Από την Πέμπτη το βράδυ το νομοσχέδιο Χρυσοχοΐδη που επιβάλλει δρακόντειους περιορισμούς στο δικαίωμα στη διαδήλωση, είναι νόμος του κράτους. Όπως του… «άρμοζε», το νομοσχέδιο ψηφίστηκε εν μέσω δακρυγόνων, επιθέσεων των ΜΑΤ και συλλήψεων στο σωρό. Όλα δείχνουν ότι πλέον μπαίνουμε σε μια περίοδο όπου οι οργανώσεις του κινήματος θα υπερασπιστούν έμπρακτα το δικαίωμα στη διαδήλωση δια της πολιτικής ανυπακοής στο νέο νόμο.
Η κρίση και η δυσαρέσκεια
Οι δυνάμεις της εξ ευωνύμων αντιπολίτευσης προέβαλαν ως βασικό λόγο για την εισαγωγή του νομοσχεδίου το φόβο της κυβέρνησης για ενδεχόμενες κοινωνικές αντιδράσεις λόγω της οικονομικής κρίσης. Όντως, είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού τόσο το μέγεθος της κρίσης όσο και η αδυναμία της κυβέρνησης να την αντιμετωπίσει. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι ολοένα και περισσότεροι αντιλαμβάνονται την πολιτική πρόθεση των κυβερνώντων να μεταβιβάσουν το κόστος της κρίσης στους πιο αδύναμους. Ορατά επίσης και τα πρώτα στοιχεία κοινωνικής δυσαρέσκειας.
Ωστόσο, η κυβέρνηση παραμένει πολύ ισχυρή, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ υποχωρεί και η υπόλοιπη αντιπολίτευση δεν καλύπτει το πολιτικό κενό. Επιπλέον, η κυβέρνηση γενικά όχι μόνο δεν δείχνει φόβο, αλλά επιδεικνύει αλαζονεία και καθεστωτικό ύφος στην άσκηση της εξουσίας -η λίστα Πέτσα αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Επομένως, αν και είναι σωστό το ότι το νομοσχέδιο εμπεριέχει διατάξεις που λειτουργούν αποτρεπτικά για μελλοντικές (αυθόρμητες κυρίως) λαϊκές κινητοποιήσεις, εντούτοις, αυτός δεν μοιάζει να είναι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο ψηφίστηκε ο νόμος για τις διαδηλώσεις.
Η ιδεολογία
Ο δεύτερος λόγος, που θα μπορούσε να αποτελέσει εξήγηση για το νόμο, είναι ιδεολογικός κι έχει… διαχρονικό χαρακτήρα. Εν αντιθέσει με διάφορα εξ αριστερών κι εκ δεξιών ιδεολογήματα, οι πολιτικές ελευθερίες δεν είναι σύμφυτες με την αστική δημοκρατία και τον καπιταλισμό. Συνιστούν κατακτήσεις των αγώνων «των από κάτω» και ο συσχετισμός δύναμης που απορρέει από την εκάστοτε συγκυρία, καθορίζει κάθε φορά το ιδιαίτερο περιεχόμενό τους. Στην Ελλάδα στην πολύ ξεχωριστή συνθήκη της Μεταπολίτευσης όπου η άρχουσα τάξη είχε χρεωθεί τη σφαγή του Πολυτεχνείου και την εθνική ήττα στην Κύπρο, αναγνωρίστηκε τυπικά και πρακτικά ένας διευρυμένος χώρος ελευθερίας για τους πολίτες. Αποτελεί διαχρονικό στόχο για τους «από πάνω» ο περιορισμός αυτού του χώρου. Από το άσυλο έως τις διαδηλώσεις, η ελίτ βλέπει στα αναγνωρισμένα δικαιώματα των «από κάτω» ένα πεδίο ασυδοσίας των «μειοψηφιών» και μια εστία ανισορροπίας για τους θεσμούς. Τις απαρχές των κινήσεων για τη συρρίκνωση του «χώρου ελευθερίας της Μεταπολίτευσης» μπορούμε να τις ανιχνεύσουμε ήδη από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’80. Τώρα, στη συγκυρία της «ηγεμονίας Μητσοτάκη», δόθηκε η ευκαιρία να το πετύχουν. Για μία ακόμα φορά πρέπει να πούμε ότι τα δικαιώματα όχι μόνο δεν χαρίζονται, αλλά αντιμετωπίζονται ως απειλές από «τους από πάνω».
Η κυβερνητική συνοχή
Ο τρίτος λόγος είναι ότι το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις ενισχύει την κυβερνητική συνοχή ή τουλάχιστον αυτό πιστεύουν οι κυβερνητικοί μανδαρίνοι. Στον περιορισμό των διαδηλώσεων συμφωνούν τόσο οι κεντροδεξιοί όσο και οι ακροδεξιοί, που συγκροτούν την πολιτική συμμαχία γύρω από την κυβέρνηση. Από τον κρατικό αυταρχισμό έλκονται επίσης οι μερίδες εκείνες του Κέντρου που τείνουν ευήκοον ους στον Μητσοτάκη. Ο αυταρχισμός αποτελεί έτσι κι αλλιώς ταυτοτικό στοιχείο του λεγόμενου «ακραίου Κέντρου» -είναι χαρακτηριστική η βαναυσότητα με την οποία ο Μακρόν αντιμετώπισε τα «κίτρινα γιλέκα». Εν προκειμένω, η μακροχρόνια ιδεολογική προπαρασκευή που έχει προηγηθεί, παρέχει σε μέτρα όπως η κατάργηση του ασύλου και ο περιορισμός των διαδηλώσεων, ευρεία συναίνεση στις τάξεις του συντηρητικού μπλοκ. Παρά τις αφέλειες περί επανάληψης της περιόδου 2010-12, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πολιτική υπεροχή της Νέας Δημοκρατίας στηρίζεται σε μια πραγματική συντηρητική ιδεολογική μετατόπιση μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Γι’ αυτό και η νεοδημοκρατική υπεροχή δεν πρόκειται να ανατραπεί χωρίς αντίκρουση των ιδεολογημάτων που τη θεμελιώνουν.
Η λεηλασία του ΚΙΝΑΛ
Ο τέταρτος λόγος είναι ότι το νομοσχέδιο πυροδότησε την επιτάχυνση των «διεργασιών στο Κέντρο», όπως με εύσχημο τρόπο ονομάζεται η επιχείρηση δορυφοροποίησης του ΚΙΝΑΛ από τη Νέα Δημοκρατία. Παρατηρούμε το οξύμωρο σχήμα ένα νομοσχέδιο να μην προκαλεί το παραμικρό πρόβλημα στην κυβερνητική πλειοψηφία, αλλά να προκαλεί μείζονα κρίση σε ένα αντιπολιτευόμενο κόμμα. Η έμφαση εδώ δεν πρέπει να δοθεί στην «ανταρσία» του ΓΑΠ (που έχει βέβαια τη σημασία της), αλλά στο ότι το ΚΙΝΑΛ τελικά υπερψήφισε το νομοσχέδιο, όπως ήταν εξαρχής ο διακηρυγμένος στόχος της κυβέρνησης. Δεδομένου ότι στην Χαριλάου Τρικούπη δεν είναι αφελείς για να πιστεύουν ότι κέρδισαν πολιτικά από την επιλογή τους, προκύπτει εύλογα το συμπέρασμα ότι ο το ΚΙΝΑΛ βρίσκεται σε κατάσταση ομηρίας. Φαίνεται ότι η κ. Γεννηματά υποχρεώνεται να δορυφοροποιηθεί στη ΝΔ, προκειμένου να μην αντιμετωπίσει διαλυτικά φαινόμενα στην ΚΟ της. Αναμφίβολα η εξέλιξη αυτή «κουμπώνει» με το σενάριο σύμφωνα με το οποίο, η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επόμενες εκλογές όποτε και αν γίνουν, θα είναι μια συμμαχία ΝΔ-ΚΙΝΑΛ ή μεγάλου μέρους αυτού.
Η δορυφοροποίηση του ΚΙΝΑΛ στη ΝΔ απομακρύνει ακόμα περισσότερο το ενδεχόμενο επιστροφής του ΣΥΡΙΖΑ στη κυβέρνηση.