ΤΑ ΜΠΛΟΚΙΑ

Ειδήσεις και αναλύσεις από τη Λέσβο και την Ελλάδα με αριστερή ματιά!

Απόψεις Δεύτερο Θέμα

Άρης Καραντινός-ΔΕΘ: Θεσμικές τομές, κοινωνική απεύθυνση, κενά

 

Η κεντρική επιλογή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Αλέξη Τσίπρα στη ΔΕΘ υπήρξε, όπως προκύπτει από τους κύριους άξονες της ομιλίας του, η αντιμετώπιση του οξέος κοινωνικού προβλήματος που διαπερνά τη χώρα. Και αυτό ήταν αναμενόμενο, καθώς οι ανισότητες έχουν ενταθεί, η αρνητική αναδιανομή συνεχίζεται ως απόρροια της πολιτικής της κυβέρνησης, ενώ η κρίση συνεχίζεται και η ύφεση στην Ευρώπη, άρα και στην Ελλάδα, είναι προ των πυλών με συνεχώς αυξανόμενο το ποσοστό του πληθυσμού που διατρέχει τον κίνδυνο να περάσει το κατώφλι της φτώχειας. Και είναι γεγονός ότι αυτός ο στόχος, με βάση τους περιορισμούς που υπάρχουν, επιτεύχθηκε σε μεγάλο βαθμό, με μέτρα που απευθύνονται στην κοινωνική πλειοψηφία, τις ευάλωτες κοινωνικές κατηγορίες, τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα.

Η επιλογή αυτή, μάλιστα, δεν περιορίστηκε μόνο σε ουσιαστικά μέτρα ανακούφισης, αλλά αναζήτησε τη στήριξή της και σε θεσμικές παρεμβάσεις. Ο χώρος της ενέργειας υπήρξε το επίκεντρο εδώ και σωστά, διότι παίζει –και θα παίζει και στο μέλλον– δεσπόζοντα ρόλο. Μέτρα όπως η επανάκτηση από το Δημόσιο της πλειοψηφίας των μετοχών της ΔΕΗ, η ουσιαστική αποδιάρθρωση, εφόσον αποσυνδέει το αέριο από τον καθορισμό της τιμής, του χρηματιστηρίου ενέργειας, περιορισμοί στη δράση των καρτέλ και η δέσμευση για ενίσχυση της αυτοπαραγωγής μέσω του Προγράμματος Ανάκαμψης, είναι θετικές τομές. Η ανατροπή του νόμου Χατζηδάκη, δηλαδή όλου του αντεργατικού οικοδομήματος της ΝΔ που θεσμοθετεί όρους υπερεκμετάλλευσης της εργασίας και υψηλής κερδοφορίας, είναι επίσης μια σοβαρή τομή, όπως και η καθιέρωση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ). Θεσμική είναι και η παρέμβαση για διατήρηση –ενισχυόμενη– της Εθνικής Τράπεζας στο Δημόσιο, παρέμβασης στενά δεμένης με την κατάργηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Μέτρα σε αντίθετη κατεύθυνση

Έως εδώ η διαφοροποίηση με την παρέμβαση Κ. Μητσοτάκη ήταν ξεκάθαρη. Πιο δύσκολη θα ήταν η απομάκρυνση από τη λογική της ΝΔ να δίνει επιδόματα, επιδοτήσεις κτλ. Πρόκειται για μια επιλογή που δαπανά τεράστια ποσά –57 δισ. τα δυο χρόνια υπολογίζεται– αλλά με έναν πρόσκαιρο χαρακτήρα –“για τώρα, βλέπουμε αργότερα”– και οριζόντια, άρα όχι πάντα κοινωνικά δίκαια, ακόμη και με ειδικά μέτρα για το εκλογικό της κοινό ή απλώς προεκλογικά. Χωρίς να προνοεί για την ισχνή παραγωγική βάση της οικονομίας και ευνοώντας την υψηλή κερδοσκοπία και κερδοφορία. Πολιτική που ταυτόχρονα εξασφαλίζει αυξημένα λόγω πληθωρισμού φορολογικά έσοδα, που αφαιρεί από το διαθέσιμο εισόδημα κυρίως των μεσαίων – χαμηλών εισοδημάτων. Η θέσπιση πλαφόν, η μείωση ειδικών φόρων, η μείωση του ΦΠΑ σε είδη διατροφής, η αύξηση του κατώτατου, η πολιτική για διάφορες ομάδες ευάλωτες, η θέσπιση της ΑΤΑ, οι έλεγχοι στις τιμές, η φορολόγηση υπερκερδών στον χώρο της ενέργειας που εξήγγειλε ο Αλ. Τσίπρας είναι μέτρα σε αντίθετη κατεύθυνση. Μπορούμε να τα συνοψίσουμε ως μέτρα προστασίας της εργασίας, ασπίδα κατά της ακρίβειας, προστασίας εισοδημάτων μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων, ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους (παιδεία, πρόνοια, υγεία), ενίσχυσης εισοδήματος των συνταξιούχων, στεγαστικής πολιτικής κ.ά.

Φορολογική πολιτική, εργαλείο αναδιανομής

Η φορολογική πολιτική που συνάγεται από την ομιλία είναι ένα βήμα αναδιανομής, θετικό. To πιο σαφές είναι η φορολόγηση των υπερκερδών των επιχειρήσεων ενέργειας και των εταιρειών επεξεργασίας πετρελαίων. Υπάρχει, ακόμη, το μέτρο για τη φορολόγηση κερδών άνω των 50 εκ. Αλλά αν αυτό αποσκοπεί να φορολογήσει τα κέρδη που επιτεύχθηκαν λόγω κρίσης, να σταματήσει δηλαδή το πάρτι, τότε γιατί να μην συμπεριλαμβάνονται –με άλλη κλίμακα– και κλάδοι όπως των σούπερ μάρκετ, του logistics, επιχειρήσεις real estate, μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, τράπεζες, φαρμακευτικές επιχειρήσεις. Και βέβαια παραμένει πάντοτε το ζήτημα της φοροδιαφυγής –έμεινε στη σκιά– διότι γνωρίζουμε ότι τα έκτακτα προς φορολόγηση υπερκέρδη δεν θα διαρκέσουν για πάντα. Το φιλόδοξο σκέλος των δαπανών απαιτεί και αντίστοιχο σκέλος εσόδων, ιδίως σε μια χώρα υψηλού χρέους, όταν η ΕΚΤ αυξάνει αισθητά τα επιτόκια. Δεν έχει αποσαφηνιστεί, επίσης, ποια θα είναι η τύχη των έως τώρα φορολογικών μέτρων της ΝΔ που έχουν καταγγελθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ ως άκρως ταξικά, μέτρα αρνητικής αναδιανομής που αφορούν είτε κέρδη επιχειρήσεων, είτε φόρους μεγάλης περιουσίας.

Η αναπτυξιακή στόχευση των μέτρων είναι ένα, επίσης, σοβαρό ζήτημα. Μια πλευρά του μπορεί να υπηρετεί και η φορολογική πολιτική όπως και η πολιτική αναδιανομής και μείωσης των ανισοτήτων. Όμως, το πιο αποτελεσματικό μέσο σ’ αυτή τη συγκυρία είναι οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης, τα ΕΣΠΑ και οι λοιποί κοινοτικοί πόροι. Εδώ χρειάζεται πιο συγκεκριμένη επεξεργασία και αυτό, όπως είδαμε και στην ομιλία, καθυστερεί. Όσα μέτρα ανακούφισης και αναδιανομής αν παίρνονται, χωρίς υπέρβαση της πολύ ισχνής παραγωγικής βάσης, δεν αρκούν.

Ποιοι, τελικά, αδικήθηκαν;

Πολλή συζήτηση συγκέντρωσε το τμήμα της ομιλίας του Αλέξη Τσίπρα που αναφερόταν στις μεσαίες τάξεις, τους ελεύθερους επαγγελματίες ιδιαίτερα, ως τα στρώματα που αδικήθηκαν από την πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αν είναι να μιλήσουμε για τις επιπτώσεις της πολιτικής των μνημονίων ασφαλώς προκύπτει ότι μείωσε, μέσω της κατάρρευσης της ζήτησης και της υπερφορολόγησης, τα εισοδήματά τους. Όπως και η σημερινή πολιτική της ΝΔ, ενώ συρρικνώνει ο πληθωρισμός τα εισοδήματα, συμπιέζει αντί να ενισχύει το εισόδημα των μεσαίων και μικρών επιχειρήσεων, υπονομεύοντας και το μέλλον τους, καθώς τους εξαιρεί από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και την τραπεζική χρηματοδότηση. Στοιχεία της Eurostat για το 2021 σημειώνουν ότι το 26,9% των αυτοαπασχολούμενων αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας, έναντι 23,6% το 2020. Η δέσμη μέτρων της Θεσσαλονίκης, λοιπόν, όφειλε να περιλαμβάνει και αυτά τα στρώματα, που επίσης δεν πρέπει να αποφεύγουν τις υποχρεώσεις τους, μισθολογικές, περιβαλλοντικές, φορολογικές. Από εκεί και πέρα η έμφαση εδώ ήταν κυρίως στόχευση πολιτική. Αν επιχειρηθεί να στηριχθεί από αριθμούς και πολιτικές, δηλαδή, να μετρηθούν οι επιπτώσεις και στην εργασία, και να συγκριθούν, το συμπέρασμα είναι διαφορετικό. Γενικώς, το διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε την περίοδο της θητείας του ΣΥΡΙΖΑ, αντίθετα από ό,τι την τρέχουσα περίοδο 2012–2014. Συγκεκριμένα, την περίοδο 2010–2014 το διάμεσο διαθέσιμο ατομικό εισόδημα μειώθηκε από 10.985 σε 7.500 ευρώ, ενώ την περίοδο 2015–2019 ανέβηκε στις 8.781 ευρώ. Δεν καλύφθηκαν όλες οι απώλειες, ασφαλώς. Για την τρέχουσα περίοδο, όπως παρατήρησε την Πέμπτη στο «Κόντρα» ο οικονομολόγος Κώστας Μελάς, «η ακρίβεια συνοδεύεται από μια στασιμότητα των αμοιβών εργασίας και των μισθών, ενώ αντίθετα η παραγωγικότητα της εργασίας και το πρώτο εξάμηνο του 2022, αλλά και 2021 έχει αυξηθεί πάρα πολύ και το κόστος ανά μονάδα εργασίας έχει μειωθεί και η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων έχει αυξηθεί». «Το ονομαστικό διαθέσιμο εισόδημα το πρώτο εξάμηνο του 2022 έχει αυξηθεί λόγω των επιδοτήσεων, όμως το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα, το ίδιο διάστημα, έχει μειωθεί κατά 2,5%», συμπλήρωσε.

Παραλείψεις

Δεν είναι σαφές αν μερικά κενά της ομιλίας είναι παραλείψεις ή κρύβουν και πολιτική στόχευση. Για παράδειγμα, το διεθνές περιβάλλον και η Ευρώπη, ιδίως αυτή την περίοδο που φλέγεται, έπρεπε να συνυπολογιστούν στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία γνωρίζουμε ότι θα συναντήσει δυσκολίες. Πώς τοποθετείται για το ζήτημα της ειρήνης και του πολέμου, την πολιτική της ΕΕ, τον ρόλο του ΝΑΤΟ; Τι θέτει στην ΕΕ μια προοδευτική κυβέρνηση, πώς βλέπει την ανάγκη επαναθεμελίωσής της; Πώς συντονίζει με τις άλλες υπερχρεωμένες χώρες τα αιτήματά της για την αγορά ενέργειας, την ενίσχυση των επενδύσεων και του υπολογισμού τους στο χρέος, το περιβάλλον, το προσφυγικό, την υγεία, το χρέος; Ποιος ο προσανατολισμός μιας κατάλληλης εξωτερικής πολιτικής και πώς θα απεγκλωβιστούμε από την κούρσα των στρατιωτικών δαπανών; Ενόψει των εκλογών, καθώς η Δεξιά και Ακροδεξιά κατακτά νέες θέσεις σε χώρες κλειδιά, ο ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική του και τις πρωτοβουλίες του μπορεί να αναπτύξει ένα κίνημα υποστήριξης στην Ευρώπη, με στόχο η επόμενη ήττα της Δεξιάς να είναι στην Ελλάδα.

Υπάρχει ένα ζήτημα ισορροπίας και προσανατολισμού του κεντρικού πολιτικού λόγου του ΣΥΡΙΖΑ. Το ψηλαφεί κανείς συγκρίνοντας τις διαφορές της ομιλίας του προέδρου του με τη συνέντευξη. Στη συνέντευξη φάνηκε να αγχώνεται για το πώς θα προσελκυσθούν πιο μετριοπαθή στρώματα, είτε αποφεύγοντας περιοχές πολιτικής, όπως πχ η ανάκτηση του δημόσιου χαρακτήρα μεγάλων επιχειρήσεων και δικτύων, είτε μιλώντας με γλώσσα και όρους «διαχειριστικής αποτελεσματικότητας» για ευαίσθητα θέματα, όπως το προσφυγικό.

Σίγουρα ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν λάθος, ιδίως σε περίοδο κρίσης και αύξησης ανισοτήτων, με μια κυβέρνηση που υπονομεύει πλέον, ευθέως, την εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας και παραβιάζει θεσμούς, να μην επιδίωκε να προσελκύσει πιο μετριοπαθή ακροατήρια, αν και το πώς επιτυγχάνεται αυτό, μένει να προσδιορισθεί ύστερα από μελέτη.

Όμως είναι επίσης λάθος ότι δεν δείχνει το ίδιο άγχος για την άλλη πλευρά. Η οποία αναγνωρίζεται εύκολα αν μελετηθούν οι προβληματισμοί του ποσοστού που δεν ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, αλλά ψήφισε στις εθνικές και αμέσως ξανά, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, είναι δίπλα μας και περιμένουν. Είναι και ο κόσμος της αποχής. Η ομιλία όντως είχε σημεία και γι’ αυτό τον κόσμο –όπως και αποθάρρυνσης. Γιατί, αντί έξι κεφάλαια, δεν υπήρχαν, τουλάχιστον, δυο ή τρία ακόμη ξεχωριστά, και να μην είναι η ύλη τους σκόρπια στο σύνολο της ομιλίας; Πχ, τα δικαιώματα ως ένας τομέας που όλο και περισσότερο αποκτούν βαθύτερο και ευρύτερο βάρος στον σύγχρονο κόσμο. Οι νέοι σήμερα στην Ελλάδα και διεθνώς και οι ταυτότητες που τους διαπερνούν, οι υλικές και οι μη υλικές ανάγκες τους. Το περιβάλλον και η ανάγκη ριζικά διαφορετικής πολιτικής που να δεσμεύει. Ιδιαίτερα αυτή την περίοδο της οπισθοδρόμησης και της πυρηνικής αντίληψης.

Ο λόγος της Αριστεράς πρέπει να διευρύνει την ύλη της, να στοχάζεται πάνω στις πολλαπλές σημερινές κρίσεις –γεωπολιτική, οικονομική, υγειονομική, περιβαλλοντική, προσφυγική– να εμπλουτίζει τον στοχασμό της και τις προτάσεις της, συγκροτώντας όραμα. Δεν πρόκειται για πολυτέλεια, αλλά για εξαιρετικά επείγουσα ανάγκη αν είναι να προλάβουμε τον καιρό.