καταρρέουν και να χάνουν ακόμα και το νόημα τους. Σχεδόν φτάνεις σε σημείο να στεναχωρηθείς και ας έρχεται το συναίσθημα κόντρα με την ηθική σου με αποτέλεσμα να νιώθεις μια οργή. Περισσότερο για σένα, που δεν το είχες φανταστεί, δεν το είχες δει, ότι πίσω από τη λάμψη μπορεί να κρυφτεί τόσο καλά το σκοτάδι.
Το ελληνικό Me Too δεν δείχνει να αντέχει, δυστυχώς, στο χρόνο και μετά την πρώτη ένταση, το κυνήγι υποθέσεων, την ανακήρυξη του Σπύρου Μπιμπίλα σε Most Valued President, έχει χαθεί κάπου ανάμεσα στις ειδήσεις για τα εμβόλια, το lockdown της Μυκόνου, τα δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης, το drama-queen της Εθνικής Αγγλίας στο Euro και φυσικά τα μπάνια του λαού που ό,τι και να γίνει δεν ανακόπτονται.
Η προφυλάκιση, ωστόσο, του Πέτρου Φιλιππίδη ξαναφέρνει στην επικαιρότητα ένα πολύ πιο βαθύ ζήτημα, που δεν αφορά μόνο το θέατρο, τον αθλητισμό (καθώς από εκεί έσκασε το σπυρί των παρενοχλήσεων), ούτε λύνεται με hashtags στα social media. Είναι η επιβολή βίας, κάθε είδους, όταν αυτή παίρνει ώθηση από τις θέσεις ισχύος των θυτών. “Ησυχία, εγώ μιλάω” έλεγε αυταρχικά ο Πέτρος Φιλιππίδης ως αστυνομικός στους Απαράδεκτους, σε έναν από τους πρώτους ρόλους της καριέρας του.
Σαν την ησυχία στο κελί του τελευταίου ρόλου της ζωής του, όπου κανείς δεν μιλάει.