Επειδή η γλώσσα του σώματος δεν λέει ψέματα, αλλά πάντοτε «τ’ αληθή λέγει», εμένα αυτή η φωτογραφία της υπ. Παιδείας Ν. Καραμέως με τον αρχιεπίσκοπο μού προξενεί τρόμο
Έχω μπροστά μου εδώ και κάμποσες μέρες τη φωτογραφία της υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως απ’ την επίσκεψή της στον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Και επειδή η γλώσσα του σώματος δεν λέει ψέματα, αλλά πάντοτε «τ’ αληθή λέγει», εμένα αυτή η φωτογραφία μού προξενεί τρόμο. Αυτή η ραχιτική στάση, αυτή η προσκυνηματική επίδειξη υποταγής και θρησκοληψίας στον προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ελλάδας, από την πολιτική επικεφαλής του ευαίσθητου και πολύπλοκου χώρου της Παιδείας, μόνο τρόμο μπορεί να προκαλέσει. Ένας άνθρωπος που αντί να στέκεται όρθιος ισότιμα με τον αρχιεπίσκοπο ως εκπρόσωπος (αιρετός) της Πολιτείας, καμπουριάζει και σχεδόν αρπάζεται από το χέρι του για να το φιλήσει, δεν συνιστά εικόνα ανθρώπου που έχει συναίσθηση του χώρου, του χρόνου και του ρόλου του. Συνιστά πηγαίο (δυστυχώς) αναχρονισμό, θρησκοληψία, σκοταδισμό, δουλοφροσύνη και αδυναμία ανταπόκρισης στο νόημα της παιδείας σήμερα.
Άλλωστε από τις προγραμματικές δηλώσεις κιόλας της κυβέρνησης έγιναν φανερές οι προθέσεις των βημάτων προς τα πίσω, με ένα μίγμα συντήρησης, χειραγώγησης, καταστολής και αλλοτρίωσης της δημόσιας παιδείας. Από την κατάργηση της συμφωνίας Εκκλησίας – Πολιτείας μέχρι τους «ιεροδιδασκάλους», από την εξαιρετική και προσβλητικότατη σπουδή για την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου μέχρι τη βίαιη απόσπαση της έρευνας από το υπουργείο Παιδείας, από την αλλοπρόσαλλη μετακίνηση σημαντικών επιστημονικών φορέων σε άλλα υπουργεία, από την καταστροφή κάθε προοδευτικού βήματος που έχει γίνει σε όλες τις βαθμίδες της παιδείας μέχρι τη μείωση των εισακτέων στα πανεπιστήμια (ενώ αναμένονται 10.000 πελάτες παιδείας με δίδακτρα από το εξωτερικό), από το πάγωμα προσλήψεων 10.500 εκπαιδευτικών μέχρι την επαναφορά του αναχρονιστικού θεσμού των σχολικών συμβούλων και τόσα, μα τόσα άλλα, είναι μακρύς ο κατάλογος και το μέλλον της παιδείας ζοφερό.
Γιατί είναι ένα μέλλον όπου ο νεοφιλελεύθερος φονταμενταλισμός της αγοράς και της σύνδεσης της παιδείας με αυτήν και μόνο, συναντά τη θρησκευτική ιδεοληψία μιας οπισθοπορείας την οποία αδυνατεί να αποτινάξει το ελληνικό κράτος και η ελληνική κοινωνία. Είναι ένα μέλλον όπου ο αποκλεισμός με διάφορους τρόπους από το θεμελιώδες αγαθό της παιδείας συναντά την κλειστή πόρτα της ελευθερίας, δηλαδή της δημιουργίας ελεύθερων συνειδήσεων. Είναι ένα μέλλον όπου το Μητσοτακέικο π.χ. θα έχει πάντοτε το γονίδιο της μεγαλοφυΐας, θα τελειώνει τα Χάρβαρντ και τα Τζον Χόπκινς με ευκολία, ενίοτε θα παίρνει «τρία πτυχία σε επτά χρόνια», θα διορίζεται ως «σύμβουλος μαμάς» σε υπουργεία ή με 10.000 μισθό στην Εθνική Τράπεζα ή στην Goldman Sachs άμα τη αποφοιτήσει, ενώ οι υπόλοιποι θα έχουν «ίσες ευκαιρίες». Στην επισφαλή εργασία επτά ημερών, στο άδηλο μέλλον, στο φτηνό παρόν.
Οι μηχανές αλέσματος της κυβέρνησης δουλεύουν πάση δυνάμει ξανά (γιατί εκείνες του συστήματος δεν σταμάτησαν ποτέ) και όποιος δεν ακούει ή δεν θέλει να ακούσει τον θόρυβο προσφέρει κάκιστες πατριωτικές υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο. Γιατί πατριωτισμός είναι να αγωνίζεσαι για μια παιδεία ελεύθερη για όλους, μια παιδεία που θα καλλιεργεί την ορθή κρίση, όχι πατριδοκάπηλη παιδεία του εθνικιζόμενου λαϊκισμού που οδηγεί στο χυδαίο «η δημοκρατία πούλησε τη Μακεδονία».
Εδώ, μια μικρή παρένθεση: Η άρχουσα τάξη έχει λύσει εδώ και δεκαετίες το δίλημμα «με το έθνος ή με την τάξη», το οποίο ταλάνισε και ταλανίζει ακόμα την Αριστερά. Εδώ η άρχουσα τάξη απάντησε απερίφραστα: με την τάξη. Και χρησιμοποίησε ασύστολα την έννοια του έθνους έχοντας πλήρη συνείδηση από πολύ νωρίς ότι είναι μια κατασκευασμένη έννοια, που αναδύθηκε στον ιστορικό ορίζοντα για πολύ συγκεκριμένους λόγους. Και χρησιμοποίησε αυτή την έννοια προς ίδιον όφελος και ίδια -πολλές φορές και αιματοβαμμένα απείρως- κέρδη. Χαριτωμένο τελευταίο παράδειγμα στα «καθ’ ημάς», η Συμφωνία των Πρεσπών. Κλείνει η παρένθεση.
Δεν είναι λοιπόν τυχαία η οπισθοδρόμηση της παιδείας που βιαστικά προσπαθεί να επιβάλει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. «Οι καιροί ου μενετοί» με αξιωματική αντιπολίτευση την Αριστερά που μπορεί να εμπνεύσει και να συνεγείρει ένα στιβαρό λαϊκό κίνημα, το οποίο θα είναι ικανό να ματαιώσει τα απεργαζόμενα σχέδια. Σχέδια βέβαια που διά μέσου της ποδηγέτησης της παιδείας οδηγούν στην ποδηγέτηση της κοινωνίας και του μέλλοντός της.
Και φυσικά είναι εύκολο να φανταστούμε πόσο χειριστική είναι μια κοινωνία φοβική, μια κοινωνία που θα απηχεί τις άγριες απόψεις της ιεροατομικής πορείας του ανθρώπου μέσα σε μια διαρκή ανασυσκότιση της πραγματικότητας. Αυτή είναι η κοινωνία που οραματίζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης που ως «μικρός τυμπανιστής» διατυμπανίζει το παραμύθι του πρωθυπουργού «όλων των Ελλήνων».
Γιατί «όλοι» μπορούν να εννοηθούν μόνο μέσα σε μια κοινωνία, «μια ένωση» σύμφωνα με τη μαρξική αξίωση, «όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων».
Καιρός λοιπόν να διαλέξουμε όλοι με ποιους «όλους» είμαστε.