Όταν ο αυστριακός Τύπος αποκάλυψε ότι ο καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς, σε συνεργασία με τους στενούς συνεργάτες στον τομέα της επικοινωνίας, κατέβαλαν πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ για διαφημιστική εκστρατεία, η οποία περιλάμβανε και κατασκευασμένες δημοσκοπήσεις που δημοσιεύτηκαν σε μέσα ενημέρωσης του ομίλου «Österreich», τον Απρίλιο του 2016, αναγκάστηκε τελικά να παραιτηθεί και στη συνέχεια να αποχωρήσει από την πολιτική, σε ηλικία μόλις 35 ετών!
Είδηση επιστημονικής φαντασίας για τα νέα ελληνικά δεδομένα. Εδώ φόρα παρτίδα η κυβέρνηση Μητσοτάκη χορήγησε, με εντελώς κομματικά – ετσιθελικά κριτήρια, 40 εκατομμύρια (!) σε ΜΜΕ και εμμέσως σε εταιρείες δημοσκοπήσεων και δεν κουνήθηκε φύλλο.
Χαρακτήρισε σκευωρία ένα από τα μεγαλύτερα διεθνή οικονομικά σκάνδαλα που έλαβε κατά κύριο λόγο χώρα στην Ελλάδα, όπως αυτό της Novartis, αποφεύγοντας να επιβάλει πρόστιμο στην εταιρεία όπως έκαναν όλες οι θιγόμενες χώρες, ενώ παράλληλα επιτέθηκε και απείλησε δικαστές και μάρτυρες. Κανένα πρόβλημα και εδώ. Πάντα ψηλά στις ελληνικές δημοσκοπήσεις.
Στη Βρετανία, για παράδειγμα, προκλήθηκε λαϊκή οργή για τις αποκαλύψεις ότι κυβερνητικοί αξιωματούχοι συμμετείχαν σε συγκεντρώσεις και πάρτι όταν η Βρετανία ήταν υπό καθεστώς λοκντάουν πέρσι. Αυτό δημιούργησε κατρακύλα στη δημοτικότητα και σοβαρές αμφιβολίες για το μέλλον του Μπόρις Τζόνσον στην ηγεσία των Τόρις και τη θέση του ως πρωθυπουργού!
Μάλιστα, εκδηλώθηκε και ανταρσία στο Κοινοβούλιο όταν 98 βουλευτές της πλειοψηφίας καταψήφισαν τα μέτρα της κυβέρνησης για τον κορωνοϊό! Εδώ σε μας, η κυβερνητική πλειοψηφία έχει μετατραπεί σε αγέλη, στην οποία συμμετέχουν δύο πρώην πρωθυπουργοί, και εγκρίνει χωρίς την παραμικρή αντίρρηση τα πάντα, ακόμα και αν οι νομοθετικές προτάσεις είναι πρόδηλα αντισυνταγματικές.
Πράγματι, η Ελλάδα, ειδικά η σημερινή, είναι μια ξεχωριστή χώρα. Έκαναν εντύπωση οι σατιρικές υπερβολές στην περίφημη ταινία «Μην κοιτάς ψηλά», όπου ο σεναριογράφος, μεταξύ άλλων, εκτός της αφασίας των μεγάλων ΜΜΕ, για να δώσει έμφαση στα Τραμπικά ήθη, είχε τοποθετήσει προσωπάρχη της Προέδρου των ΗΠΑ τον γιό της!
Εδώ, που, στην ίδια θέση, προσωπάρχης του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ο ανιψιός του και υπουργοί παρά τω πρωθυπουργώ ένας εκπρόσωπος του ΣΕΒ (Σκέρτσος) και ένας από το λόμπι των κατασκευαστών (Γεραπετρίτης), δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα!
Και επιπλέον, εμείς έχουμε και «πρώτη κυρία» μαστόρισσα στη δημιουργία και χρήση off shore εταιρειών για αποφυγή φορολογικών επιβαρύνσεων πλουσίων φίλων. Είναι όμως υπέρκομψη και ανάβει κεριά στις εκκλησίες!
Και όλα αυτά είναι στηριγμένα στον έλεγχο των συστημικών ΜΜΕ από τους σκληρούς χορηγούς του Κυριάκου Μητσοτάκη που είναι και συνέταιροι στην πολιτική εξουσία. Επιπλέον η ΕΡΤ ελέγχεται απευθείας από τον πρωθυπουργό, όπως και το Κρατικό Πρακτορείο ΑΠΕ, που λογοκρίνει ανεπιθύμητες για τον άρχοντα του Μαξίμου διεθνείς ειδήσεις.
Ουδόλως τους ενοχλεί η διεθνής εικόνα της χώρας, που, σύμφωνα με δήλωση της αντιπροέδρου της Κομισιόν Βέρα Γιούροβα, αξιολογείται στις προβληματικές και επικίνδυνες για την ελευθερία του Τύπου, σύμφωνα με όλες τις ανεξάρτητες εκθέσεις διεθνών οργανισμών.
Η πολιτική εξουσία εκτός δημοκρατικού και κοινοβουλευτικού ελέγχου, Δικαιοσύνη περιορισμένης ανεξαρτησίας, εγκληματικότητα που καλπάζει, διαφθορά που επεκτείνεται, εύκολοι νέοι δρόμοι για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, ανεξάρτητες αρχές υποδουλωμένες, με τα καρτέλ να στήνουν κερδοσκοπικά πάρτι στη χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Ο ελληνικός λαός στενάζει από την παρατεταμένη πανδημία και την προκλητική, εσκεμμένη εγκατάλειψη του ΕΣΥ που έχει μετατραπεί σε σύστημα μιας νόσου. Οι υπόλοιποι ασθενείς, αν μπορούν να βρουν χρήματα, αναζητούν λύσεις στον ιδιωτικό τομέα, τον οποίο εξαγόρασαν σε μεγάλο βαθμό (μετά την άνοδο στην εξουσία της Ν.Δ.) ξένα κερδοσκοπικά funds. Και αυτοί, με τα ημερήσια κρούσματα να έχουν ξεπεράσει τις 50.000, δηλώνουν διά του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι: « Καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει κάνει περισσότερα για το testing από την Ελλάδα»!
Το οποίο μοριακό testing (!) κοστίζει 60 ευρώ από 30 που κόστιζε πριν λίγο καιρό και, μετά τις αντιδράσεις, μπήκε από την κυβέρνηση πλαφόν στα 50 (!) χωρίς να υπάρχει δυνατότητα συνταγογράφησης!
Και δυστυχώς, όσα ερωτήματα και αν θέσουμε, την ίδια απάντηση εισπράττουμε: «Τι ψάχνεις να βρεις, ρε φίλε. Στην Ελλάδα ζούμε».