Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος
Στην υπόθεση με το νεκρό 11μηνο βρέφος φάνηκε για άλλη μια φορά ο βαθμός της κρίσης που αντιμετωπίζει σήμερα η δημοσιογραφία
Η συζήτηση δεν ξεκίνησε τώρα.
Γίνεται πολλά χρόνια και αφορά την αρνητική μετάλλαξη της δημοσιογραφίας.
Βασικές αρχές και κανόνες όπως είναι η διασταύρωση των πληροφοριών, η έρευνα, η επιβεβαίωση, η ανάδειξη όλων των πλευρών του γεγονότος ξεχνιούνται διαρκώς.
Το μόνο που μένει είναι η εναγώνια προσπάθεια να βγάλει κάποιος την είδηση πρώτος, να κερδίσει μερικά κλικ παραπάνω, να κάνει ένα θέμα που θα γίνει viral.
Και όταν λέμε «είδηση» αυτή θα πρέπει να είναι όσο πιο έντονη, εντυπωσιακή, τραγική, αιματοβαμμένη γίνεται.
Κοινώς, να είναι «κίτρινη».
Και δεν είναι μόνο ότι υπάρχει ένας αγώνας δρόμου για τέτοιες «ειδήσεις».
Αυτό το κυνήγι της τηλεθέασης, της ακροαματικότητας, των clicks διαμορφώνει μια τοξική αντίληψη για την ενημέρωση.
Το χειρότερο είναι ότι αυτό το τοξικό κλίμα επεκτείνεται και στους ανθρώπους που έρχονται στα ΜΜΕ για να μιλήσουν.
Από τους πολιτικούς μέχρι ακόμη και τους απλούς πολίτες που θέλουν να αναφέρουν κάτι όλοι επιδιώκουν να τα πουν όσο πιο «χοντρά» και εντυπωσιακά γίνεται.
Άλλες εποχές οι εφημερίδες ήταν υπερήφανες εάν επειδή δεν βιάστηκαν να βάλουν μια φήμη μπορούσαν μετά να γελάνε με τα παθήματα των ανταγωνιστών τους που δημοσίευσαν κάτι που διαψεύστηκε.
Γιατί ήξεραν ότι από μια είδηση που δεν έστεκε έχανες περισσότερο από αυτό που θα κέρδιζες από μια «αποκλειστικότητα» που αποδεικνύονταν ανυπόστατη.
Τώρα οι όροι έχουν αντιστραφεί: νυν υπέρ πάντων να έχεις κάτι πριν ή τουλάχιστον ταυτόχρονα με τους άλλους.
Όλα αυτά φάνηκαν στην τραγική υπόθεση με το 11μηνο βρέφος που πέθανε.
Δεν χρειάστηκαν πολλά.
Από τη μια, ένας ιατροδικαστής έτοιμος όχι μόνο να υποστηρίξει κάτι χωρίς να έχει όλα τα δεδομένα της υπόθεσης αλλά και να βγει στα μέσα ενημέρωσης επιμένοντας ότι υπάρχει σεξουαλική κακοποίηση, παρότι οι θεράποντες γιατροί του ίδιου του βρέφους επέμεναν από την αρχή ότι τα σημάδια στο κορμάκι του είχαν να κάνουν με τον τρόπο χορήγησης της αγωγής.
Από την άλλη, μέσα έτοιμα να δεχτούν κάτι επειδή το έλεγε «αρμόδιος» και η είδηση ήταν «συνταρακτική».
Προσθέστε στο μείγμα, δυστυχώς, και τον έρποντα ρατσισμό, καθώς μιλούσαμε για οικογένεια προσφύγων.
Και όλα αυτά παρ’ όλο που όχι μόνο υπήρχαν και άλλα στοιχεία, γνωστά από σχετικά νωρίς αλλά και η ίδια η αστυνομία, που αυτή τη φορά έκανε τη δουλειά της και προφανώς λόγω και εμπειρίας καταλάβαινε καλύτερα, δεν βιαζόταν να μιλήσει για σεξουαλική κακοποίηση.
Για να αποδειχτεί σήμερα ότι δεν τίθεται θέμα σεξουαλικής κακοποίησης και επίσημα ότι οι κακώσεις είχαν να κάνουν με τη χορήγηση της θεραπευτικής αγωγής και οι γονείς του παιδιού να αφεθούν επιτέλους να θρηνήσουν το παιδί τους.
Βέβαια, η διαπόμπευση που υπέστησαν δεν αντιστρέφεται.
Και δεν θα αρκεί η όποια συγγνώμη, που μάλλον δεν τους έχει δοθεί ακόμη.
Αυτό που επίσης φαίνεται να μην αντιστρέφεται είναι η κρίση της δημοσιογραφίας, βαθιά και αθεράπευτη.
Μόνο που κι εσείς μη βιαστείτε απλώς να καταδικάσετε.
Το κοινό δεν είναι ανεύθυνο.
Αυτό κάνει κλικ, αυτό διαμορφώνει κατατάξεις, αυτό επιλέγει ποια μέσα στηρίζει.
Όποιος θέλει να αλλάξουν τα πράγματα στην ενημέρωση ας σκεφτεί και τη δική του ευθύνη.