Κατά περιόδους στον δημόσιο λόγο δημιουργούνται διάφορες έμμονες ιδέες, οι οποίες χρησιμοποιούνται στη συνέχεια με τρόπο εντυπωσιακά βλαμμένο ως εξήγηση για τα πάντα.
Αυτή την περίοδο η αντίστοιχη έμμονη ιδέα είναι ο «νέος ποινικός κώδικας». Ό,τι και να γίνει σε δικαστικό -και όχι περιοριστικά- επίπεδο «φταίει ο νέος ποινικός κώδικας». Φορείς αυτής της εμμονής δεν είναι μόνο άνθρωποι κατά τεκμήριο δεξιοί -κάτι που κατά τη γνώμη μου δεν αποτελεί δικαιολογία όταν έχουμε να κάνουμε με αξιοπρεπείς ανθρώπους-, αλλά και άνθρωποι κατά τεκμήριο αριστεροί ή ελευθεριακοί.
Η εν λόγω εμμονή επανεμφανίστηκε με την ευκαιρία της αναγνώρισης του ελαφρυντικού στον Κορκονέα και του σπασίματος των ισοβίων. Σχεδόν ΣΕ ΚΑΘΕ ανάρτηση που αφορούσε την εύλογη διαμαρτυρία για αυτή την άθλια απόφαση υπήρχει και ένα σχόλιο του τύπου «αυτά-είναι-τα-αποτελέσματα-του-νέου-ποινικού-κώδικα».
Φυσικά δεν υπάρχει απολύτως τίποτα τέτοιο. Ο νέος ποινικός κώδικας είναι σε διάφορα πράγματα επιεικέστερος από τον προηγούμενο κάτι γενικά θετικό, αποτέλεσμα πολλών αγώνων για τα δικαιώματα των φυλακισμένων και επίσης εύλογο καθώς διάφορες διατάξεις του παλιού ποινικού κώδικου άνηκαν όχι απλά στην προϊστορική εποχή, αλλά αποτελούσαν και ιδεολογικά εργαλεία καταπίεσης.
Ένα από αυτά είναι ο περίφημος «πρότερος έντιμος βίος», ο οποίος καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον «πρότερο σύννομο βίο», για το οποίο γίνεται όλη η φασαρία από χθες.
Αυτή είναι μια σωστή αλλαγή. Ο πρότερος έντιμος βίος, επέτρεπε στον δικαστή να εξετάζει αν ο κατηγορούμενος «έζησε έντιμα» ως τώρα σε επίπεδο οικογενειακό (sic), επαγγελματικό και κοινωνικό, δηλαδή κατά βάση αν ήταν «ευυπόληπτος πολίτης». Ο δικαστής είχε το δικαίωμα να εξετάζει αν «του άρεσε» η ζωή που έκανε ο κατηγορούμενος πριν διαπράξει το έγκλημα. Αυτή η αυθαίρετη πρόβλεψη δικαστικής εξουσίας είχε κατά κόρον χρησιμοποιηθεί εναντίον των κομμουνιστών παλαιότερα, αλλά και εναντίον των περιθωριακών μέχρι τώρα.
Με τον νέο νόμο, ο δικαστής στην αναγνώριση ή όχι του ελαφρυντικού δεν εξετάζει την αορίστα έντιμη πρότερη ζωή του κατηγορούμενου, αλλά την ειδική σχέση του με τους νόμους και αν τους παραβιάζει. Αυτό είναι σωστό, μειώνει την αυθαιρεσία του δικαστικού σκεπτικού κ.ο.κ.
Σε καμία όμως περίπτωση ο νόμος δεν καθιστά αναγκαστική την αναγνώριση του ελαφρυντικού «σε όποιον έχει λευκό ποινικό μητρώο», όπως κατά κόρον γράφεται από χθες. Εάν υπήρχε κάτι τέτοιο θα γραφόταν ρητά στον ποινικό κώδικα και δεν θα ήταν θέμα «ερμηνείας» του δικαστηρίου -δηλαδή το ποινικό μητρώο θα αποτελούσε εξ αρχής στοιχείο στην επιμέτρηση της ποινής.
Εν προκειμένω, το δικαστήριο κάνει κάτι εντελώς σκανδαλώδες: αναγνωρίζει τον «πρότερο σύννομο βίο» σε έναν κατηγορούμενο για τον οποίον ο πρότερος σύννομος βίος ήταν αναγκαστικός προκειμένου να ασκεί το επάγγελμά του και να οπλοφορεί. Το γεγονός δηλαδή ότι ο Κορκονέας οπλοφορεί και επιτηρεί νόμιμα και το εκμεταλλεύεται για να δολοφονήσει εν ψυχρώ (σύμφωνα με την ίδια απόφαση) ένα παιδί 15 χρονών, δεν λειτουργεί επιβαρυντικά αλλά ως ελαφρυντικό!
Αν δεχόμασταν αυτή την απόφαση ως υποχρεωτική, θα καταλήγαμε σε έναν άρρητο νόμο ότι κανένας αστυνομικός, δικαστικός ή κλειδαράς δεν μπορεί να φάει ποτέ ισόβια, γιατί για να ασκεί αυτό το επάγγελμα προϋπόθεση αποτελεί το λευκό ποινικό μητρώο -κάτι που νομίζω όλοι καταλαβαίνουμε ότι είναι παραλογισμός.
Η απόφαση του δικαστηρίου, για το οποίο γνωρίζαμε εδώ και μήνες ότι δικάζει ευνοϊκά τον Κορκονέα, είναι λοιπόν μια απόφαση επιλογής, μια απόφαση πολιτική και μια απόφαση η οποία δεν του ήταν αναπόφευκτη. Το να γράφουμε ότι αυτή η απόφαση είναι «αποτέλεσμα του νέου ποινικού κώδικα» αποτελεί μέγιστη παπάτζα και για όσους αναφερόμαστε σε μια αντικαπιταλιστική κριτική των αστικών θεσμών, είναι και βαθύτατη αντινομία σε σχέση με τον ρόλο της εξουσίας και δη της δικαστικής.
Ελάχιστες εβδομάδες πριν, δικαστήρια που δίκασαν με τον νέο ποινικό κώδικα αναγνώρισαν ή δεν αναγνώρισαν κατά βούληση το ελαφρυντικό του σύννομου βίου, ακόμα και μέσα στις ίδιες υποθέσεις, για διαφορετικούς κατηγορούμενους. Θα πρότεινα, τουλάχιστον σε όσους μιλάνε από τη σκοπιά της κοινωνικής χειραφέτησης ή στο όνομά της, να είναι λίγο πιο προσεκτικοί στο τι αναπαράγουν και τι θεωρούν ότι «βοηθά την υπόθεσή μας», τουλάχιστον από θέσης αρχής και τελικά και από θέσης ουσίας.