Ο Νίκος Ανδρουλάκης εφάρμοσε με επιτυχία μια μέθοδο που είχε πρώτος χρησιμοποιήσει στο ΠΑΣΟΚ ο Κώστας Σημίτης: την τακτική της πάπιας, που φαίνεται ακίνητη αλλά δουλεύει συνεχώς τα πόδια της, κάτω από το νερό. Ο νικητής του πρώτου γύρου στις εκλογές του ΚΙΝΑΛ, αθόρυβα και μεθοδικά τα προηγούμενα χρόνια, έφτιαξε έναν δικό του μηχανισμό σε όλη την Ελλάδα, αξιοποιώντας τις επαφές του από την εποχή που ήταν γραμματέας του κόμματος.
Χωρίς φωνασκίες και κρατώντας χαμηλό προφίλ, αξιοποίησε το νεαρό της ηλικίας του και το άφθαρτο της πολιτικής του καριέρας, χτίζοντας ένα συναινετικό προφίλ. Πολλοί τον βρήκαν άνοστο στο τηλεοπτικό debate, αλλά οι κεντρώοι ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ που τον ψήφισαν, ήθελαν ακριβώς αυτό: κάποιον νέο, που αποφεύγει τις κοκορομαχίες και δεν κλείνει ούτε προς τα δεξιά ούτε προς τα αριστερά.
Σε μια εκλογική αναμέτρηση που έχει και δεύτερο γύρο- με debate μάλιστα, αν τηρηθούν οι αρχικές συμφωνίες- τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά για τον Γιώργο Παπανδρέου μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολο να ανατρέψει το προβάδισμα του αντιπάλου του.
Η αποτυχία του Ανδρέα Λοβέρδου έχει πολλαπλή σημασία: τόσο ως αποδοκιμασία για τις φιλονεοδημοκρατικές, με ολίγη από ξενοφοβία και «νόμο και τάξη» απόψεις του, που δεν έχουν καμία σχέση με την σοσιαλδημοκρατία. Όσο και με την αποτυχία να κρύψει πίσω από τις αρχηγικές φιλοδοξίες, τις εκκρεμότητες του με τη Δικαιοσύνη, καθώς αντιμετωπίζει σοβαρότατες κατηγορίες για διαφθορά.
Η επικράτηση Ανδρουλάκη στον πρώτο γύρο δεν είναι το καλύτερο νέο για τους εταίρους του δικομματισμού. Αν ο Παπανδρέου επικρατούσε, η ΝΔ θα είχε τη δυνατότητα αλίευσης στελεχών και ψηφοφόρων από τη δεξιά πτέρυγα Και το ίδιο ισχύει για τον ΣΥΡΙΖΑ, αν επικρατούσε ο Λοβέρδος.
Η μεγάλη συμμετοχή, αν και ευνοήθηκε από τη συναισθηματική συσπείρωση μετά την απώλεια της Φώφης Γεννηματά και τη δημοσιότητα που ακολούθησε, αποτελεί μια ισχυρότατη προειδοποίηση για τα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Η συμμετοχή και νέων στις εκλογές ενός κόμματος που θεωρείται γερασμένο αποτελεί έναν ακόμη καινούργιο παράγοντα.
Για τη ΝΔ με τη δεξιόστροφη πολιτική της, θα γίνεται όλο και πιο δύσκολο να αλιεύσει ψηφοφόρους από τον χώρο, ενώ και η δεξαμενή στελεχών φαίνεται να στερεύει.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, στο γήπεδο της κεντροαριστεράς και της μεγάλης προοδευτικής παράταξης, εμφανίστηκε πλέον και άλλος παίκτης. Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει αργήσει να κάνει τις αναγκαίες επεξεργασίες, εγκλωβισμένη σε μια άγονη, εσωτερική αντιπαράθεση.
Το κυριότερο ίσως, δεν κατάφερε να αξιοποιήσει το 32% του 2019 για να αποκτήσει γερά ερείσματα στην κοινωνία, στα συνδικάτα, τις γειτονιές και την τοπική αυτοδιοίκηση. Από τους δήμους μέχρι τον δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας, το ΚΙΝΑΛ διαθέτει μεγαλύτερη επιρροή και στελέχη.
Φυσικά υπάρχει ακόμη χρόνος. Για τον όποιο νικητή του δεύτερου γύρου, τα πράγματα θα είναι σίγουρα πιο δύσκολα στην πραγματική πολιτική, από μια προεκλογική εκστρατεία στο ΚΙΝΑΛ. Αλλά ο χρόνος δεν είναι απεριόριστος. Οι εκλογές στο ΚΙΝΑΛ επιβεβαιώνουν το αξίωμα: η φύση και η πολιτική, απεχθάνονται το κενό.