Νίκος Ξυδάκης/Ο Ανδρέας τη χάρισε στον πατέρα Μητσοτάκη. Ο γιος θα καταλήξει στο Ειδικό Δικαστήριο;
«Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα δεν λειτουργεί… Λυπάμαι». Ο Τεντόγλου το βλέπει έτσι, και πάρα πολλοί το συμμερίζονται. Κυβέρνηση σε σήψη, πρωθυπουργός σε σήψη ― οι New York Times το βλέπουν κάπως έτσι. Σε κάθε περίπτωση, η χώρα βυθίζεται σε μη λειτουργική κατάσταση. Οι μόνοι που δεν βλέπουν τίποτε είναι τα clickbait των σάιτ, που αναπαράγουν ίνστα με τόπλες και γόνους. Ο δε Κυριάκος Μητσοτάκης βλέπει πια Ειδικό Δικαστήριο.
To άρθρο του Αλεξάντερ Κλοπ στους New York Times έχει την αξία του, αλλά δεν είναι είδηση. H αξία του έγκειται στο ότι είναι φιλοξενούμενο Op-Ed, είναι άρθρο γνώμης, και παρότι δεν δεσμεύει την εφημερίδα, δείχνει πώς βλέπουν τον Ελληνα πρωθυπουργό τα μεγάλα αμερικανικά μήντια και τα κέντρα επιρροής. Γι’ αυτό εξάλλου ο έμπειρος στα ελληνικά πράγματα Κλοπ συνδέει την εμφάνιση του Κυρ. Μητσοτάκη στο Κογκρέσο με τον τωρινό διασυρμό του. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος έχει γράψει επανειλημμένως για ελληνικά θέματα διεθνούς ενδιαφέροντος και έχει πολλές επαφές στη χώρα. Το μεγάλο του ερευνητικό στόρι, δημοσιευμένο στο New Republic με τίτλο «Τhe Vampire Ship», ήταν φιναλίστ στα βραβεία Πούλιτζερ 2021.
Η είδηση είναι το αίτημα του ΠΑΣΟΚ για Εξεταστική Επιτροπή, με θέμα αποκλειστικά την παρακολούθηση Ανδρουλάκη και τις ενδεχόμενες ευθύνες Μητσοτάκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα υπερψηφίσει την πρόταση, και θα ακολουθήσουν ΚΚΕ και ΜεΡΑ25. Για τη σύσταση Εξεταστικής απαιτούνται 120 ψήφοι στην Ολομέλεια της Βουλής• έτσι είχε συσταθεί η Εξεταστική για τη λίστα Πέτσα.
Οι ευθύνες Μητσοτάκη, εφόσον τεκμηριωθούν στην Εξεταστική, θα είναι ποινικές, δηλαδή θα οδηγηθεί σε Ειδικό Δικαστήριο. Τυχόν ποινικές ευθύνες άλλων εμπλεκομένων, λ.χ. του πρώην διοικητή ΕΥΠ ή του πρ. Γεν. Γραμματέα πρωθυπουργού, θα τους οδηγήσουν κατευθείαν στην ποινική δικαιοσύνη. Το αξιόποινο των πράξεων, δηλ. η παρακολούθηση εκλεγμένου βουλευτή και αρχηγού κοινοβουλευτικού κόμματος, και οι επακόλουθες ευθύνες, για πρόσωπα με ή χωρίς βουλευτική ασυλία, έχουν επισημανθεί στις αναλύσεις συνταγματολόγων, μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου.
Ειδικό Δικαστήριο για τον πρωθυπουργό
Με αυτή την εξέλιξη, ο Κυρ. Μητσοτάκης βρίσκεται ενώπιον του δυσμενέστερου δυνατού σεναρίου, σε αδυναμία να ελέγξει τη ροή των γεγονότων εφεξής. Αντιμέτωπος πλέον με ποινική ευθύνη, έχει αρνηθεί μέχρι στιγμής να αναλάβει την πολιτική ευθύνη• την επιρρίπτει στον γραμματέα του Γρ. Δημητριάδη. Στάση απόγνωσης μάλλον, ή μη επαφή με την πραγματικότητα.
Βεβαίως, ανάληψη πολιτικής ευθύνης σημαίνει παραίτηση από το πρωθυπουργικό αξίωμα. Οι συνταγματολόγοι περιέγραψαν ήδη, ρητώς οι Γ. Σωτηρέλης και Ν. Αλιβιζάτος, και επίσης ρητώς ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλος, ότι ο πρωθυπουργός έχει αντικειμενική πολιτική ευθύνη. Το ίδιο είπαν με πιο έμμεσο τρόπο οι Β. Βενιζέλος και Γ. Σταθόπουλος.
Παραίτηση πρωθυπουργού δεν σημαίνει αυτομάτως και παραίτηση της κυβέρνησης• μπορεί να συνεχίσει με άλλον επικεφαλής. Αυτό διαμηνύουν στον πρωθυπουργό ποικίλα άρθρα γνώμης στις συντηρητικές εφημερίδες: «διευκόλυνε την παράταξη», «το παράκανες», «μας πίκρανες» κ.ο.κ. Δεν είναι τυχαίο ότι κανείς βουλευτής ή υπουργός δεν βγήκε να υπερασπιστεί τη γραμμή Μητσοτάκη, ουσιαστικά δηλαδή τη μη ανάληψη πολιτικής ευθύνης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ασφαλώς θα θυμάται ότι τον Ιούνιο του 1994 η Βουλή είχε παραπέμψει στο Ειδικό Δικαστήριο τον πατέρα του, Κων. Μητσοτάκη, για τις υποκλοπές Γρυλλάκη-Μαυρίκη. Και ναι μεν τότε ο Ανδρέας Παπανδρέου τη χάρισε στον πατέρα Μητσοτάκη, αφήνοντας τον πολιτικό πτώμα, γνωστό ως ο επίτιμος. Τώρα όμως; Θα υπάρξει αντίστοιχο έλεος; Θα μεταβεί ομαλά ο υιός Μητσοτάκης στο στάδιο του επίτιμου;
Ποιος ελέγχει τις εξελίξεις;
Είναι πολύ χαρακτηριστικές οι σιωπές, οι αποστάσεις ή και οι επιθέσεις των κεντρώων και ακροκεντρώων. Οι εμφανέστερες διαφοροποιήσεις ήταν του Β. Βενιζέλου και του Ν. Αλιβιζάτου• σφοδρότερος ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος ίσως βλέπει κι έναν ρόλο για τον εαυτό του σε περιβάλλον μείζονος κρίσης, ηπιότερος ο Αλιβιζάτος, ο οποίος εξετέθη ως αδειασμένος συνεργάτης του Μιχ. Χρυσοχοΐδη.
Το ακροκεντρώο σύστημα που συγκρότησε «ιδεολογικά» το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, και στήριξε τον επιτελικό μητσοτακισμό, τώρα τον εγκαταλείπει γοργά. Φαίνεται ότι και τα συστήματα συμφερόντων τον εγκαταλείπουν, και συνομιλούν ήδη με διάδοχες πολιτικές καταστάσεις, προκειμένου, αφενός, να διασφαλίσουν τις θέσεις τους, αφετέρου, να ελέγξουν τη ροή των εξελίξεων.
Ο έλεγχος των εξελίξεων είναι στο επίκεντρο όλων των ζυμώσεων, από όλους τους δρώντες, πολιτικούς και εξωπολιτκούς. Εξ ου και οι φωνές περί κινδύνου αστάθειας και ανάγκης σταθερότητας ― τελευταίος εμφανίστηκε ο Γ. Στουρνάρας, ίσως για να θυμίσει ότι υπάρχει και εγχώριος τεχνοκράτης Ντράγκι. Το σενάριο μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών φαίνεται ότι κάποιοι το κρατούν ακόμη ζωντανό. Οι ανησυχούντες θυμούνται με τρόμο την λαϊκή Αγανάκτηση και τις πλατείες ―γι’ αυτά που επιχείρησε να δημαγωγήσει άσφαιρα ο Κυρ. Μητσοτάκης προχθές―, και κυρίως θυμούνται την ανεξέλεγκτη έκφραση της λαϊκής βούλησης μετά το 2012.
Ο σκοτεινός χειμώνας του 2022, με την ενεργειακή φτώχεια και τον καλπάζοντα πληθωρισμό, δημιουργεί προϋποθέσεις λαϊκής έκρηξης, άρα, σύμφωνα με τους ανησυχούντες, δεν μπορεί να βγει με τον καταρρακωμένο Μητσοτάκη στο τιμόνι, ό,τι κι αν τάξει στη ΔΕΘ ― όπως φτάσει στη ΔΕΘ. Ο Μητσοτάκης έχει καταφέρει να γίνει δοχείο λαϊκής περιφρόνησης και μίσους, με τρόπο που δεν θυμόμαστε σε καμία φάση της μεταπολίτευσης. Δεν μπορεί να κυβερνήσει. Το βλέπουν ακόμη και άνθρωποι μέσα στο Μαξίμου.
Απέχθεια για την πολιτεία
H κατάσταση ξεπερνά κατά πολύ τις ζητήσεις των συμφερόντων που στήριξαν το σύμπλοκο νεοφιλελευθερισμού-ακροδεξιάς, ξεπερνά την υπαρξιακή αγωνία των βουλευτών της ΝΔ, ξεπερνά τις ματαιώσεις των ακροκεντρώων• αναδεικνύει τη διαφαινόμενη αντιπολιτική τάση, την απέχθεια των πολιτών για αυτή την πολιτική, μια διογκούμενη δυσφορία για την κατάντια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας επί ημερών Μητσοτάκη.
Παρατηρήσαμε ότι ακόμη και οι λαμπρές επιτυχίες των αθλητών στους ευρωπαϊκούς αγώνες πήραν κοινωνική-πολιτική χροιά, σαν παραδείγματα ανθρώπων που αγωνίζονται μόνοι τους, εκτός πολιτειακής μέριμνας, ή και ενάντια σε πολιτειακά εμπόδια. Ο Μίλτος Τεντόγλου συνόψισε με αφοπλιστική παρρησία το πώς βλέπουν οι νεότεροι την πολιτεία: «Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα δεν λειτουργεί…».
Αυτή η διάχυτη πολιτική δυσφορία θα πολλαπλασιάζεται διαρκώς από την υλική ανέχεια. Εχει μεν λάβει αντιμητσοτακικά χαρακτηριστικά, προς το παρόν, αυτή τη λαϊκή περιφρόνηση και απαξίωση, αλλά είναι άγνωστο προς τα πού θα εκβάλει, εφόσον οι εναλλακτικές προτάσεις της αντιπολίτευσης δεν φανούν πειστικές και ανατρεπτικές της παρούσας δυστοπίας.