Σύμφωνα με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς, ξεπερνούν τις 15.000 οι μαθητές που αποκλείονται από το πανεπιστήμιο σε σχέση με πέρυσι, μολονότι υπάρχουν κενές θέσεις στις σχολές επιλογής τους. Παράλληλα –και εξίσου εξωφρενικά– άλλοι 15.000 υποψήφιοι δεν έχουν το δικαίωμα να μπουν στις σχολές της προτίμησής του, αν και έχουν πάρει πολύ υψηλή βαθμολογία, επειδή σε κάποιο από τα μαθήματα δεν πήραν την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ), την οποία εισήγαγε φέτος το υπουργείο προς υπηρέτηση των όσων –στο πλαίσιο των ευρύτερων σχεδιασμών της για τη Μεγάλη Κοινωνική Ανατροπή– επιφυλάσσει η κυβέρνηση σε άλλο ένα δημόσιο αγαθό, την Παιδεία.
Κραυγαλέα αποκαλυπτική της πρόθεσης της υπουργού Παιδείας να προχωρήσει στους σχεδιασμούς της ακόμη και παραβιάζοντας τις διακηρύξεις της υπέρ της «αριστείας», η περίπτωση ενός μαθητή που οι επιδόσεις του στις Πανελλαδικές τον κατατάσσουν αυτοδικαίως στην κορυφή των επιτυχόντων. Οι 20.988 μονάδες που συγκέντρωσε συνολικά 17.898 στα μαθήματα και 3.090 στο σχέδιο, έφταναν και περίσσευαν για να εισαχθεί στις σχολές επιλογής του, την Αρχιτεκτονική Σχολή του Μετσόβιου Πολυτεχνείου ή την αντίστοιχη του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Και όμως ο νεαρός Διονύσης, ο αριστούχος απόφοιτος του 1ου Πρότυπου Λυκείου Αθηνών, δεν θα ασκήσει το δικαίωμα που του πρόσφερε η επιτυχία του. Του το στερεί η ΕΒΕ, την οποία εισήγαγαν, ωμά και αυθαίρετα, στο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ η κυβέρνηση και η κ. Κεραμέως, υπολογίζοντας να λειτουργήσει σαν «κόφτης» των προσδοκιών του πλήθους των «πολλών». Αν παρήγαγε, όπως στην περίπτωση του Διονύση –που είναι μια μόνο ανάμεσα σε πολλές άλλες παρόμοιες– κάποιες απώλειες για τους ίδιους, αυτές τις θεωρούν παράπλευρες και τις προσπερνούν.
Λάθος τους. Η κυβέρνηση των «αρίστων» θα καταλάβει αρκετά πιο σύντομα από όσο ίσως νομίζει τις συνέπειες του ότι ένας αριστούχος –και δεν είναι ο μόνος– «έχασε» στην αναμέτρησή του μαζί της επειδή το 13,6 που σημείωσε στο ελεύθερο σχέδιο, υπολειπόταν κατά τι του 14,3 που ζητούσε η ΕΒΕ. Πόσο κατά τι; Ούτε μια μονάδα. Μόλις 0,7… Ελέω της επιλογής της υπουργού Παιδείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη να εφαρμόσει την ΕΒΕ ακόμη και σε ειδικά μαθήματα, όπως το σχέδιο, έχοντας μάλιστα αμελήσει προκλητικά όλο το προηγούμενο διάστημα: Άκρως ελαστική στο να διδάσκονται πλημμελώς (διαδικτυακά…), λόγω πανδημίας, τόσο το ελεύθερο όσο και το γραμμικό σχέδιο, απολύτως άκαμπτη στην αδιαβάθμητη εφαρμογή της ΕΒΕ.
Η κυβέρνηση των «αρίστων» θα καταλάβει αρκετά πιο σύντομα από όσο ίσως νομίζει τις συνέπειες που θα έχει για την ίδια η απάντηση της κ. Κεραμέως στις απόλυτα δικαιολογημένες αιτιάσεις, ότι «προφανώς ο μαθητής αυτός δεν θα έμπαινε ούτε πέρσι στην Αρχιτεκτονική Σχολή».
Ας μην προσπεράσει η κ. υπουργός αβασάνιστα την ανταπάντηση του «αποτυχημένου άριστου» των 20.988 μονάδων: «Απογοητεύτηκα από τη δήλωση της υπουργού. Εννοείται ότι πέρυσι με τους ίδιους βαθμούς, με τα ίδια αποτελέσματα θα ήμουν από τους πρώτους εισαχθέντες στο ΕΜΠ. Μάλλον η κυρία Κεραμέως δεν γνωρίζει τι αλλαγές επέφερε στο εκπαιδευτικό σύστημα φέτος». Συνοψίζονται σε αυτήν τα αισθήματα όχι μόνο των «αποτυχημένων άριστων», ούτε μόνο των οικείων τους. Συνοψίζεται όλη η βουβή, προς το παρόν, δυσαρέσκεια πολύ περισσότερων κοινωνικών κατηγοριών και στρωμάτων.
Θα μπορούσε, ωστόσο, να γνωρίζει η κ. υπουργός –κι αυτό ας είναι το δικό μας σχόλιο— κάτι από ελληνικό πανεπιστήμιο, κάτι από Ελλάδα, αν οι σπουδές της στη νομική επιστήμη –και, κατ’ αναλογία, οι πανεπιστημιακές εμπειρίες της— δεν είχαν ξεκινήσει στη Σορβόνη και δεν είχαν τελειώσει στο Χάρβαρντ.
Διαφορετικά θα είχε επίγνωση του γεγονότος ότι όλες οι μεγάλες πολιτικές ανατροπές στη μεταπολεμική Ελλάδα, αλλά και μεταπολιτευτικά, συνδέονταν, άμεσα ή έμμεσα, με την ασίγαστη έγνοια των «πολλών» να σπουδάσουν τα παιδιά τους για ένα καλύτερο μέλλον. Θα είχε, έστω, επίγνωση του εκρηκτικού φορτίου που κουβαλάει η διαπίστωση από την κοινωνία ότι η κυβέρνηση αποκλείει χιλιάδες νέους από το δικαίωμα στις ανώτατες σπουδές, όχι επειδή δεν υπάρχουν διαθέσιμες θέσεις στα πανεπιστήμια, αλλά διότι τους κρίνει ανίκανους να μοιραστούν το αγαθό της δημόσιας και δωρεάν Παιδείας, και την ίδια ώρα αναβαθμίζει όσους από αυτούς έχουν την οικονομική δυνατότητα σε ικανούς να σπουδάσουν –χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις, χωρίς Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής– σε ιδιωτικά κολλέγια, τα πτυχία των οποίων έχει ήδη φροντίσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη να εξισώσει με τα πτυχία του δημόσιου πανεπιστημίου άνευ όρων και άνευ κριτηρίων.
Θα ήταν, ωστόσο, λάθος αν η κριτική στην κυβέρνηση εξαντλούνταν στην εύνοιά της προς την ιδιωτική εκπαίδευση. Ο στόχος του επιτελείου που κινεί τα νήματα πίσω από την κ. Κεραμέως είναι πολύ ευρύτερος.
Το δημόσιο πανεπιστήμιο δεν παράγει μόνο επαγγελματικά καταρτισμένους απόφοιτους, παράγει σκεπτόμενους πολίτες. Προσφέρει στο «κοινό των πολλών» το κρίσιμο άθροισμα των ατομικών συνειδήσεων που, αποδεδειγμένα, εναντιώνεται κάθε φορά στους σχεδιασμούς των ισχυρών να ενορχηστρώσουν τις κοινωνίες στην υπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Το δημόσιο πανεπιστήμιο, ανοιχτό σε όλους, ανοιχτό στην αμφισβήτηση, στοιχειώνει τον ύπνο τους. Από την τύχη του θα κριθεί η τύχη της Δημοκρατίας. Η επόμενη μεγάλη πολιτική ανατροπή στην Ελλάδα θα είναι, κατά πάσα πιθανότητα, συνδεδεμένη, άμεσα ή έμμεσα, με την ασίγαστη έγνοια των «πολλών» να σπουδάσουν τα παιδιά τους για ένα καλύτερο μέλλον.