Είναι φανερό ότι η κατάσταση με την πανδημία καθημερινά επιδεινώνεται. Οι ευθύνες της κυβέρνησης, που έσπευσε να κηρύξει περίπου λήξασα την πανδημία, είναι επίσης δεδομένη. Όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι η επιτροπή ειδικών λοιμωξιολόγων έχει πλέον παραμεριστεί. Προφανώς την τελική πολιτική ευθύνη την έχει η κυβέρνηση. Πάντα την είχε, αλλά να θυμίσουμε ότι, όταν τα πράγματα στην πρώτη φάση πήγαιναν καλά, ο πρωθυπουργός δεν εφείδετο δηλώσεων του τύπου «οι ειδικοί έχουν τον πρώτο λόγο», ενώ οι φωτογραφίες και οι κοινές δηλώσεις με τον Σ. Τσιόδρα ήταν η συνηθισμένη πρακτική.
Τώρα, όπως ξεκαθάρισε ο Άδ. Γεωργιάδης («δεν θα μας πουν οι γιατροί τι θα κάνουμε»), τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο τον έχει η κυβέρνηση. Η επιτροπή -ως τέτοια- δεν υπάρχει, ο καθένας προειδοποιεί ατομικά από τα ραδιόφωνα και τα κανάλια, ο Σ. Τσιόδρας εξεπλήρωσε άπαξ και μόνος επί σκηνής το καθήκον του, οι πολίτες αιωρούνται από την επανάπαυση μέχρι τον πανικό. Και, σε φάση κρίσης, αυτή η απόσταση εύκολα καλύπτεται μέσα σε λίγες ημέρες. Τα ευφυολογήματα περί «πανδημίας ανεμβολίαστων» δείχνουν πόσο ο πρωθυπουργός έχει εγκλωβιστεί σε μια βολική γι’ αυτόν ανάγνωση, που όμως αγνοεί την πολυπλοκότητα του φαινομένου.
Το κύριο ζήτημα προς αντιμετώπιση όμως τώρα είναι πώς θα κάνουμε τα αδύνατα δυνατά ώστε να μην ξεφύγει η κατάσταση με δραματικές συνέπειες για τη ζωή των πολιτών πρωτίστως και για την οικονομία ακολούθως. Η κρισιμότητα της εξέλιξης της πανδημίας απαιτεί να αρθούμε όλοι -και πρώτα οι πολιτικές δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου- στο ύψος των περιστάσεων. Να στηρίξουν προτάσεις λογικές και κοινής κατά το δυνατόν αποδοχής. Έτσι ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών, που έχουν κουραστεί να διανύουν ένα ατέλειωτο «τελευταίο μίλι», όπως απερίσκεπτα και βιαστικά είχε δηλώσει ο Κ. Μητσοτάκης.
Έχω συγκεντρώσει κάποιες από αυτές που έχουν κατατεθεί στον δημόσιο διάλογο:
* Να επαναλειτουργήσει η επιτροπή λοιμωξιολόγων σε σταθερή εβδομαδιαία βάση. Να συμπληρωθεί με επιστήμονες εγνωσμένου επιστημονικού κύρους -όχι μόνο με γιατρούς, αλλά και με κοινωνικούς επιστήμονες, κυρίως από την Επιτροπή Βιοηθικής- ώστε να αυξηθεί η αξιοπιστία της και να φύγει κάθε σκιά εργαλειοποίησής της. Τις τελικές αποφάσεις θα παίρνει η πολιτική ηγεσία, αλλά υπό το βάρος των εισηγήσεων της επιτροπής.
* Αυστηροποίηση των μέτρων και των ελέγχων. Είσοδος με πιστοποιητικό εμβολιασμού ή δύο rapid tests σε όλους, χωρίς εξαίρεση, τους χώρους όπου συγκεντρώνονται πολίτες. Με εξαίρεση τα φαρμακεία, όπου κατά κανόνα τηρούνται τα μέτρα, και τα σούπερ μάρκετ, όπου όμως πρέπει να ενταθούν οι έλεγχοι για την τήρηση των μέτρων. Αν παρατηρηθεί παραβίαση των μέτρων, να ενταχθούν στη γενική κατηγορία.
* Επέκταση της υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών επειδή, πέραν των άλλων, και ο έλεγχος της τήρησης των μέτρων παρουσιάζει δυσκολίες πρακτικού χαρακτήρα. Αν συμφωνήσουμε επί της αρχής, θα εξειδικεύσουμε κατά κατηγορία (ηλικία, επάγγελμα, εργασία). Υπάρχει διεθνής εμπειρία -π.χ. από την Ιταλία-, δεν θα ανακαλύψουμε την πυρίτιδα. Με ευρύτερη συνεννόηση παρακάμπτεται, επιμεριζόμενο, και το περίφημο πολιτικό κόστος.
* Το ίδιο θα ισχύσει και στην περίπτωση τοπικών λοκντάουν. Είναι μεν απευκταία, αλλά είναι και εξαιρετικά ανεύθυνη στάση ο κατηγορηματικός αποκλεισμός τους για το μέλλον, ιδιαίτερα στη βόρεια Ελλάδα.
* Να σκεφτούμε την περίπτωση το πιστοποιητικό εμβολιασμού να ισχύει για 6 μήνες με περίοδο χάριτος άλλον έναν μήνα. Έτσι θα δοθεί ώθηση στον εμβολιασμό με την τρίτη, αναμνηστική δόση. Επίσης, τη δωρεάν χορήγηση ενός rapid test στους ήδη εμβολιασμένους.
* Τέλος, για να προχωρήσει ο καθολικός εμβολιασμός -που αποτελεί αυτή τη στιγμή το ισχυρό όπλο που διαθέτει η ανθρωπότητα-, απαιτούνται όχι μόνο καμπάνιες ενημέρωσης αμφίβολης αποτελεσματικότητας σε έναν κουρασμένο πληθυσμό, αλλά και γενναία μέτρα στήριξης της εργασίας, του εισοδήματος των εργαζομένων και της κοινωνικής συνοχής.
Είχα ζητήσει εξαρχής μια πιο συμπαγή και αυστηρή στάση του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Συν τω χρόνω, η γραμμή μας καθαρίζει και συγκεκριμενοποιείται, ενώ, αντιθέτως, η κυβερνητική γραμμή θολώνει μπερδεμένη μέσα σε έναν κυκεώνα αντιφάσεων και ψηφοθηρικών σκοπιμοτήτων. Πιστεύω ακράδαντα ότι αν είχαμε εγκαίρως ανοίξει τα αναγκαία μέτωπα, θα είχαμε συμβάλει πιο αποφασιστικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας και θα είχαμε αποδυναμώσει το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο που εναγωνίως αναζητούσε -και καμιά φορά έβρισκε- κενά στη γραμμή μας. Τώρα πρέπει να κάνουμε το τελευταίο βήμα. Οι πολίτες το περιμένουν. Ίσως όχι όλοι, αλλά σαφώς οι περισσότεροι.
μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία